Στα 299 ευρώ έχει αναρριχηθεί από την αρχή του μήνα η χονδρική τιμή της μεγαβατώρας στο ρεύμα. Πράγμα που σημαίνει ότι οι ενισχυμένες επιδοτήσεις ύψους 540 εκατ. ευρώ – μαζί με τις αναδρομικές προσαυξήσεις για το πρώτο τρίμηνο του έτους- που ανακοίνωσε προ ημερών η κυβέρνηση μπορεί να αποδειχθούν εντελώς ανεπαρκείς πριν καν καταβληθούν στους ενδιαφερόμενους.
Αυτό σημαίνει πως ό,τι ξεκίνησε το φθινόπωρο, προ ουκρανικής κρίσης, ως πρόσκαιρη «θυσία» από τις κρατικές δαπάνες, αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά και ροκανίζει ένα διαρκώς μεγαλύτερο κομμάτι του προϋπολογισμού, πέρα από τον κουμπαρά του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης που ουσιαστικά έχει αδειάσει. Πρακτικά, ο προϋπολογισμός του 2022 είναι «κλινικά νεκρός» στα βασικά μεγέθη του και στις εκτιμήσεις του, και τον Απρίλιο, οπότε το υπουργείο Οικονομικών πρέπει να επικαιροποιήσει τα στοιχεία του και να καταθέσει συμπληρωματικές δαπάνες προς έγκριση, αρχικά στην Κομισιόν και στη συνέχεια στη Bουλή, το επιπλέον ποσό του 1 δισ. ευρώ με το οποίο φιλοδοξούσε να «καθαρίσει» τις επιπλέον ανάγκες είναι εκτός ρεαλισμού.
Αυτός είναι και βασικός λόγος που η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά επιμένουν σε «ευρωπαϊκή λύση» στο θέμα της ενεργειακής κρίσης, προσθέτοντας ρητορικές κορώνες κατά της κερδοσκοπίας και των στρεβλώσεων της αγοράς. Τόσο με την πρόταση 6 σημείων που κατέθεσε στην ηγεσία της ΕΕ, όσο και με τη συμμετοχή του (μέσω τηλεδιάσκεψης, λόγω Covid) στη χθεσινή τετραμερή του Νότου στη Ρώμη που συγκάλεσε ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι, ο Κυρ. Μητσοτάκης προσπαθεί εναγωνίως να μεταφέρει ένα μέρος του κόστους της ενεργειακής κρίσης και του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού, που έχει συντρίψει τις μεγάλες αναπτυξιακές προσδοκίες, στο ευρωπαϊκό γήπεδο.
Προσβλέπει κατ’ αρχάς σε μια θεσμική παρέμβαση στην αγορά αερίου και ενέργειας που θα μετριάσει τις ακραίες διακυμάνσεις τιμών, και στη συνέχεια σε μια ευρωπαϊκή χρηματοδοτική λύση για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, κοντά σε αυτό που πρότεινε η γαλλική ηγεσία για ένα νέο ευρωομόλογο υπέρ ενέργειας και άμυνας. Η σχετική πρόταση, αν και στην άτυπη ευρωπαϊκή σύνοδο των Βερσαλλιών δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από μια ομάδα τουλάχιστον 9 «βόρειων» χωρών, δεν έχει φύγει από το τραπέζι.
Αν πάντως δεν τελεσφορήσει η ζύμωση για «ευρωπαϊκή λύση» στην ενεργειακή κρίση, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά, θα βρεθούν σε δύσκολη θέση. Κι αυτό γιατί η Κομισιόν, που έχει αναλάβει να συντάξει ένα πλαίσιο εναλλακτικών λύσεων για να αντιμετωπιστούν οι ανατιμήσεις στην ενέργεια, θα επαναφέρει στην πρώτη γραμμή την ανάγκη να φορολογηθούν και να αναδιανεμηθούν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις τα περίφημα «ουρανοκατέβατα κέρδη» (windfall profits) των παραγωγών ρεύματος από τις χρηματιστηριακά διαμορφωμένες χονδρικές τιμές, αλλά και από το εμπόριο ρύπων.
Επτά χώρες της ΕΕ το έχουν ήδη κάνει καταφέρνοντας να χρηματοδοτήσουν ένα μεγάλο μέρος των μέτρων στήριξης των νοικοκυριών και «τραυματίζοντας» ελαφρότερα τους προϋπολογισμούς τους. Ο ΟΟΣΑ, αλλά και δειλά δειλά το ΔΝΤ, προτείνουν το ίδιο, και μάλιστα σε όλες τις ενεργειακές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαϊκών. Ετσι, στην περίπτωση που η σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 24 και 25 του μηνός δεν δώσει μια κοινή λύση χρηματοδότησης ή δεν επιβάλει πλαφόν στα περιθώρια κέρδους στις αγορές αερίου και ρεύματος, αλλά αφήσει τη φορολόγηση των υπερκερδών ως μονόδρομο στα κράτη μέλη για να αντλήσουν πόρους, ο πρωθυπουργός θα πρέπει να απαντήσει σε δύσκολα διλήμματα το επόμενο διάστημα.
Goldman Sachs: Η Ελλάδα στους χαμένους από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία
Ντράγκι: «Άμεση και ουσιαστική παρέμβαση στο ενεργειακό»
Σάντσεθ: Σε ευρωπαϊκά προβλήματα απαιτούνται ευρωπαϊκές απαντήσεις