Δεν πρέπει να είναι μόνο ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που δημόσια πριν από μερικές ημέρες έδειξε να νοσταλγεί την Ανγκέλα Μέρκελ και την ισορροπημένη της θεώρηση των πραγμάτων. Κάπως έτσι θα πρέπει να αισθάνονται και στο Πεκίνο για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Τις «επιθετικές» δηλώσεις της ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Ανναλένα Μπέρμποκ.
Κατάλαβε η Μπέρμποκ τι είπε για την Κίνα;
Στις αρχές της εβδομάδας η «πράσινη» πολιτικός βρέθηκε στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και στιγμάτισε την πολιτική της Κίνας, κάνοντας λόγο για επίθεση μιας μεγάλης χώρας εναντίον μιας μικρής. Ουσιαστικά ταύτισε τη στάση της Ρωσίας απέναντι στην Ουκρανία με αυτή της Κίνας απέναντι στην Ταϊβάν, προκαλώντας οξείες αντιδράσεις της σινικής διπλωματίας.
Λες και ήθελε να προλάβει τη Νάνσι Πελόζι λίγο πριν αυτή ταξιδέψει για την Ταϊπέι και να κερδίσει αυτή τα… πρωτοσέλιδα. Ή απλώς έδειξε για μια ακόμα φορά την διάθεση να διαβάσει τις σκέψεις των πιο ψυχροπολεμικών κύκλων στις ΗΠΑ, πριν οι ίδιοι προλάβουν να τις ξεστομίσουν. Και να αποδείξει για μια ακόμα φορά την «μετάνοια» των Πρασίνων που από κόμμα που λόγω και της αντίθεσης τους με τα πυρηνικά είχε ταυτιστεί με τον αντιαμερικανισμό στη Γερμανία, έχουν μετατραπεί σχεδόν σε μακρύ χέρι της Ουάσιγκτον στο Βερολίνο.
Δεν ήξερε τι έκανε η Μέρκελ;
Αν θυμηθεί κανείς ότι για την Ανγκέλα Μέρκελ η ενίσχυση των σχέσεων με την «ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη Κίνα» αποτελούσε ίσως τη βασικότερη πτυχή της εξωτερικής της πολιτικής μπορεί να καταλάβει πόσα «γυαλικά» έσπασε τώρα η Μπέρμποκ. Η προσπάθεια της υπουργού να υποβαθμίσει το αρχικό λεκτικό «ατόπημα» με κάποιες ύστερες γενικόλογες διατυπώσεις, μάλλον δεν έκανε τα πράγματα καλύτερα.
Ιδιαίτερα επιθετικές είναι και οι δηλώσεις της γερμανίδας ΥΠΕΞ απέναντι και στη Μόσχα από την αρχή σχεδόν του πολέμου. Ουσιαστικά έχει ευθυγραμμιστεί με την γλώσσα της κυβέρνησης της Ουάσιγκτον και όχι με τη… δική της. Ενώ δηλαδή ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς προσπαθεί να κρατά χαμηλούς τόνους και κάθε τόσο επαναφέρει το ζήτημα της αναγκαιότητας να κρατηθούν ανοικτοί δίαυλοι συνομιλίας με τη Μόσχα, η Μπέρμποκ είναι καταδικαστική απέναντι στο «καθεστώς Πούτιν» όπως το αποκαλεί. Πρόσφατα αρνήθηκε να συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό της Σεργκέι Λαβρόφ στο περιθώριο μιας συνόδου του G20.
Είναι μόνο θέμα στυλ ή άλλου προσανατολισμού;
Το περιοδικό der SPIEGEL αναρωτιόταν αυτές τις μέρες για τα αίτια αυτού του αιχμηρού και καθόλου στρογγυλεμένου λόγου, αλλά κυρίως για την σκοπιμότητά του. Είναι μεσοπρόθεσμα χρήσιμο να σοκάρεις με τις δηλώσεις σου σημαντικούς εταίρους ειδικά μέσα στο σπίτι τους, όπως έγινε με την περίπτωση της Τουρκίας; Και δεν θα πρέπει να περιμένεις ότι θα αντιδράσουν και αυτοί περιορίζοντας τις δυνατότητες συμβιβασμών, από την στιγμή που οι διαφωνίες αρχίζουν να ανταλλάσονται δημοσίως;
Είναι μάλλον απλοϊκό να πιστεύει κανείς ότι πρόκειται απλώς για αλλαγή στιλ, στο πλαίσιο αυτού που η Μπέρμποκ είχε υποσχεθεί για μια διαφορετική έκφραση στην εξωτερική πολιτική, που δεν θα περιορίζεται σε μισόλογα και υπεκφυγές, κάτι για το οποίο συχνά είχε επικριθεί ο προκάτοχός της σοσιαλδημοκράτης Χάικο Μάας.
Εκφράζει η στάση της την τρικομματική κυβέρνηση;
Η στάση της ΥΠΕΞ της Γερμανίας δείχνει φυσικά ως ένα βαθμό απειρία και αδυναμία να προβλέψει τις μακροχρόνιες συνέπειες των λόγων και κινήσεων της. Ομως αυτό που επίσης δε μπορεί να κρυφτεί είναι η προσπάθεια της και να προκαταλάβει αποφάσεις της τρικομματικής και συνεπώς πιο «δυσκίνητης» κυβέρνησης και να ευθυγραμμιστεί παράλληλα με συστημικά ΜΜΕ, που της εξασφαλίζουν μια θετική αξιολόγηση και εικόνα στην κοινή γνώμη της χώρας. Οι «έξω από τα δόντια» δηλώσεις της Μπέρμποκ δεν συγκρούονται ποτέ με την κυρίαρχη άποψη των καθοδηγητών του δημόσιου λόγου. Αντίθετα μοιάζουν να συμβαδίζουν αν όχι να καθορίζονται από αυτούς. Είναι εύκολο να «λες αλήθειες» όταν ξέρεις ότι για παράδειγμα θα έχεις στο πλευρό σου τη Bild Zeitung.
Πού είναι η αυτόνομη πολιτική της Ευρώπης;
Σε βάθος χρόνου η πρακτική αυτή θα αποδειχτεί προβληματική όχι μόνο για τη Γερμανία, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη. Ουσιαστικά με τη στάση της αυτοεγκλωβίζεται συχνά σε ακραίες θέσεις και περιορίζει τις δυνατότητες διπλωματικών παρεμβάσεων, που θα λειτουργούν κατασταλτικά και όχι εμπρηστικά σε στιγμές κρίσης. Ο ρόλος που θα έπρεπε να διεκδικείται από το Βερολίνο στην παρούσα φάση των παγκόσμιων ανακατατάξεων δε μπορεί να είναι αυτός του «αναπαραγωγού» αμερικανικών θέσεων.
Για να είναι κανείς ειλικρινής οφείλει να παραδεχτεί ότι αν η ΕΕ και η Γερμανία αποφάσιζαν να προμηθεύονται πετρέλαιο, φυσικό αέριο, υλικά ημιαγωγών, σπάνιες πρώτες ύλες μόνο από «πραγματικές δημοκρατίες» τότε μάλλον δεν θα έβρισκαν κανέναν προμηθευτή επί γης…
Η αιχμηρή γλώσσα μπορεί να ικανοποιεί κάποιους φιλοΝΑΤΟϊκούς αρθρογράφους στα ΜΜΕ και να της δίνει έτσι πόντους σε δημοσκοπήσεις στο εσωτερικό της χώρας, αλλά στη διπλωματία δεν είναι αυτό το πρωτεύον. Ειδικά για την ισχυρότερη χώρα της ΕΕ το ζητούμενο θα ήταν να λειτουργεί ως «ανιχνευτής λύσεων» και όχι ως «ενισχυτής εστιών φωτιάς». Η κα Μπέρμποκ, μάλλον διαβάζει συχνά τα νούμερα με τις δημοφιλίες των πολιτικών και έχει αντίθετη άποψη. Λειτουργεί κοντόφθαλμα σαν εκπρόσωπος Τύπου ενός κόμματος που ακόμα κάνει αντιπολίτευση. Φαίνεται να έχει εγκαταλείψει πλήρως την ιδέα για μια κοινή εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική που θα λαμβάνει υπόψιν της και άλλους παράγοντες πέραν των συμφερόντων των ΗΠΑ. Κανείς δεν της έχει πει μάλλον, πως τα νούμερα δημοφιλίας μπορεί να σκαρφαλώνουν βήμα το βήμα, αλλά μπορει και να κατρακυλήσουν εντελώς απότομα.
Γιατί ο Σολτς δεν είναι Μέρκελ
Οι «Φαιο-Πράσινοι» – Οι πασιφιστές του χτες έγιναν μπροστάρηδες του πολέμου
Κίσινγκερ: Λάθος η αέναη αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας
Οι ΗΠΑ τραβούν την ΕΕ από το… μανίκι για να την απομακρύνουν από το Πεκίνο