Αντιμέτωπη με κύματα απεργιών, ξηρασίας, πληθωρισμού και με ενδεχόμενη ανθρωπιστική κρίση βρίσκεται η Βρετανία, όπου σήμερα παρέλυσαν οι συγκοινωνίες, ενώ κηρύχτηκε σε κατάσταση ξηρασίας η Ουαλία, σε μια στιγμή που ο πληθωρισμός και οι αυξημένες τιμές στην ενέργεια θα βάλουν τους Βρετανούς στο δίλημμα ή να παραλείψουν γεύματα ή να ζεστάνουν τα σπίτια τους.
Το δίκτυο μεταφορών του Λονδίνου παρέλυσε σήμερα καθώς οι εργαζόμενοι στο μετρό και τα λεωφορεία απεργούν με αίτημα καλύτερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στο ευρύτερο εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο απήργησαν χθες, Πέμπτη, και θα απεργήσουν και αύριο, Σάββατο, καθώς βλέπουν τον πληθωρισμό να καταβροχθίζει τον μισθό τους. Τα συνδικάτα των μεταφορών οργανώνουν φέτος απεργίες στους σιδηροδρόμους σε όλη τη χώρα με μισθολογικά αιτήματα καθώς και για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, αιτήματα που αντανακλούν το αυξανόμενο κόστος ζωής που προκαλείται από τον πληθωρισμό, ο οποίος τροφοδοτείται με τη σειρά του από την άνοδο των τιμών της ενέργειας. Τα στοιχεία δείχνουν τον πληθωρισμό στο 10,1% τον Ιούλιο, στο υψηλότερο επίπεδο από το Φεβρουάριο 1982, καθώς η αύξηση του κόστους της ενέργειας λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία έπληξε άμεσα τους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών των νοικοκυριών τους και έμμεσα μέσω της αύξησης των τιμών των τροφίμων.
Το συνδικάτο RMT ανακοίνωσε πως η απεργία στο μετρό γίνεται ως απάντηση στην έλλειψη διαβεβαιώσεων από τον TFL για τις θέσεις εργασίας και τις συντάξεις. Ο ίδιος ο TFL βρίσκεται σε παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση μετά την εκπνοή μιας έκτακτης συμφωνίας κρατικής χρηματοδότησης, εν μέρει και λόγω της μείωσης των επιβατών μετά την πανδημία.
Εργαζόμενοι σε άλλες βρετανικές βιομηχανίες σχεδιάζουν επίσης απεργίες ή προχωρούν ήδη σε κινητοποιήσεις. Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται οι λιμενεργάτες, οι δικηγόροι, οι εκπαιδευτικοί, οι νοσηλευτές, οι πυροσβέστες και οι εργαζόμενοι στην αποκομιδή απορριμμάτων, στα αεροδρόμια και στα ταχυδρομεία.
Η ανθρωπιστική κρίση
«Η χώρα είναι αντιμέτωπη με ανθρωπιστική κρίση», δήλωσε ο Μάθιου Τέιλορ επικεφαλής της Συνομοσπονδίας του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS) της Βρετανίας, η οποία εκπροσωπεί οργανώσεις του υγειονομικού τομέα. «Πολλοί άνθρωποι θα αναγκαστούν να κάνουν μια φρικτή επιλογή μεταξύ του να παραλείψουν γεύματα για να ζεστάνουν τα σπίτια τους και του να τρώνε, αλλά να ζούνε στο κρύο, την υγρασία και σε πολύ δυσάρεστες συνθήκες», πρόσθεσε στην ανακοίνωσή του.
Η κατάσταση αυτή ενδέχεται να προκαλέσει την εμφάνιση ασθενειών του αναπνευστικού, ψυχικών ασθενειών και να επιδεινώσει τις προοπτικές ζωής των παιδιών, πρόσθεσε ο Τέιλορ. Η εμφάνιση των ασθενειών αυτών θα συμβεί «την ώρα που το NHS (ΕΣΥ) είναι πιθανό να ζήσει τον πιο δύσκολο χειμώνα στην ιστορία του», είπε. Όπως δήλωσε στο ραδιόφωνο του BBC ο Τέιλορ, «έρευνες δείχνουν ότι η αποτυχία να ζεστάνουμε τα σπίτια μας μπορεί να προκαλέσει επιπλέον 10.000 θανάτους ετησίως. Αυτό συμβαίνει σε μια κανονική χρονιά. Και γνωρίζουμε ότι η πίεση θα είναι πολύ μεγαλύτερη για τους ανθρώπους και, αν δεν κάνουμε κάτι για να βοηθήσουμε τους πολίτες να αντιμετωπίσουν το ενεργειακό κόστος, πρωτόγνωρος αριθμός ανθρώπων δεν θα μπορεί να ζεστάνει στα σπίτια του».
Ο απερχόμενος Βρετανός πρωθυπουργός αντιστέκεται στις εκκλήσεις να στηρίξει περισσότερο τα νοικοκυριά ώστε να αντιμετωπίσουν το ιδιαίτερα αυξημένο κόστος διαβίωσης, επιμένοντας ότι θα αφήσει τις μεγάλες οικονομικές αποφάσεις για τον επόμενο πρωθυπουργό που θα αναλάβει στις αρχές Σεπτεμβρίου. Εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας της Βρετανίας δήλωσε ότι η κυβέρνηση στηρίζει ήδη τα νοικοκυριά με το πακέτο των 37 δισεκ. λιρών που ανακοίνωσε τον Μάιο για την αντιμετώπιση του κόστους διαβίωσης και επίσης εργάζεται για να ενισχύσει το εθνικό σύστημα υγείας.
Το μέσο ποσό που δαπανά ένα νοικοκυριό για την ενέργεια – ηλεκτρικό ρεύμα και αέριο– αναμένεται να διπλασιαστεί ξανά ως τον Ιανουάριο του 2023 ξεπερνώντας τις 4.000 λίρες, γεγονός που θα επιδεινώσει και τον πληθωρισμό ο οποίος έφτασε τον Ιούλιο το 10%.
Η ξηρασία
Εντωμεταξύ η ξηρασία εξαπλώνεται στη χώρα, καθώς σε κατάσταση ξηρασίας κηρύχθηκε σήμερα τμήμα της Ουαλίας, μία εβδομάδα μετά την κήρυξη του ίδιου μέτρου στο μεγαλύτερο μέρος της Αγγλίας. Η απόφαση αυτή, η οποία αφορά το νοτιοδυτικό τμήμα της Ουαλίας, κυρίως γύρω από τις πόλεις Σουάνzι και Λανέλι, ανοίγει το δρόμο για την επιβολή σε τοπικό επίπεδο περιορισμών στην κατανάλωση νερού, οι οποίοι ίσχυαν ήδη σε ορισμένα μέρη.
Η λήψη του μέτρου αυτού αποφασίστηκε μετά την πιο ξηρή άνοιξη και αρχές του καλοκαιριού στην περιοχή αυτή εδώ και 40 χρόνια. Τον Ιούλιο, σημειώθηκε μόνον το 65,5% του συνηθισμένου μέσου όρου βροχοπτώσεων και η στάθμη ορισμένων ποταμών είναι “ασυνήθιστα χαμηλή”, σύμφωνα με την ουαλική υπηρεσία φυσικών πόρων (NRW). Σε κατάσταση ξηρασίας κηρύχθηκε στις 12 Αυγούστου η πλειονότητα των περιοχών της Αγγλίας, ιδιαίτερα το νότιο τμήμα της. Κατά συνέπεια, περιορισμοί στην χρήση νερού θα τεθούν σε εφαρμογή στο Λονδίνο από τις 24 Αυγούστου.
Περίπου 15 εκατομμύρια άνθρωποι στην βρετανική πρωτεύουσα και την Οξφόρδη, στα δυτικά, δεν θα μπορούν κυρίως να ποτίσουν πλέον τους κήπους τους, να γεμίσουν τις πισίνες τους, μικρές ή μεγάλες, να πλύνουν τα αυτοκίνητά τους, τα τζάμια ή τις αυλές τους χρησιμοποιώντας λάστιχο ποτίσματος. Μολονότι υπάρχει περισσότερη υγρασία τις τελευταίες μέρες στη Βρετανία, θα χρειαστεί να βρέξει πολύ κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα για να αναπληρωθούν οι υδροφόροι ορίζοντες, σύμφωνα με τις αρχές.
(Φωτό: Reuters)