Με την επιλογή του να χαρακτηρίσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν ως «εγκληματία πολέμου» ο Τζο Μπάιντεν επιβεβαίωσε τους φόβους, εκείνων που πιστεύουν ότι στόχος των ΗΠΑ στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν είναι απαραιτήτως η αποκλιμάκωση του πολέμου της Ουκρανίας. Εκτός και αν στον Λευκό Οίκο πιστεύουν ότι με τέτοιες φράσεις θα εκλογικεύσουν τον ρώσο πρόεδρο και αργότερα θα καθίσουν με ένα εγκληματία πολέμου στο ίδιο τραπέζι της διαπραγμάτευσης σα να μην έχει συμβεί τίποτα.
Ενδιαφέρον έχει ότι τη στρατηγική μιας κλιμακούμενης ρητορικής απέναντι στην Μόσχα έχει υιοθετήσει και ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ. Αποτελεί αίνιγμα τι ακριβώς επιδιώκεται με αυτή τη στρατηγική. Έχουν οι Δυτικοί πληροφορίες ότι ο Πούτιν θέλει να συνθηκολογήσει και επιδιώκουν τα μέγιστα από την διαπραγμάτευση της επόμενης μέρας; Ή τελικά είναι έτοιμοι για όλα και προκαλούν σε ακόμα περισσότερη σκληρότητα τον Ρώσο ηγέτη; Μήπως πρέπει να αρχίσουμε να φτιάχνουμε όλοι καταφύγια;
Ένα δίλημμα από τα παλιά
Μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της κλιμακούμενης έντασης από την πλευρά της Ουάσιγκτον και του ΝΑΤΟ αποτέλεσε την περασμένη εβδομάδα η ύψωση των τόνων απέναντι στην Κίνα, που έφτασε ακόμα και σε ανοικτές απειλές απέναντι σε όποιον τολμήσει να βοηθήσει τη Μόσχα.
Ήταν ήδη γνωστό πριν από την έναρξη του πολέμου ότι Μόσχα και Πεκίνο είχαν συνάψει μεγάλες συμφωνίες, τόσο για πώληση φυσικού αερίου από τη Ρωσία όσο και για άλλες εμπορικές συναλλαγές. Δεν το έμαθαν δηλαδή τώρα οι Δυτικοί. Το γνώριζαν ήδη, όταν ανακοίνωναν κυρώσεις κατά της Μόσχας και μπορούσαν εξάλλου να φανταστούν ότι το Πεκίνο θα αξιοποιούσε τα όποια κενά εμπορικού ή άλλου χαρακτήρα μπορεί να αφήσει η αποχώρηση δυτικών εταιριών από την αγορά. Αυτή τη φορά όμως οι νατοϊκοί έσπευσαν να κυκλοφορήσουν διαρροές ακόμα και για προμήθεια κινέζικου στρατιωτικού υλικού προς την Ρωσία, χωρίς να έχουν κανένα στοιχείο για κάτι τέτοιο.
Η επίθεση είναι σαφές ότι έχει στόχο να θέσει την ηγεσία της Κίνας μπροστά σε ένα δίλημμα ψυχροπολεμικής κοπής του τύπου «Με εμάς ή με τους άλλους». Βεβαίως η Κίνα έχει και στο παρελθόν βρεθεί αντιμέτωπη με αμερικανικές απειλές, αλλά έδειξε ότι δεν τρομάζει τόσο εύκολα.
Στην προκειμένη περίπτωση μάλιστα η αμερικανική απειλή έρχεται σε μια περίοδο που το Πεκίνο επιδιώκει να φανεί ως ένας «λογικός τρίτος», που επιδιώκει την ειρήνη, χωρίς πάντως να «εκτίθεται» ιδιαίτερα, για να μην χρεωθεί το κόστος μιας πιθανής αποτυχίας των ειρηνευτικών προσπαθειών.
Θέλει η Κίνα την ειρήνευση;
Το ενδιαφέρον του Πεκίνου για ειρήνευση δεν είναι ανθρωπιστικό. Αλλά δεν είναι και προσχηματικό. Για πολλούς λόγους. Μια παγκόσμια εμπορική και οικονομική υπερδύναμη δεν έχει συμφέρον να διατηρείται η αναστάτωση στις αγορές, να κλείνουν εμπορικοί δρόμοι, να ανεβαίνουν ραγδαία οι τιμές της ενέργειας, να μπλοκάρονται τιτάνιες επενδύσεις, να αλληλοαπειλούνται κυβερνήσεις με εμπάργκο και να πιέζεται και η ίδια προς τέτοιες λογικές. Η Κίνα βλέπει επίσης να καθυστερεί το σχέδιο της ευρασιατικής σύνδεσης, στο οποίο η Ουκρανία έπαιζε σημαντικό ρόλο. Άλλωστε, πάρα πολλές επενδύσεις σχεδιάζονταν από τους Κινέζους στην χώρα που τώρα ισοπεδώνεται βήμα βήμα από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς.
Το Πεκίνο διατηρούσε ως τώρα εξαιρετικές σχέσεις τόσο με την Ουκρανία όσο και με τη Ρωσία. Επιπροσθέτως δεν έχει κανένα λόγο να εμπλακεί σε πόλεμο και να καταστρέψει τις σχέσεις της με την Ευρώπη, την οποία επίσης βλέπει ως ένα σημαντικό εταίρο. Συνεπώς οι αμερικανικές επιθέσεις λειτουργούν μάλλον «προληπτικά». Είναι μάλλον απίθανο να θεωρούν οι ΗΠΑ ότι το Πεκίνο θα κόψει τους δεσμούς με τη Μόσχα υπό το βάρος των απειλών τους. Στόχος είναι να εμφανίσουν και την Κίνα ως μέλος της «συμμαχίας των κακών» αυτού του πλανήτη.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν δίνει συχνά την εντύπωση ενός θεατή, που παρακολουθεί από την ασφάλεια του καναπέ του δίπλα στο τζάκι ένα πολεμικό τηλεπαιχνίδι, ένα video game, όπου ως παίκτης/θεατής έχει τη δυνατότητα να επιλέγει σε κάθε νέο επίπεδο το βαθμό δυσκολίας και σκληρότητας, προκειμένου να ανεβαίνει το ενδιαφέρον και τα προσδοκόμενα κέρδη από τα πονταρίσματα. Κατάφερε να αποστρέψει το βλέμμα από δικά του εσωτερικά προβλήματα, έδωσε την ευκαιρία στον Πούτιν να αποκαλύψει τον χειρότερο του εαυτό, οδήγησε την Ρωσία στην απομόνωση και την Ευρώπη στην υποταγή. Το τελευταίο και πιο ριψοκίνδυνο επίπεδο προβλέπει τώρα τη μεγάλη αντιπαράθεση με έναν πανίσχυρο και μυστικοπαθή αντίπαλο. Την Κίνα. Η έκβαση αυτή της «μάχης» είναι εξαιρετικά αμφίρροπη.
Πηγή: Η Εποχή
Η Τουρκία και οι μέντορές της στη Δύση
Νίκος Κοτζιάς: «Ουκρανικό: ελληνικά συμφέροντα και πρωτοβουλίες»