Μπορεί οι επτά διεκδικητές της προεδρίας της Χιλής να διαφέρουν σε πάρα πολλά μεταξύ τους. Σε ένα σημείο όμως οι απόψεις τους ταυτίζονται. Ο σημερινός πρώτος γύρος των εκλογών, όπως και ο μάλλον αναπόφευκτος δεύτερος γύρος μέσα στο Δεκέμβρη θα είναι καθοριστικοί για το μέλλον της χώρας, που ουσιαστικά ποτέ δεν ξεπέρασε το «σοκ» από τις σχεδόν δύο δεκαετίες της δικτατορίας του Αουγκούστο Πινοτσέτ.
Οπως καθοριστική για το μέλλον θα είναι και η πορεία της αποκαλούμενης συντακτικής συνέλευσης, η οποία οφείλει να επεξεργαστεί ένα μοντέρνο Σύνταγμα της χώρας μετά και το τελευταίο δημοψήφισμα, στο οποίο το 80% των Χιλιανών απέρριψε το παλιό, κατάλοιπο της εποχής του Πινοτσέτ και των «αγοριών του Σικάγο».
Αν και οι δημοσκοπήσεις στη χώρα των Ανδεων δεν θεωρούνται και τόσο αξιόπιστες, οι περισσότερες δείχνουν να μπαίνουν στο δεύτερο γύρο δύο υποψήφιοι από εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Από τη μια ο Γκαμπριέλ Μπόριτς, που συνενώνει τις δυνάμεις της Αριστεράς σε ένα συνασπισμό με τον εύγλωττο τίτλο «Εγκρίνω την Αξιοπρέπεια» και από την άλλη ο Χοσέ Αντόνιο Καστ εκπρόσωπος της σκληρής συντηρητικής Δεξιάς και του πινοτσετισμού. Αν τα προγνωστικά επαληθευτούν, τότε θα πρόκειται δηλαδή για δύο εκ διαμέτρου διαφορετικές αντιλήψεις για το μέλλον της χώρας, που αναπόδραστα θα δημιουργήσουν ένα σκηνικό έντονης πόλωσης. Το οποίο είναι πάντως αμφίβολο αν είχε ποτέ εκλείψει ακόμα και μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1990.
Οι συντηρητικές δυνάμεις, που συσπειρώνονται γύρω από τον Καστ, ουσιαστικά κατεβαίνουν ως νοσταλγικοί εκπρόσωποι ενός αυταρχικού και χρεωκοπημένου συστήματος, επικαλούμενες απλώς την «Τάξη» και κινδυνολογώντας για τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Αποτελεί ένα σαφές δείγμα ιδεολογικής πτώχευσης ότι αναγκάζονται να ανασύρουν από το οπλοστάσιο τους συνθήματα πολύ περασμένων δεκαετιών. Ισως σε αυτό να συνηγορεί και η απογοήτευση από την προεδρία του Σεμπαστιάν Πινιέρα, ο οποίος όπως και άλλοι «κεντροδεξιοί» ομοϊδεάτες του είδε πρόσφατα το όνομά του να φιγουράρει στα «Pandora Papers» και θα αποχωρήσει απαξιωμένος και χωρίς καν να διεκδικήσει ξανά την Προεδρία.
Ο νεαρώτερος σε ηλικία, 35χρονος Μπόριτς κατεβαίνει με σύνθημα την «Αλλαγή» την οποία δείχνει να επιθυμεί η πλειοψηφία της κοινωνίας, όπως έδειξαν τόσο το δημοψήφισμα για το Σύνταγμα, όσο και το αποτέλεσμα των εκλογών για τη σύνθεση της Συνταγματικής Συνέλευσης. Είναι βέβαια πιθανό στο δεύτερο γύρο να αναγκαστεί να μετακινηθεί προς πιο μετριοπαθείς, «κεντρώες» θέσεις προκειμένου να βοηθήσει και άλλα ακροατήρια να ξεπεράσουν τις φοβίες τους και να του δώσουν την ψήφο τους. Ισως κάτι τέτοιο να συμβάλει και στην υποχώρηση της πόλωσης, που λογικά δεν θα ευνοήσει ιδιαίτερα την Αριστερά, αλλά τις δυνάμεις εκείνες που συχνά παρουσιάζουν τον αυταρχισμό της εξουσίας ως ένα αναγκαίο κακό.
Συμμαχίες θα χρειαστεί και στη συνέχεια, αν τελικά καταφέρει να κερδίσει για να μπορέσει να συνεργαστεί με το κοινοβούλιο και τη Γερουσία.
Ολα αυτά θα ξεκαθαρίσουν ακόμα περισσότερο ενόψει του δεύτερου γύρου. Τα ζητήματα της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων από τη μια, αλλά και της «σταθερότητας» της χώρας θα συνεχίσουν να μονοπωλούν την αντιπαράθεση.
Σε κάθε περίπτωση το εκλογικό αποτέλεσμα στη Χιλή και οι εξελίξεις των επόμενων μηνών θα έχουν σημαντικό ενδιαφέρον, αλλά και επίδραση πέραν των συνόρων της χώρας. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1973 μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ, η χώρα αποτέλεσε ένα μεγάλο δοκιμαστήριο για τα πειράματα της νεοφιλελεύθερης «σχολής του Σικάγο». Οπως νωρίτερα η εκλογική νίκη του Σαλβαδόρ Αλιέντε είχε χαρακτηριστεί ως ένα υπόδειγμα για την ανάγκη κοινωνικών ανατροπών σε ολόκληρη την ήπειρο. Για ορισμένους πάντως το βασικό συμπέρασμα, που μπόρεσε να εξαχθεί από αυτά τα πειράματα ήταν ότι ακριβώς ο σκληρός νεοφιλελευθερισμός δε μπορεί να εφαρμοστεί σε συνθήκες λειτουργούσας δημοκρατίας.
Η ελπίδα της αλλαγής και του εκδημοκρατισμού της χώρας ταυτίζεται και με την ελπίδα για περισσότερα δικαιώματα των ιθαγενών πληθυσμών σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Οι Μαπούτσε της Χιλής που ουδέποτε παρέδωσαν τα όπλα στους κονκισταδόρες παραμένουν ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας και πηγή έμπνευσης και για άλλους πληθυσμούς σε γειτονικές χώρες.