Την ώρα που μαίνονται οι συγκρούσεις στη Γάζα και τα σχέδια του Ισραήλ για επίθεση στη Ράφα, όπου έχουν καταφύγει περισσότεροι από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένοι, προκαλούν τρόμο, ο Άντονι Μπλίνκεν ξεκινά νέα περιοδεία στη Μέση Ανατολή, την πέμπτη από την έναρξη του πολέμου, με στόχο την άσκηση πιέσεων για μια νέα παύση πυρός.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, και ενώ οι συγκρούσεις έχουν επεκταθεί στη Συρία, στον Λίβανο και, μέσω των σιιτών ανταρτών Χούθι της Υεμένης, στην Ερυθρά και την Αραβική Θάλασσα, φόβους και προβληματισμό προκαλεί και το εύρος της απάντησης που θα επιλέξει η κυβέρνηση Μπάιντεν για τον θάνατο των τριών αμερικανών στρατιωτικών σε βάση στα σύνορα της Ιορδανίας με τη Συρία. Μια επίθεση που η Ουάσιγκτον απέδωσε σε φιλοϊρανικές οργανώσεις και για την οποία έδωσε ήδη την πρώτη απάντησή της, την Παρασκευή, με επιθέσεις εναντίον στόχων στη Συρία και στο Ιράκ.
Ο Τζο Μπάιντεν υποσχέθηκε συνέχεια, ωστόσο, τόσο ο ίδιος όσο και ο υπουργός του επί των Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν διαβεβαίωσαν ότι δεν επιθυμούν σύγκρουση με το Ιράν. Ανάλογες δηλώσεις έγιναν και από τον Ιρανό πρόεδρο Ραϊσί, με τη διαβεβαίωση ότι η Τεχεράνη θα απαντήσει εάν δεχθεί οποιαδήποτε επίθεση.
Αργά το βράδι της Κυριακής πάντως, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζέικ Σάλιβαν, σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο ABC News, δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον δεν αποκλείει την επιλογή να πλήξει το Ιράν. Ο κορυφαίος αμερικανός αξιωματούχος επανέλαβε τη θέση του προέδρου Μπάιντεν ότι επίκεινται περισσότερα αμερικανικά πλήγματα αντιποίνων εναντίον παρατάξεων προσκείμενων στην Ισλαμική Δημοκρατία.
«Πρέπει να προετοιμαστούμε για κάθε ενδεχόμενο» είπε, προσθέτοντας, σύμφωνα με ρεπορτάζ της New York Daily News που αναμεταδίδει το Γερμανικό Πρακτορείο, ότι αν η Τεχεράνη «επιλέξει να ανταποδώσει άμεσα εναντίον των ΗΠΑ, θα υπάρξει σθεναρή αντίδραση από εμάς». Οι δηλώσεις του Σάλιβαν έγιναν μία ημέρα μετά την τρίτη κοινή στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ και της Βρετανίας εναντίον των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη, καθώς και δυο ημέρες μετά τους βομβαρδισμούς εναντίον φιλοϊρανικών στόχων στη Συρία και στο Ιράκ.
Σε άλλη συνέντευξή του, στο NBC, ερωτηθείς για το τι θα κάνει η Ουάσιγκτον σε ό,τι αφορά το Ιράν, ο Σάλιβαν είπε ότι δεν θα υπεισέλθει «στο τι έχουμε αποκλείσει (η Ουάσιγκτον) και τι όχι από τη σκοπιά των στρατιωτικών επιχειρήσεων». Επανέλαβε πάντως την αποφασιστικότητα του προέδρου Μπάιντεν για σθεναρή απάντηση, καθώς και το ότι «δεν επιδιώκει (ο Μπάιντεν) ευρύτερο πόλεμο στη Μέση Ανατολή».
Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν μπει σε προεκλογική τροχιά και τις εσωκομματικές διαδικασίες για το χρίσμα να είναι σε εξέλιξη, ο Μπάιντεν και η κυβέρνησή του επικρίνονται από Ρεπουμπλικάνους για στάση «κατευνασμού» έναντι του Ιράν. Ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο Ρεπουμπλικάνος Μάικ Τζόνσον, κατηγόρησε την κυβέρνηση Μπάιντεν για «αδυναμία στην παγκόσμια σκηνή» και ζήτησε τη λήψη δυναμικών μέτρων, ανάμεσά τους την συντριβή της κεντρικής τράπεζας του Ιράν. Στο ίδιο πνεύμα, ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ, ο οποίος θεωρείται ότι ανήκει στους στενούς συνεργάτες του Τραμπ, μίλησε για αποτυχία, «εάν στόχος είναι η αποτροπή του Ιράν». Ο ίδιος εκτίμησε μάλιστα ότι ο πρόεδρος δεν χρειάζεται έγκριση του Κογκρέσου για να διατάξει πλήγματα εναντίον της Τεχεράνης.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Άντονι Μπλίνκεν επισκέπτεται σήμερα τη Σαουδική Αραβία, πρώτο σταθμό της νέας περιοδείας του στη Μέση Ανατολή, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί συμφωνία για παύση πυρός στη Γάζα και απελευθέρωση των ομήρων που κρατούν η Χαμάς και ο παλαιστινιακός Ισλαμικός Τζιχάντ. Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας θα επισκεφθεί επίσης το Κατάρ, την Αίγυπτο, την κατεχόμενη Δυτική Όχθη και το Ισραήλ, όπου, παρά την πάγια αμερικανική θέση ότι το Τελ Αβίβ έχει το δικαίωμα να αμύνεται, θα ασκήσει πιέσεις για την προστασία των αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας και την απρόσκοπτη παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους εκτοπισμένους παλαιστίνιους κατοίκους της.