Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη-μέλη της ΕΕ κατέληξαν σήμερα σε μια συμφωνία για την αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ για το Άσυλο και τη Μετανάστευση. Οι διαπραγματεύσεις οδήγησαν σε συμφωνία σε πέντε κανονισμούς της ΕΕ που καθορίζουν τον τρόπο κοινής διαχείρισης Ασύλου και Μετανάστευσης μεταξύ των κρατών μελών και την αντιμετώπιση μεταναστευτικών κρίσεων. Με τους ίδιους κανόνες ρυθμίζονται επίσης ο τρόπος αντιμετώπισης των ατόμων που φτάνουν στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, η διεκπεραίωση των αιτημάτων ασύλου και η ταυτοποίηση αυτών που φτάνουν.
Για μία «πραγματικά ιστορική ημέρα» μίλησε μετά την επίτευξη της συμφωνίας η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρ. Μέτσολα, τονίζοντας ότι υλοποιήθηκε το «Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, πιθανόν το πιο σημαντικό νομοθετικό πακέτο αυτής της νομοθετικής περιόδου». Σύμφωνα με την ίδια, η Ευρώπη θα αποκτήσει τώρα ένα «ισχυρό νομοθετικό πλαίσιο που θα είναι το ίδιο σε όλα τα κράτη μέλη». Διευκρινίζοντας, ανέφερε μάλιστα ότι το πλαίσιο που θεσπίζεται είναι «λειτουργικό και προστατεύει, μια προσέγγιση ανθρώπινη και δίκαιη για όσους αναζητούν προστασία, σταθερή για όσους δεν είναι επιλέξιμοι για προστασία και ισχυρή για εκείνους που εκμεταλλεύονται τους πιο ευάλωτους».
Στην ανακοίνωσή του, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναφέρει ότι ο νέος κανονισμός διαχείρισης ασύλου και μετανάστευσης προβλέπει υποχρεωτική αλληλεγγύη για τις χώρες της ΕΕ, όταν αναγνωρίζεται ότι βρίσκονται υπό μεταναστευτική πίεση. Επιτρέπει δηλαδή σε άλλα κράτη μέλη να επιλέξουν μεταξύ της μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο στην επικράτειά τους και της οικονομικής συνεισφοράς στο κράτος που δέχεται την πίεση. Το κείμενο καθορίζει επίσης νέα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία ένα κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας (πρώην κανόνες του Δουβλίνου).
Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση μιας ξαφνικής αύξησης των αφίξεων, ο κανονισμός θεσπίζει έναν μηχανισμό για τη διασφάλιση της αλληλεγγύης, καθώς και τα μέτρα για την υποστήριξη των κρατών μελών που αντιμετωπίζουν μια εξαιρετική εισροή υπηκόων τρίτων χωρών που οδηγεί στην κατάρρευση του εθνικού συστήματος ασύλου. Οι κανόνες καλύπτουν επίσης την εργαλειοποίηση των μεταναστών, δηλαδή όταν οι μετανάστες χρησιμοποιούνται από τρίτες χώρες ή εχθρικούς μη κρατικούς φορείς για να αποσταθεροποιήσουν την ΕΕ. Προβλέπεται μάλιστα πιθανή προσωρινή παρέκκλιση από τις τυπικές διαδικασίες ασύλου.
Η διαδικασία για το Άσυλο
Στην ίδια ανακοίνωση, αναφέρεται επίσης ότι, σύμφωνα με τον νέο κανονισμό, τα άτομα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να εισέλθουν στην ΕΕ θα υπόκεινται σε διαδικασία προκαταρκτικού ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης της ταυτοποίησης, συλλογής βιομετρικών δεδομένων, ελέγχων υγείας και ασφάλειας, για έως και επτά ημέρες. Σε ό,τι αφορά τις ειδικές ανάγκες των παιδιών αναφέρεται ότι θα λαμβάνονται υπόψη και ότι κάθε κράτος μέλος θα έχει έναν ανεξάρτητο μηχανισμό παρακολούθησης, ώστε να διασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Παραλλήλως, ο κανονισμός για τις διαδικασίες ασύλου θεσπίζει μια κοινή διαδικασία σε ολόκληρη την ΕΕ για τη χορήγηση και την απόσυρση της διεθνούς προστασίας, αντικαθιστώντας αρκετές από τις εθνικές διαδικασίες. Η επεξεργασία των αιτημάτων ασύλου θα πρέπει να είναι ταχύτερη, έως έξι μήνες για μια πρώτη απόφαση, και με μικρότερα όρια για προδήλως αβάσιμες ή απαράδεκτες αιτήσεις, ενώ θα γίνεται στα σύνορα της ΕΕ.
Τέλος, η μεταρρύθμιση του Eurodac αποσκοπεί στο να γίνει πιο αποτελεσματικός ο εντοπισμός όσων φτάνουν στην επικράτεια της ΕΕ, προσθέτοντας εικόνες προσώπου στα δακτυλικά αποτυπώματα, διάταξη στην οποία συμπεριλαμβάνονται τα παιδιά από έξι ετών. Οι αρχές θα μπορούν επίσης να καταγράφουν, αν κάποιος μπορεί να αποτελέσει απειλή για την ασφάλεια, καθώς και αν το άτομο είναι βίαιο ή παράνομα οπλισμένο.
Η προσωρινή συμφωνία πρέπει να εγκριθεί επισήμως από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πριν καταστεί νόμος, ενώ όλα τα μέρη δεσμεύτηκαν να υιοθετήσουν τη μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο πριν τις ευρωκελογές του 2024.