Ο ανασχηματισμός της αυστριακής κυβέρνησης, μετά την απόφαση του Σεμπάστιαν Κουρτς να εγκαταλείψει όλα του τα πολιτικά αξιώματα επιβεβαιώνει στην ουσία αυτό που έλεγαν οι επικριτές του, όταν είχε αποφασίσει να παραιτηθεί απο καγκελάριος. Οτι δηλαδή εκείνη η παραίτηση ήταν απολύτως προσχηματική και ο διάδοχός του, Αλεξαντερ Σάλενμπεργκ δεν ήταν παρά ένας «αχυράνθρωπος», για να εκτελεί τις εντολές του.
Η αποχώρηση Κουρτς του αφαιρεί λόγο παρουσίας στο Χόφμπουργκ, το άλλοτε χειμερινό ανάκτορο των Αψβούργων, όπου η έδρα της καγκελαρίας. Αλλωστε και η αυστηρή γραμμή στο μέτωπο της πανδημίας δεν ήταν άσχετη με τις παρασκηνιακές κινήσεις του ίδιου του Κουρτς. Αυτό είναι ενδεικτικό και του «ιδιοκτησιακού» τρόπου που ένα από τα μεγάλα συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης αντιμετωπίζει την εξουσία.
Νέος καγκελάριος θα γίνει ο Καρλ Νέχαμερ, πρώην υπουργός Εσωτερικών και Γενικός Γραμματέας του κόμματος. Θα μπορούσες να τον πεις και παιδί του κομματικού σωλήνα, αφού αν εξαιρέσεις μια πενταετή «επαγγελματική» θητεία του στο στρατό, από τον οποίο απολύθηκε με βαθμό υπολοχαγού, ουσιαστικά έχει εργαστεί μόνο σε κάποια κρατικά και εξαρτημένα από το αυστριακό κομματικό κράτος ιδρύματα. Είναι οπαδός της σκληρής γραμμής στο μεταναστευτικό και γενικά θεωρείται από τους πιο συντηρητικούς μέσα στο κόμμα του. Ο Σάλενμπεργκ στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ανασχηματισμού επιστρέφει στο ΥΠΕΞ της χώρας.
Τα ερωτηματικά που προκαλεί η εγκατάσταση στην προεδρία του Λαϊκού Κόμματος, αλλά και στην καγκελαρία ενός ουσιαστικά μη εκλεγμένου πολιτικού είναι αρκετά. Εχουν να κάνουν με τη νομιμοποίηση μιας κυβέρνησης, που σε μεγάλο βαθμό έχει χάσει την αξιοπιστία της, όπως δείχνει και η δημοσκοπική κατρακύλα της Χριστιανοδημοκρατίας το τελευταίο δίμηνο κατλα περίπου 10 εκατοστιαίες μονάδες. Ο νέος καγκελάριος θα πρέπει όχι μόνο να αποδείξει ότι μπορεί να κυβερνά, αλλά και να ανακτήσει πάλι ένα μέρος της χαμένης αξιοπιστίας απέναντι στο κόμμα του και στο πολιτικό σύστημα.
Μπορεί ένας κομματικός μηχανισμός να ανεβάζει και να κατεβάζει πολιτικούς του εκπροσώπους σε δημόσια αξιώματα, με μοναδικό κριτήριο το κομματικό συμφέρον; Σοβαρά ερωτήματα προκαλεί όμως και η στάση των συγκυβερνώντων Πρασίνων, οι οποίοι δείχνουν έτοιμοι να κάνουν άλλη μια υποχώρηση, για να μην οδηγήσουν σε πτώση την κυβέρνηση, στην οποία και συμμετέχουν. Οι Πράσινοι, όπως φαίνεται και στο παράδειγμα της Γερμανίας έχουν μετατραπεί σε «μαέστρους των συμβιβασμών», εγκαταλείποντας σημαντικές τους θέσεις «αρχής», όχι μόνο για το περιβάλλον, αλλά και στο επίπεδο της προστασίας ανθρώπινων και πολιτικών δικαιωμάτων, όπου άλλοτε έπαιζαν στο γήπεδό τους.
Οι μεταβολές που προκαλούν στις δυτικές δημοκρατίες και στα πολιτικά τους συστήματα οι απανωτές κρίσεις (τραπεζική-οικονομική, προσφυγική, πανδημική) έχουν σίγουρα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να τοποθετεί κανείς τα κόμματα σε παραδοσιακούς άξονες, όπως αυτός του Αριστερά-Δεξιά ή Πρόοδος-Συντήρηση. Μερικές φορές όμως οι μετατοπίσεις είναι τόσο «γεωδυναμικές», που ο απλός πολίτης χάνει τη μπάλα.