To βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου του 2021 ο τίτλος που έμοιαζε πιο κατάλληλος για να αποδώσει πιο εύστοχα την θέση του ήταν «αδύναμος θριαμβευτής». Ο Ολαφ Σολτς επικεφαλής του ψηφοδελτίου του SPD (αλλά όχι πρόεδρός του) κατάφερε να το οδηγήσει στην πρώτη θέση, με ένα ποσοστό (25,7%) που σε άλλες εποχές θα φαινόταν πενιχρό για το ιστορικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, αλλά στις τότε συνθήκες έμοιαζε με βάλσαμο πάνω στο πληγωμένο σώμα του.
Ενας συνασπισμός γεμάτος ρωγμές
Ο κ. Σολτς είναι από τον περασμένο Δεκέμβριο καγκελάριος, αλλά αυτό που καθημερινά δικαιώνει είναι περισσότερο το «αδύναμος», παρά το θριαμβευτής. Ηγείται μιας τρικομματικής κυβέρνησης, που μόνο συμπαγής δεν δείχνει και όταν καταφέρνει να προσποιηθεί κάτι τέτοιο, η αιτία είναι η δική του υποχωρητικότητα απέναντι στις ορέξεις των εταίρων του, ειδικά των Πρασίνων, που όσο βλέπουν τη σκια τους να μεγαλώνει, τόσο κορδώνονται και για το μπόι τους.
Ακολουθεί αλλά δεν ηγείται
Ειδικά στο θέμα του πολέμου στην Ουκρανία ο καγκελάριος βρέθηκε να σύρεται πίσω από τις ακραίες θέσεις τόσο της Υπουργού του Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, όσο και του υπουργού του των Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Φανατικοί «ατλαντιστές» και οπαδοί της σκληρής γραμμής απέναντι στη Μόσχα και οι δύο υποχρέωσαν τον Σολτς σε θέσεις, που δεν προκαλούν απαραιτήτως κύματα ενθουσιασμού μέσα στο κόμμα του.
Θέσεις που στην απολυτότητά τους μοιάζουν να αδιαφορούν για τη μελλοντική σχέση του Βερολίνου με τη Μόσχα. Ο καγκελάριος δεν ηγείται, αλλά ακολουθεί. Το παράδοξο είναι ότι όσες φιλότιμες προσπάθειες και αν κάνει για να ικανοποιήσει τους Αμερικανούς συμμάχους και το αντιρωσικό μπλοκ εντός της ΕΕ, οι κατηγορίες εναντίον του δεν σταματούν. Σε αυτό «βοηθάει» και το γεγονός ότι ανήκε βεβαίως και στην προηγούμενη κυβέρνηση της Ανγκέλα Μέρκελ, που έχει ακούσει τα σχολιανά της για την δική της «Οστπολιτίκ».
Η αυτοπεποίθηση της Μέρκελ
Μόνο που η Μέρκελ βγήκε δημόσια και παρουσία ενός μεγάλου ακροατηρίου και εξήγησε με επιχειρήματα, πολύ ρεαλιστικά την προσέγγισή της απέναντι στον Πούτιν, με τον οποίο έτσι κι αλλιώς δεν είχε ποτέ σχέση εμπιστοσύνης. Επανέλαβε ότι δεν είχε ποτέ αυταπάτες για τις απόψεις του Ρώσου προέδρου και για την αντιπάθειά του απέναντι στην ΕΕ και την εχθρότητά του για το ΝΑΤΟ. Ουσιαστικά υποστήριξε ότι η τωρινή βίαιη αντίδρασή του Πούτιν επιβεβαιώνει την τακτική της. Αυτή ουσιαστικά είχε αποτρέψει αυτό που συμβαίνει τώρα. Ολα αυτά η κυρία Μέρκελ τα είπε όταν αυτή θεώρησε ότι πρέπει να μιλήσει, χωρίς να βιαστεί, χωρίς να διστάσει και χωρίς να απολογηθεί. Αυτή είναι η διαφορά της με το διάδοχό της, ασχέτως αν συμφωνεί κανείς μαζί της.
Ντρέπεται για το παρελθόν, φοβάται το μέλλον
Ο Ολαφ Σολτς μοιάζει να βολοδέρνει χωρίς προσανατολισμό, καθοδηγούμενος άλλοτε από ενοχές και άλλοτε από επικοινωνιακές σκοπιμότητες.
Το πρόβλημα του σημερινού καγκελάριου είναι διττό. Από τη μια δεν έχει καταφέρει να παρουσιάσει καμιά σοβαρή στρατηγική για την επόμενη μέρα και την αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη συμπεριλαμβανόμενης της Ρωσίας. Από την άλλη πρέπει να βρει τα απαραίτητα αμορτισέρ για να απορροφήσει τους έντονους οικονομικούς και κοινωνικούς κραδασμούς ,που προκαλεί η πολιτική των κυρώσεων απέναντι στη Ρωσία, την οποία φιλοτέχνησαν κυρίως Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες και η οποία προς το παρόν «τιμωρεί» περισσότερο τη γερμανική οικονομία.
Η αποτυχημένη περιοδεία στα Βαλκάνια
Ολοι ψιθυρίζουν πλέον ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά με μια καγκελάριο Μέρκελ. Η εβδομάδα, που πέρασε ήταν αποκαλυπτική για αυτό που ο Μανώλης Κοττάκης συνόψισε στη φράση αυτά «δείχνουν γιατί ο Σολτς δεν θα είναι 16 χρόνια καγκελάριος όπως εκείνη». Από τη μια η σιγουριά των δηλώσεων της Μέρκελ. Και από την άλλη ένας καγκελάριος που εμφανίστηκε σχεδόν σαν περιφερόμενος πλασιέ στα Βαλκάνια για να εισπράττει απανωτά «Νein», σε μια απεγνωσμένη αλλά τελικώς αποτυχημένη απόπειρά του να αυξήσει το πολιτικό του κεφάλαιο, εμφανιζόμενος ως «μεσολαβητής» που λύνει προβλήματα.
Δεν κατάφερε να πείσει ούτε τη σερβική ηγεσία να αλλάξει στάση απέναντι στη Μόσχα και να υποχωρήσει για το Κόσοβο, ούτε τη βουλγαρική πλευρά να βάλει νερό στο κρασί της στην ανυποχώρητη στάση της απέναντι στη Βόρεια Μακεδονία. Ηταν μια περιοδεία ακυρώσεων και απομυθοποίησης ως ένα βαθμό του ρόλου της Γερμανίας στην περιοχή. Κάτι μάλλον ασυνήθιστο για τη μαθημένη αλλιώς γερμανική διπλωματία.
Κυβερνήτης σε ρόλο… αντιπολίτευσης
Πρακτικά ο καγκελάριος πρέπει να ένοιωσε περίπου, όπως τότε που τον άδειασε ο Πούτιν, λίγο πριν από τον πόλεμο και μετά το «ιστορικό» ραντεβού στο «XXL τραπέζι» στο Κρεμλίνο. Αλλά το πρόβλημα του Σολτς δεν εντοπίζεται ούτε στη Μόσχα, ούτε στο Βελιγράδι, ούτε στη Σόφια. Είναι στο Βερολίνο. Ενας καγκελάριος χωρίς ξεκάθαρο σχέδιο και λόγο, που άγεται και φέρεται από τις διαθέσεις μιας «νεοφώτιστης» και ημιμαθούς υπουργού Εξωτερικών και τις ναρκισσιστικές απαιτήσεις ενός υπουργού Οικονομικών δε μπορεί να εμπνέει κανένα δέος εκτός συνόρων. Και αυτό είναι κάτι παραπάνω από μια παράπλευρη απώλεια της ολομέτωπης επίθεσης, που δέχτηκε η γερμανική πολιτική από τον αμερικανικό και βρετανικό Τύπο τους περασμένους τρεις μήνες.
Σοσιαλδημοκρατική μοναξιά
Δεν θα ήταν καθόλου παράξενο αν ο Σολτς κάποια στιγμή βρεθεί εκτός κυβέρνησης χωρίς να το καταλάβει. Αυτό είναι το σενάριο που φαίνεται να ονειρεύονται οι βρισκόμενοι σήμερα στην αντιπολίτευση Χριστιανοδημοκράτες, που ξαφνικά μοιάζουν πολύ πιο εγγύτεροι στους Πράσινους. Με τους Φιλελεύθερους είχαν ούτως ή άλλως μια σχέση καλής γειτονίας. Ακούγοντας κανείς συζήτησεις μέσα στη γερμανική Βουλή συχνά αισθάνεται ότι υπάρχει μια ομοψυχία Χριστιανοδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων. Αν δεν ήξερε την κυβερνητική σύνθεση θα μπορούσε να σκεφτεί ότι το SPD είναι αντιπολίτευση. Μπορεί κάποια στιγμή αυτό να βρεθεί εκεί στα αλήθεια…
«Σόλτσοματ»: Ο νέος, βαρετός Γερμανός καγκελάριος που ξεφεύγει αθόρυβα από τις κακοτοπιές