Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, όπως μεταδίδει το πρακτορείο Reuters επικαλούμενο το Interfax.
Ο Γκορμπατσόφ αναδείχθηκε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Σοβιετική Ένωση, σε ηλικία 54 ετών, έχοντας βάλει στόχο να εισάγει περιορισμένες πολιτικές και οικονομικές ελευθερίες.
Ακολουθήσε την πολιτική της Περεστρόϊκα («Ανασυγκρότηση») και της Γκλασνόστ («Διαφάνεια»), με την οποία ουσιαστικά τερματίστηκε η απολυταρχία του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Η πολιτική του επέτρεψε την προηγουμένως αδιανόητη κριτική του κόμματος και του κράτους, αλλά και ενθάρρυνε τους εθνικιστές που άρχισαν να πιέζουν για ανεξαρτησία στις βαλτικές δημοκρατίες της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Εσθονίας και αλλού
Ο Γκορμπατσόφ πάλεψε ανεπιτυχώς να αποτρέψει την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Θα μείνει στην ιστορία ως ο ηγέτης του Κρεμλίνου που επέτρεψε όχι μόνο την κατάρρευση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΛΔΓ) και τελικά την Επανένωση της Γερμανίας-την οποία ο ίδιος διαπραγματεύθηκε με τον Χέλμουτ Κολ-αλλά και την αυτοδιάθεση όλων των χωρών του ανατολικού μπλοκ.
Παράλληλα, ανέλαβε πρωτοβουλίες για τον πυρηνικό αφοπλισμό, σε συνεργασία με τις ΗΠΑ του Ρόναλντ Ρέιγκαν, βάζοντας τέλος στο Σιδηρούν Παραπέτασμα και τον Ψυχρό Πόλεμο.
Ωστόσο ενώ γινόταν όλο και πιο δημοφιλής στο εξωτερικό, ο Γκορμπατσόφ γρήγορα έχασε το κύρος και την αξιοπιστία του στην ίδια του την πατρίδα. Έγινε «έρμαιο που χάνει την πρωτοβουλία των κινήσεων» όπως σημείωνει ο συγγραφέας Ίγκνατς Λότσο στη βιογραφία «Γκορμπατσόφ, ο αναμορφωτής», για να προσθέσει ότι «το λάθος του ήταν πως εξακολουθούσε να εμπιστεύεται το κομμουνιστικό κόμμα».
Μέχρι σήμερα πολλοί Ρώσοι περιφρονούσαν τον Γκορμπατσόφ, αναφέρει η Deutce Welle, ως «νεκροθάφτη» της Σοβιετικής Ένωσης.
Το τέλος του επισφραγίστηκε το 1991, όταν οι τελευταίοι υπερασπιστές της νομενκλατούρας επιχείρησαν να τον ανατρέψουν, αλλά βρήκαν μπροστά τους τον Μπόρις Γιέλτσιν, που εκδίωξε τους επίδοξους πραξικοπηματίες, για να ανέλθει ο ίδιος στην εξουσία ελλείψει άλλης εναλλακτικής λύση
Ο οικονομολόγος Ρουσλάν Γκρίνμπεργκ, ο οποίος επισκέφθηκε στις 30 Ιουνίου τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο νοσοκομείο, είχε δηλώσει πρόσφατα στο ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο Zvezda: «Μας χάρισε την ελευθερία, αλλά δεν ξέρουμε τι να την κάνουμε».
Όταν οι διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας σάρωσαν την κομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη, ο Γκορμπατσόφ απέφυγε να καταφύγει στη βία – σε αντίθεση με προκατόχους του, που είχαν στείλει τανκς για να καταστείλουν εξεγέρσεις στην Ουγγαρία το 1956 και στην Τσεχοσλοβακία το 1968.
Όμως οι διαδηλώσεις τροφοδότησαν φιλοδοξίες για αυτονομία στις 15 δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία διαλύθηκε τα επόμενα δύο χρόνια με χαοτικό τρόπο. Ο Γκορμπατσόφ πάλεψε μάταια για να αποτρέψει την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Όταν έγινε γενικός γραμματέας του Σοβιετικού Κομμουνιστικό Κόμματος το 1985, σε ηλικία μόλις 54 ετών, είχε βάλει στόχο να εισάγει περιορισμένες πολιτικές και οικονομικές ελευθερίες, αλλά οι μεταρρυθμίσεις του ξέφυγαν από τον έλεγχο.
Η πολιτική της «γκλάσνοστ», για τον ανοικτό διάλογο με στόχο την επίλυση προβλημάτων, επέτρεψε την μέχρι τότε αδιανόητη κριτική στο κόμμα και στο κράτος, ενώ ενθάρρυνε τους εθνικιστές που άρχισαν να πιέζουν για ανεξαρτησία στις δημοκρατίες της Βαλτικής (Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία) και αλλού.