Ανάπτυξη της οικονομίας των 27 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 0,8% το 2023 και 1,4% το 2024, αντίστοιχα 0,2 και 0,3 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με τις εαρινές προβλέψεις, “βλέπει” η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις θερινές εκτιμήσεις της οι οποίες είδαν το φως της δημοσιότητας τη Δευτέρα.
Η ανάπτυξη των 20 κρατών-μελών της ευρωζώνης προβλέπεται σε 0,8% το 2023 και 1,3% το 2024 (0,3 π.μ. χαμηλότερα και για τα δύο έτη), τονίζει η Κομισιόν.
Σέ ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, προβλέπεται να μειωθεί στην ευρωζώνη και στην ΕΕ από 8,4% και 9,2%, αντίστοιχα, το 2022 σε 5,6% και 6,5% το 2023, και στη συνέχεια περαιτέρω πτώση σε 2,9% και 3,2% το 2024. Οι αναθεωρήσεις σε σύγκριση με τις εαρινές προβλέψεις είναι οριακές. Για το 2023, ο πληθωρισμός και στις δύο περιοχές αναμένεται να είναι 0,2 π.μ. χαμηλότερα, με την ισχυρότερη αντιπληθωριστική ώθηση από το λιανικό εμπόριο.
Τα τελευταία στοιχεία υποδηλώνουν συνεχιζόμενη οικονομική αδυναμία κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και των προσεχών μηνών, γεγονός που δικαιολογεί μια επί τα χείρω αναθεώρηση της πρόβλεψης για την ανάπτυξη της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ για το υπόλοιπο του έτους, τονίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μετά τη στασιμότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης που καταγράφηκε το α’ εξάμηνο του έτους, η αύξηση των μισθών και η συνεχιζόμενη συγκράτηση του πληθωρισμού αναμένεται να αυξήσουν τα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα, υποστηρίζοντας με τη σειρά τους μια ήπια ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών. Εν τω μεταξύ, η απότομη επιβράδυνση της παροχής τραπεζικών πιστώσεων προς την οικονομία δείχνει ότι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής βρίσκει τον δρόμο της ώστε να επιδράσει στην οικονομία, σημειώνει η Κομισιόν.
Η αύξηση των επενδύσεων, που ήταν ήδη υποτονική τα δύο πρώτα τρίμηνα του έτους, δεν αναμένεται να ανακτήσει μεγάλη ισχύ. Οι “χαμηλές πτήσεις” των παγκόσμιων προοπτικών και οι μειούμενες νέες παραγγελίες δεν προμηνύουν καλά νέα για τις εξαγωγές. Συνολικά, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ το β’ εξάμηνο του έτους αναμένεται να παραμείνει πολύ υποτονική. Το 2024, εξακολουθεί να προβλέπεται μια ήπια ανάκαμψη της ανάπτυξης, καθώς ο πληθωρισμός θα συνεχίζει να υποχωρεί, η αγορά εργασίας θα παραμένει εύρωστη και τα πραγματικά εισοδήματα σταδιακά θα ανακάμπτουν. Η ασθενέστερη δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας της ΕΕ κατά τη διάρκεια αυτού του έτους, σύμφωνα με την Κομισιόν, αναμένεται να επεκταθεί έως το 2024, καθώς ο αντίκτυπος της αυστηρής νομισματικής πολιτικής πρόκειται να συνεχίσει να περιορίζει την οικονομική δραστηριότητα.
Σε σύγκριση με τις εαρινές προβλέψεις, μια χαμηλότερη “μεταφορά” για την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ από το 2023 συνδυάζεται με ασθενέστερη οικονομική δραστηριότητα εντός του έτους, με αποτέλεσμα τον προβλεπόμενο χαμηλότερο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης για το 2024. Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να είναι ακόμη ο κύριος μοχλός ανάπτυξης το 2024, καθώς ο πληθωρισμός θα συνεχίζει να υποχωρεί, η αγορά εργασίας θα παραμένει εύρωστη και τα πραγματικά εισοδήματα σταδιακά θα ανακάμπτουν, εκτιμά η Κομισιόν.
Πληθωρισμός: Επίμονος, αλλά με πτωτική τάση
Ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να έχει πτωτική τάση, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής. Οι μετρήσεις του πληθωρισμού από τον Μάιο έως τον Αύγουστο αποδείχθηκαν σε γενικές γραμμές συνεπείς με τις εαρινές προβλέψεις. Ο πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται σε όλο τον προβλεπόμενο ορίζοντα, αντανακλώντας τη σταδιακή χαλάρωση των υποκείμενων πιέσεων στις τιμές, που ενισχύονται το 2023 από την πτώση των τιμών της ενέργειας, σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν. Η συγκράτηση του πληθωρισμού αναμένεται να υποστηριχθεί από τη συρρίκνωση των εταιρικών περιθωρίων κέρδους, παρέχοντας ένα απόθεμα ασφαλείας για την ισχυρή αύξηση του κόστους εργασίας.
Το 2024, η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό αναθεωρείται οριακά προς τα πάνω (κατά 0,1 π.μ.) αντανακλώντας τον αντίκτυπο των υψηλότερων τιμών του πετρελαίου. Η συνεισφορά από τις τιμές της ενέργειας αναμένεται να είναι αρνητική το 2023, αλλά λογικά θα καταστεί θετική το 2024. Ο συνδυασμός μιας ανοδικής μετατόπισης στις μελλοντικές καμπύλες του πετρελαίου και των χαμηλότερων τιμών των μελλοντικών συμβολαίων φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας ώθησαν, συνολικά, τις τιμές χονδρικής ενέργειας χαμηλότερα το 2023, αλλά υψηλότερα το 2024, σε σύγκριση με την εαρινή πρόβλεψη, συνεχίζει η Κομισιόν.
Επιπλέον, καθώς οι χαμηλότερες τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου φαίνεται ότι πέρασαν στους καταναλωτές κάπως ταχύτερα τους τελευταίους μήνες απ’ ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, η αποπληθωριστική ώθηση από την πτώση των λιανικών τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται τώρα να είναι ισχυρότερη και στο υπόλοιπο του 2023 (σε σύγκριση με την ανοιξιάτικη πρόβλεψη). Το 2024, ωστόσο, αναμένεται το αντίθετο, καθώς η συνήθως γρήγορη μετακύλιση των (υψηλών) τιμών του πετρελαίου στις τιμές των καυσίμων πιθανότατα θα κυριαρχήσει στη δυναμική των λιανικών τιμών της ενέργειας, ενώ η λήξη των μέτρων μείωσης των τιμών προβλέπεται να προστεθεί στον πληθωρισμό του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας.
Η συμβολή της ενέργειας στον γενικό πληθωρισμό, αναφέρει η Επιτροπή, αναμένεται επομένως να γίνει θετική κατά τη διάρκεια του 2024, ενισχυμένη επίσης από σημαντικές επιδράσεις της συγκριτικής βάσης. Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών αναμένεται να είναι πιο επίμονος βραχυπρόθεσμα, ωστόσο θα υποχωρήσει στη συνέχεια, καθώς οι πιέσεις στη ζήτηση θα εξασθενούν υπό τις επιπτώσεις της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής. Αναμένεται να μετριαστεί βραχυπρόθεσμα μόνο σταδιακά, καθώς το αυξανόμενο κόστος εργασίας αλληλεπιδρά με τις πιέσεις της ζήτησης.
Ωστόσο, οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες πρόκειται να διαδραματίσουν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην “ψύξη” αυτών των πιέσεων, επιταχύνοντας τον αποπληθωρισμό στις υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του 2024.
Ο πληθωρισμός των τροφίμων και των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών θα συνεχίσει να μετριάζεται κατά τον προβλεπόμενο ορίζοντα, αντανακλώντας τις χαμηλότερες τιμές των εμπορευμάτων και εξομάλυνση των εφοδιαστικών αλυσίδων. Οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό των χρηματοπιστωτικών αγορών συνέχισαν να κινούνται ανοδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά παραμένουν συνολικά σε γενικές γραμμές σταθερές. Οι μετρήσεις των προσδοκιών για τον πληθωρισμό που βασίζονται στην αγορά (συσχετισμένα με τον πληθωρισμό swaps, τα οποία περιλαμβάνουν διάφορα ασφάλιστρα κινδύνου) συνέχισαν να αυξάνονται σε σχέση με τις εαρινές προβλέψεις, παραμένουν ωστόσο κοντά στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚT, καταλήγει η Επιτροπή.