Tον περασμένο Απρίλιο οι «Νew York Times» είχαν δημοσιεύσει ένα ρεπορτάζ, σύμφωνα με το οποίο η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν διαπραγματευόταν με τον επικεφαλής της Pfizer Αλβέρτο Μπουρλά μέσω SMS την αγορά 1,8 δισεκατομμυρίου δόσεων του εμβολίου της εταιρίας. Το ζήτημα διερεύνησαν και οι «Financial Times» που αποφάνθηκαν ότι «ο τρόπος με τον οποίο η εταιρία αξιοποιεί τη νεοαποκτηθείσα εξουσία της και πώς σκέφτεται να την εκμεταλλευτεί στο μέλλον παραμένει άκρως απόρρητος».
Ακριβώς εκεί βρίσκεται η ουσία του προβλήματος. Η «χαλαρή» απευθείας επικοινωνία της Προέδρου της Επιτροπής με τον πρόεδρο μιας εταιρίας, που αφορά συμφωνίες πολλών δισεκατομμυρίων, δεν δείχνει μόνο τη στενή σχέση μεταξύ τους. Κυρίως κινείται σε μια γκρίζα ζώνη, αφού η τακτική της Κομισιόν είναι αυτά τα μηνύματα να μην δημοσιοποιούνται και έτσι κανείς να μην μπορεί να μάθει τι ακριβώς συζητούν οι δύο πλευρές.
Αρκετές μη κυβερνητικές οργανώσεις ζήτησαν να ενημερωθούν για το περιεχόμενο αυτών των ευαίσθητων συνομιλιών, αλλά η απάντηση της Επιτροπής ήταν ότι δεν κρατούνται σχετικά αρχεία. Οπως είναι γνωστό, για τη συγκεκριμένη συμφωνία με την πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία, το μόνο που δημοσιοποίησε η Επιτροπή κατόπιν ισχυρών πιέσεων από ΜΜΕ και ΜΚΟ ήταν κάποια προσύμφωνα, που μπόρεσαν να δουν οι ευρωβουλευτές, όπου όμως πολλά σημεία τους, που αφορούν οικονομικές και άλλες λεπτομέρειες είναι «μαυρισμένα».
Το ζήτημα έφτασε και μέχρι την Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια Εμιλυ Ο΄Ράιλυ η οποία ζήτησε και αυτή πληροφορίες για την υπόθεση. Ακολούθησε μια ψηφιακή συνάντηση επτά εκπροσώπων της Κομισιόν με πέντε συνεργάτες της Ο’Ράιλυ, όπου το επιχείρημα των πρώτων ήταν ότι τέτοιου είδους επικοινωνίες μέσω SMS ή WhatsApp δεν έχουν επίσημο χαρακτήρα, είναι πολύ σύντομες και λακωνικές και τέλος πάντων δεν υπάρχει λόγος να αρχειοθετούνται. Μάλιστα επικαλέστηκαν και τεχνικές δυσκολίες για κάτι τέτοιο.
Σε ερωτήσεις Γερμανών δημοσιογράφων η Κομισιόν απέφυγε να τοποθετηθεί για το θέμα, απαντώντας ότι δεν έχει στο αρχείο της τέτοιου είδους στοιχεία επικοινωνίας. Αν αποδεχόταν ότι υπάρχουν τέτοια μηνύματα στο κινητό της φον ντερ Λάιεν ή ότι αυτά σβήστηκαν σκόπιμα τότε θα μπορούσαν να προκύψουν και ποινικές ευθύνες για το θέμα.
Το ερώτημα φυσικά παραμένει. Τι συζητούσαν με μηνύματα οι δύο πλευρές; Και από πού προκύπτει τόση άνεση και οικειότητα στην επικοινωνία τους; Ο ίδιος ο Μπουρλά έχει παραδεχτεί ότι ανέπτυξαν μια βαθιά σχέση εμπιστοσύνης με την πρόεδρο της Επιτροπής χάρις στις αναλυτικές μεταξύ τους συζητήσεις.
Πάντως η εκτίμηση της Ευρωπαίας Συνηγόρου του Πολίτη είναι ότι ακόμα και τα μηνύματα υπαλλήλων της Κομισιόν μέσω SMS ή WhatsApp αποτελούν επίσημα ντοκουμέντα, τα οποία υπόκεινται σε υποχρέωση αχειοθέτησης. Η σχετική οδηγία της ΕΕ μιλάει άλλωστε για «έγγραφα» κάθε είδους και ψηφιακής μορφής, ανεξαρτήτως του μέσου το οποίο χρησιμοποιείται. Η Ο’Ράιλυ έχει επανειλημμένα τοποθετηθεί επί του θέματος τονίζοντας, ότι εφόσον τα όποια μηνύματα αφορούν επαγγελματικές δραστηριότητες στελεχών της Επιτροπής θα πρέπει να θεωρούνται δημόσιου ενδιαφέροντος και να υπόκεινται στις αρχές διαφάνειας, που θεωρητικά ισχύουν στην ΕΕ. Εφερε μάλιστα σαν παράδειγμα το γεγονός ότι πολλοί αρχηγοί κρατών και πρωθυπουργοί, με πρώτη και καλύτερη την Ανγκέλα Μέρκελ χρησιμοποιούσαν τα κινητά τους για τη λήψη και το συντονισμό αποφάσεων.
Η αρμόδια Επίτροπος και αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βέρα Γιούροβα, σε μια εκδήλωση που οργάνωσε σχετικά η Ο’Ράιλυ παραδέχτηκε ότι θα πρέπει να υπάρξει μια νέα συνολική ρύθμιση από την πλευρά της Κομισιόν για αυτά τα ζητήματα. Υποστήριξε πάντως ότι δεν λαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις μέσω κινητών. Πιθανώς να ανταλλάσσονται κάποιες φορές «πρόσθετες πληροφορίες» και διευκρινίσεις μεταξύ των επικοινωνούντων.
Πάντως η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τα κινητά της δεν απασχολούν για πρώτη φορά την επικαιρότητα. Πριν παραιτηθεί από τη θέση της υπουργού Αμυνας της Γερμανίας είχε φροντίσει να διαγράψει από το υπηρεσιακό της κινητό τα πάντα, αν και η σχετική επιτροπή της γερμανικής Βουλής είχε ζητήσει πρόσβαση στις σχετικές επικοινωνίες της, καθώς υπήρχαν ήδη καταγγελίες για τις σχέσεις της τότε υπουργού με εταιρίες συμβούλων και τις αντίστοιχες υπερβολικές δαπάνες. Το θέμα έχει φτάσει να απασχολήσει και τη Δικαιοσύνη της Γερμανίας. Κάποιες διαρροές που ακολούθησαν, έδειξαν στοιχεία της δράσης και του χαρακτήρα της πρώην υπουργού Αμυνας, που μόνο σοβαρά δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν.
Για όσους ενδιαφέρονται εδώ ένα σχετικό άρθρο του der Spiegel και άλλο ένα του Politico.