Ο «πόλεμος του Πούτιν» αντιμετωπίζεται στο δυτικό Τύπο αποκλειστικά σχεδόν με κριτήριο τις επιπτώσεις του στην ίδια την Δύση. Λογικό, εκ πρώτης όψεως, αφού αλλάζει την αρχιτεκτονική της Ευρώπης και τη σχέση της Μόσχας με την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Ομως οι συνέπειές του είναι παγκόσμιες, όπως παγκόσμιες θα είναι και οι επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων, που επιβάλει η Δύση στο καθεστώς Πούτιν. Οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν, από ότι λένε, τις επιπτώσεις και για τους ίδιους από αυτόν τον «οικονομικό πόλεμο», που στοχεύει στην παγκόσμια απομόνωση του Πούτιν.
Το ζήτημα είναι όμως ότι η μέθοδος των κυρώσεων επηρεάζει ολόκληρο τον πλανήτη και για αυτό το λόγο πολλές χώρες, όπως για παράδειγμα εσχάτως το Μεξικό δηλώνουν ότι δεν σκοπεύουν να συνταχθούν σε αυτή τη λογική με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Μια ενδιαφέρουσα εξήγηση για τις συνέπειες της πολιτικής των κυρώσεων δίνει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Βραζιλίας επί προεδρίας Λούλα και στη συνέχεια υπουργός Αμυνας επί προεδρίας Ντίλμα Ρούσεφ, Σέλσο Αμορίμ.
Ο 80χρονος πια διπλωμάτης σε συνέντευξή του στο περιοδικό der SPIEGEL μιλά για ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο, που ήδη έχει ξεκινήσει και αντιτίθεται στην λογική των κυρώσεων, που όπως σημειώνει οδηγεί τα κράτη στα οποία στοχεύει σε ακόμα περισσότερο αυταρχισμό, αλλά κυρίως έχει και πολλές «παράπλευρες απώλειες». Σε αυτές συγκαταλέγονται τώρα οι προβλέψεις για τις συνέπειες μιας παγκόσμιας και βαθιάς οικονομικής κρίσης, που θα χτυπήσει τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, εξαιτίας της νέας εκτόξευσης του πληθωρισμού και του κινδύνου μιας νέας ύφεσης. Ο Αμορίμ επιμένει ότι οι κυρώσεις ούτε τις συγκρούσεις επιλύουν, ούτε στον εκδημοκρατισμό συμβάλουν και αναφέρει το παράδειγμα της Κούβας.
Η στάση των ΒRICS δείχνει «αμφιβολίες»
Ο φόβος του Αμορίμ δεν είναι προσωπική υπόθεση. Δεν είναι τυχαίο πως οι χώρες της ομάδας των ΒRICS στην οποία συμμετέχει η Ρωσία, δηλαδή η Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική δεν έχουν κάνει λόγο για «αποβολή» της και ήταν φυσικά πολύ προσεκτικές στις καταδίκες τους εναντίον της ρωσικής εισβολής, αλλά κυρίως στην υιοθέτηση των κυρώσεων, επιλέγοντας μια στάση «ουδετερότητας». Αυτό εξηγεί γιατί και οι μεγαλύτεροι πληθυσμιακά παίκτες αυτής της ομάδας Κίνα και Ινδία επέλεξαν παρόμοια στάση, παρά τα συχνά αντικρουόμενα συμφέροντά τους και την αμοιβαία καχυποψία στις σχέσεις τους.
Στην περίπτωση της Βραζιλίας δεν είναι τυχαίο ότι ο ακροδεξιός πρόεδρος Μπολσονάρου συναντήθηκε με τον Πούτιν για να του εκφράσει την αλληλεγγύη του, αν και από άλλους πολιτικούς της Βραζιλίας ακούστηκαν άλλοι τόνοι. Αν θεωρήσει πάντως κανείς ότι ο Αμορίμ θα έχει επίδραση στις αποφάσεις ενός μελλοντικού προέδρου Λούλα, που πολλοί εκτιμούν ότι μπορεί να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, τότε η άποψη του έχει σημασία, αφού καταδικάζει ξεκάθαρα τη ρωσική εισβολή, αλλά επισημαίνει και αυτός το ίδιο που έχει εκφράσει και το Πεκίνο, την αντίθεσή του δηλαδή σε μια «επέκταση του ΝΑΤΟ δίχως τέλος». Οπως χαρακτηριστικά λέει «αυτό δεν δικαιολογεί επουδενί τη στάση της Ρωσίας, αλλά δεν μπορεί κανείς να θεωρήσει εντελώς άμοιρη ευθυνών τη Δύση για αυτό που συμβαίνει τώρα».
Ο πλανήτης δεν τελειώνει στην Ευρασία
Το ενδιαφέρον της Βραζιλίας βρίσκεται πλέον στην επόμενη μέρα και το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα μπορέσουν οι ΗΠΑ να αποδεχτούν ότι ο κόσμος που ζούμε είναι πολυπολικός.
Οι Ευρωπαίοι καμαρώνουν αυτές τις ημέρες για την «συσπείρωση και την επίδειξη ενότητας», που έχουν επιδείξει απέναντι στη Μόσχα. Το ερώτημα είναι ωστόσο αν η στάση τους σε άλλες περιοχές του πλανήτη μπορεί να ερμηνευτεί ως εγωιστική, που αγνοεί τις συνέπειες για χώρες της Λατινικής Αμερικής ή της Αφρικής. Ορισμένες από αυτές μπορεί να αντιμετωπίσουν άμεσα νέα επισιτιστικά προβλήματα, κυρίως λόγω της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας. Ηδη οι σχετικές προειδοποιήσεις πολλαπλασιάζονται. Θα μπορούσε αυτό μεσοπρόθεσμα να οδηγήσει σε μια αντισυσπείρωση εναντίον των «εγωιστών Ευρωπαίων», χωρίς αυτό να σημαίνει περισσότερη συμπάθεια προς τη Ρωσία.
Τι θα συμβεί μετά τον Πούτιν
Δεν είναι μόνο στη Λατινική Αμερική που υπάρχουν τέτοιοι προβληματισμοί. Ο Βρετανός Αντονυ Μπαρνέτ έγραφε αυτές τις μέρες στο opendemocracy, ότι ο Πούτιν θα ηττηθεί κάποια στιγμή, αλλά το πρόβλημα είναι ποια πολιτική θα ακολουθήσει στη συνέχεια η Δύση και αν θα αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος, καταλαβαίνοντας επιτέλους ότι ένας πολυπολικός κόσμος θα είναι πιο ορθολογικός και ασφαλής.
Γράφει χαρακτηριστικά ότι «ο Πούτιν είναι προϊόν του καταστροφικού τρόπου με τον οποίο οι ΗΠΑ αντικατέστησαν τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο τότε πρόεδρος Τζορτζ Μπους εξέφρασε «τη χαρά που πλημμυρίζει την καρδιά μου» για τον τρόπο που η Αμερική είχε «κερδίσει τον Ψυχρό Πόλεμο». Ήταν ενθουσιασμένος που «ένας κόσμος που κάποτε χωριζόταν στα δύο αναγνωρίζει τώρα μια μοναδική και εξέχουσα δύναμη, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής». Άλλες χώρες, συνέχισε, «βλέπουν την υπεροχή των ΗΠΑ χωρίς φόβο. Γιατί ο κόσμος μας εμπιστεύεται τη δύναμη, και ο κόσμος έχει δίκιο. Μας εμπιστεύονται να είμαστε δίκαιοι και συγκρατημένοι. Μας εμπιστεύονται να είμαστε στο πλευρό της ευπρέπειας. Μας εμπιστεύονται να κάνουμε αυτό που είναι σωστό».
Ηταν όμως δικαιολογημένη αυτή η εμπιστοσύνη;
Τα 30 χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε τεράστια οικονομική ανάπτυξη και καινοτομία, αλλά πολιτικά έγιναν πολλά λάθη εξαιτίας αυτής της αυτάρεσκης προσέγγισης. Ενα από τα σημαντικότερα αφορούσε την Ρωσία λέει ο Μπαρνέτ: «Μετά το 1992, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τον μετασχηματισμό της πρώην ΕΣΣΔ σε μια σχετικά αδιάφθορη δημοκρατία όπως επιθυμούσαν οι λαοί τους. Αντί να στηριχτεί με ένα επικαιροποιημένο σχέδιο Μάρσαλ για έναν ηττημένο εχθρό, όπως είχαν κάνει με επιτυχία οι ΗΠΑ με την Ιαπωνία και τη Γερμανία μετά το 1945, η Ρωσία καταστράφηκε από την οικονομική «θεραπεία σοκ» και χρεωκόπησε. Ο Πούτιν είναι το ανάδοχο τέκνο της απληστίας και της μυωπίας της Ουάσιγκτον, αποφασισμένο να εκδικηθεί τις δυνάμεις της καπιταλιστικής οικογένειας που επίσης τον ορφάνεψε, ακόμη κι αν ο ίδιος έχει πλουτίσει και ενδυναμωθεί προσωπικά από αυτήν. Αυτό που όλοι πρέπει τώρα να προσπαθήσουν να διασφαλίσουν είναι ότι η τραγωδία της ανοησίας του Πούτιν και η επερχόμενη ήττα του δεν μετατραπούν σε μια περαιτέρω τραγωδία – μια επιστροφή σε μια πόλωση που σιγοκαίει που εξασφαλίζει μια άλλη, μελλοντική σύγκρουση. Με άλλα λόγια, η ήττα του Πούτιν πρέπει να μετατραπεί σε νίκη της ρωσικής και λευκορωσικής δημοκρατίας και σε ένα δρόμο για την ανανέωσή τους. Μόνο αυτό μπορεί να αντισταθμίσει τη φρικτή ενορχήστρωση των ΗΠΑ τις δεκαετίες που ήταν η «μοναδική και εξέχουσα δύναμη».
Διαβάστε ακόμα
Δόγμα «αμοιβαίας καταστροφής» ΕΕ- Ρωσίας βλέπουν οι αγορές στις κυρώσεις και τα ρωσικά αντίμετρα
Οι ΗΠΑ θέλουν να στριμώξουν τον Πούτιν, χωρίς να τον εξωθήσουν «να πατήσει το κουμπί»