Ο πόλεμος εκτροχιάζει και αναστέλλει ακόμη και τα ισχνά και ανεπαρκή σχέδια για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής. Ενώ πλησιάζουμε επικίνδυνα στο σημείο μη επιστροφής, δηλαδή της αύξησης της θερμοκρασίας της Γης κατά 1,5 βαθμό °C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, η ενεργειακή κρίση τροφοδοτεί θεωρίες περί «προσωρινής υπέρβασης» και εδραιώνει γενική στροφή στον άνθρακα.
Στην κινηματογραφική ταινία «Don’t look up» ο ανθρώπινος πολιτισμός καταστρέφεται ακαριαία από την πρόσκρουση στη Γη ενός κομήτη, την οποία οι πολιτικοί και μιντιακοί μηχανισμοί της εξουσίας στην αμερικανική υπερδύναμη αποκρύπτουν, προσβλέποντας στην αναχαίτισή του με «εξωτικά» τεχνολογικά μέσα που αποδεικνύονται υπερτιμημένα και ατελέσφορα όταν πλέον δεν υπάρχει χρόνος για οποιαδήποτε άλλη αντίδραση.
Επιλέγουν αυτή τη «λύση», η οποία επί ποινή καταστροφής του ανθρώπινου πολιτισμού αποδεικνύεται μη λύση, για να μη διαταράξουν την εύρυθμη λειτουργία και αναπαραγωγή του μηχανισμού κερδοφορίας και του συστήματος εξουσίας που μεταξύ άλλων στηρίζεται στην άγνοια, την παραπλάνηση και την εμπέδωση της καταναλωτικής μακαριότητας στους πολίτες-υποτελείς. Στη συγκλονιστική επωδό της ταινίας επίλεκτα μέλη της ελίτ της εξουσίας διασώζονται σε κρυογονικούς θαλάμους για να «ξυπνήσουν» σε έναν άλλον πλανήτη επικίνδυνο και για τους ίδιους, αλλά τα δισεκατομμύρια της «μαρίδας» του ανθρώπινου πολιτισμού πεθαίνουν.
Ολα τα μηνύματα της ταινίας ταιριάζουν απόλυτα με την περίπτωση μιας άλλης καταστροφής που απειλεί την ανθρωπότητα και γίνεται όλο και πιο κοντινή: της κλιματικής κρίσης. Είμαστε ήδη στην ιστορική στιγμή που ο «κομήτης» άρχισε να γίνεται ευδιάκριτος διά γυμνού οφθαλμού στο στερέωμα της ανθρωπότητας. Φτάνουμε, ίσως και σε λιγότερο από μία δεκαετία, στο ξεπέρασμα του σημείου μη επιστροφής, πέραν του οποίου η ανθρωπότητα θα βιώσει τις συνέπειες μη αντιστρεπτών κλιματικών καταστροφών.
Ως τέτοιο σημείο μη επιστροφής έχει οριστεί η αύξηση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας στη Γη κατά ενάμιση βαθμό Κελσίου (1,5 °C) σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή. Ο Daniel Tanuro έχει περιγράψει παραστατικά τη δυστοπική αυτή προοπτική με τις λέξεις «πλανήτης-κλίβανος»[1]. Οι ομοιότητες και αναλογίες με τα εξιστορούμενα στο «Don’t look up» είναι πολλές και ανατριχιαστικές (άλλωστε η ταινία θεωρήθηκε μια αλληγορία που παρέπεμπε στην κλιματική αλλαγή):
- Οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν επί σειρά δεκαετιών (από τη Σύνοδο του Ρίο το 1992 και μέχρι τη Σύνοδο της Γλασκόβης στα τέλη του 2021) να συμφωνήσουν σε πραγματικά αποτελεσματικά μέτρα για την έγκαιρη ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής και να εγγυηθούν τον απαραίτητο μηχανισμό υλοποίησής τους.
- Εντελώς αντίθετα, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης έχουν σημάνει τη γενική (επι)στροφή στον άνθρακα, δηλαδή ένα πισωγύρισμα αντί της αναγκαίας «φυγής προς τα μπρος».
- Καθώς όλα τα προηγούμενα οδηγούν αναπόφευκτα στο ξεπέρασμα του σημείου μη επιστροφής, εμφανίζονται οι θεωρίες περί «προσωρινής υπέρβασης» του 1,5 °C, οι συνέπειες της οποίας θα θεραπευτούν εκ των υστέρων (!) χάρη σε νέες τεχνολογίες δέσμευσης του διοξειδίου του άνθρακα – τόσο αξιόπιστες όσο και οι τεχνολογίες που στο «Don’t look up» θα διέλυαν τον κομήτη σε ακίνδυνα θραύσματα σώζοντας τον πλανήτη…
- Η μακαριότητα ότι τελικά «θα τη γλιτώσουμε σαν από θαύμα» και η μεταφυσική αίσθηση ότι «έχουμε ακόμη χρόνο» οδηγούν στην άποψη ότι δεν πειράζει αν χαθεί «λίγος χρόνος ακόμη». Οπως έγραφε εύγλωττα ο Andreas Kluth στο Bloomberg Opinion στα τέλη Μαρτίου, «Πρώτα ο Πούτιν, μετά η κλιματική αλλαγή»…
Υπάρχει βέβαια και μια μεγάλη αλλά καθόλου ανακουφιστική διαφορά: αντί για μια ακαριαία εξαφάνιση του ανθρώπινου πολιτισμού εξαιτίας της πρόσκρουσης στη Γη ενός κομήτη, να υποστούμε μια βασανιστική μακρόχρονη αποσύνθεση στον «πλανήτη-κλίβανο», με θύματα τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού σε κάθε χώρα και τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Είναι πιο κοντά στον τρόπο και στα κριτήρια πολιτικής διαχείρισης του συστήματος του κέρδους, αλλά και στις ιστορικές του «δεξιότητες», να σκεφτεί κρυογονικούς θαλάμους για τη σωτηρία των ελίτ, παρά να κάνει κράτει στις μηχανές του κέρδους για να σωθεί η ανθρωπότητα – του είναι αδύνατον να μην είναι ο εαυτός του!
Η «κατάλληλη στιγμή» αναβάλλεται διαρκώς
Στον απόηχο της Συνόδου του Παρισιού για το κλίμα, η έκθεση για τον 1,5 °C της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ (στο εξής: Διακυβερνητική) το 2019 έπεσε σαν κεραυνός, καθώς ξεκαθάρισε δύο πράγματα: Πρώτον, ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν έχουν απλώς «συμμετοχή» αλλά καταλυτική επίδραση στην υπερθέρμανση, δεύτερον, ότι το όριο του 1,5 °C είναι κρίσιμο για την ενεργοποίηση του μηχανισμού μη αντιστρεπτών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής.
Από το Παρίσι στη Γλασκόβη και ύστερα στον πόλεμο
Το 2021 ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), που, αν και φύσει τεχνοκρατικός και τοποθετημένος στον κόσμο της αγοράς, πήρε στα σοβαρά αυτές τις διαπιστώσεις, δημοσιοποίησε έκθεση η οποία λέει ότι για να επιτευχθεί ο στόχος του «ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα» το 2050 πρέπει να ληφθούν δρακόντεια μέτρα και μάλιστα στον βραχυχρόνιο ορίζοντα, όπως: απαγόρευση ήδη από το 2021 της ανάπτυξης νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, του ανοίγματος νέων ανθρακωρυχείων και της επέκτασης της παραγωγικής ικανότητας των υπαρχόντων, της αδειοδότησης νέων σταθμών παραγωγής ενέργειας με άνθρακα, εγκατάλειψη του άνθρακα ήδη από το 2030 στις αναπτυγμένες οικονομίες και κλείσιμο από το 2040 σε όλο τον κόσμο όλων των σταθμών παραγωγής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα[2].
Μπορεί κανείς να καταλογίσει δικαίως πολλά στους τεχνοκράτες της αγοράς, αλλά πρέπει να τους αναγνωρίσει ότι δεν παίζουν με τα συμπεράσματα. Αν πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τον στόχο για «ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα» μέχρι το 2050, πρέπει να γίνουν αυτά που λέει ο ΙΕΑ.
Ωστόσο πάντα υπάρχει ένας «καλός λόγος» για να μη γίνουν αυτά που πρέπει, όταν πρέπει. Ετσι το 2021 δεν ήταν η «κατάλληλη στιγμή» γιατί έπρεπε να καλυφθούν οι αυξημένες ενεργειακές ανάγκες της επανεκκίνησης της οικονομίας ύστερα από τη μεγάλη ύφεση της πανδημίας. Από τα μέσα του 2021 και ύστερα δεν ήταν η «κατάλληλη στιγμή» γιατί η αυξημένη ζήτηση και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες είχαν ήδη ενεργοποιήσει τον μηχανισμό της αύξησης των τιμών των ορυκτών καυσίμων.
Το 2022 αποδείχτηκε επίσης «ακατάλληλη στιγμή» λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Ακόμη χειρότερα, δόθηκε το γενικό σύνθημα: άνθρακας, περισσότερος άνθρακας!
Μπορεί κανείς να ελπίζει ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει η αναγκαία επιτάχυνση ώστε να κερδηθεί ο χαμένος χρόνος; Δυστυχώς, όχι. Η απόφαση γενικής (επι)στροφής στον άνθρακα είναι μεσοπρόθεσμης διάρκειας και έχει, αντίστοιχα, μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις. Οι λόγοι είναι προφανείς:
- Η διατήρηση και διεύρυνση των δυνατοτήτων εξόρυξης απαιτεί επενδύσεις. Κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάνει τέτοιες επενδύσεις αν δεν έχει την εγγύηση των κυβερνήσεων ότι η παραγωγή του θα αξιοποιηθεί. Το εμπάργκο στα ρωσικά ορυκτά καύσιμα από τις χώρες της Δύσης σημαίνει ότι αυτές οι επενδύσεις θα παραμείνουν μεσοπρόθεσμα.
- Η κάλυψη των αναγκών με επέκταση της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας (που στα τέλη του 2021 κηρύχτηκε «καθαρή») απαιτεί επίσης υψηλές δημόσιες επενδύσεις και πολύ χρόνο.
- Η ενεργειακή κρίση και οι υψηλές τιμές ενέργειας δεν αφήνουν περιθώρια για δημιουργία επιπλέον προβλημάτων στην προσφορά.
- Η επισιτιστική κρίση απαιτεί εντατικοποίηση της γεωργικής παραγωγής κατά το πρότυπο των μεγάλων γεωργικών εκμεταλλεύσεων και αυτές είναι εξαιρετικά ενεργοβόρες.
- Σε συνθήκες υψηλών κρατικών και ιδιωτικών χρεών, υψηλού πληθωρισμού και μεγάλων ελλειμμάτων οι επενδύσεις σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας γίνονται υπόθεση του ιδιωτικού τομέα, ενώ οι αναγκαίες δημόσιες υποδομές καθυστερούν.
Τούτων δοθέντων τουλάχιστον το πρώτο μισό της τρέχουσας δεκαετίας θα εξακολουθήσει να είναι «ακατάλληλο» για την απαιτούμενη «πάση δυνάμει» υλοποίηση μέτρων ενεργειακής μετάβασης. Επομένως η υπέρβαση του 1,5% °C μέχρι το 2030 γίνεται η ισχυρή πιθανή εξέλιξη. Στο ενδεχόμενο διεθνούς οικονομικής ύφεσης η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων θα μειωνόταν, αλλά ανεπαρκώς και κυρίως προσωρινά: οι συνέπειες της ύφεσης θα αδυνάτιζαν ακόμη περισσότερο τα σχέδια για την απαραίτητη κρατική χρηματοδότηση για εναλλακτικές μορφές ενέργειας αλλά και για απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.
Ενα χρηματοπιστωτικό «κραχ», που επίσης πιθανολογείται ισχυρά, θα είχε την ίδια επίδραση: μεταξύ άλλων θα περιέπλεκε τη λειτουργία του χρηματιστηρίου ρύπων και την επέκτασή του – όπως αποφασίστηκε πρόσφατα στη Σύνοδο της Γλασκόβης. Οταν για την κλιματική αλλαγή, αν έγιναν ελάχιστα ή ανεπαρκή στην περίοδο που τα κέρδη και η κατανάλωση (αυτών που είχαν τη δυνατότητα να καταναλώσουν) έχαιραν σχετικά καλής υγείας, δεν δικαιούμαστε να ελπίζουμε ότι θα γίνουν τώρα, σε συνθήκες πολέμου, ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης και υψηλού πληθωρισμού, όσα πρέπει.
Υπάρχει, τέλος, ο (γεω)πολιτικός παράγοντας: η ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής απαιτεί πλανητικό σχεδιασμό και άρα συναίνεση μεταξύ των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη: των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ε.Ε., της Ινδίας, της Ρωσίας και των BRICKS συνολικά κ.λπ. Υστερα από τον πόλεμο στην Ουκρανία μπορούμε εύκολα να φανταστούμε σε ποια επίπεδα κυμαίνεται η παγκόσμια συναίνεση γενικά, αλλά ειδικά για την κλιματική αλλαγή…
Πέρα από αυτό, στις ΗΠΑ η πλειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος στο Κογκρέσο κρέμεται από την ψήφο του πιστού φίλου του άνθρακα Manchin και ο Μπάιντεν κλείνει το μάτι στις εταιρείες εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου (που είναι το πλέον περιβαλλοντοκτόνο) στις επικείμενες ενδιάμεσες εκλογές με κέντρο της καμπάνιας του τις τιμές των καυσίμων.
[2] IEA, «Net Zero in 2050. A Roadmap for the Energy Sector», https://www.iea.org/
Ντανιέλ Τανούρο
«Δεν υπάρχει κανένας καταψύκτης για να βάλουμε μέσα του τον πλανήτη ώστε να τον καταψύξουμε. Με άλλα λόγια, από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η αποσάθρωση της Γροιλανδίας (ή οποιουσδήποτε άλλου παγετωνικού καλύμματος) θα είναι αδύνατο να σταματήσει πριν φτάσει σε μια νέα ενεργητική ισορροπία του συστήματος Γη. Στο μεσοδιάστημα αυτή η αποσάθρωση εγκυμονεί τον κίνδυνο να προκαλέσει μια αλυσίδα “θετικών αναδράσεων”: μετατροπή της Αμαζονίας σε σαβάνα, αποσάθρωση των γιγάντιων παγετώνων της Ανταρκτικής, ανεπίστρεπτο λιώσιμο του περμαφρόστ… Ενα γιγάντιο κλιματικό ντόμινο θα μπορούσε να καταλήξει γρήγορα σε μια αύξηση 4 έως 5 °C της μέσης θερμοκρασίας της επιφάνειας της Γης. Οι ειδικοί φοβούνται ότι αυτή η ανεξέλεγκτη υπερθέρμανση σπρώχνει τον πλανήτη έξω από το σχετικά σταθερό καθεστώς μέσα στο οποίο ταλαντεύεται εδώ και 1,5 εκατομμύριο χρόνια (εναλλαγή παγετωνικών και μεσοπαγετωνικών περιόδων). Η Γη θα έμπαινε τότε σε ένα νέο καθεστώς, ανάλογο με εκείνο της Πλειόκαινου: στον “πλανήτη-κλίβανο”[1]».
[1] Ντανιέλ Τανούρο, «Από COP σε COP, ο κατακλυσμός πλησιάζει», Europe Solidaire Sans Frontières, 25.11.2019, μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Γιώργο Μητραλιά και δημοσιευμένο στο σάιτ contra-xreos. Από τη γενικότερη αρθρογραφία του δανειστήκαμε αρκετά στοιχεία.
Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής
Ενα πρόχειρο απάνθισμα των βασικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
● Νησιωτικά έθνη και 136 από τα πιο ιστορικά μέρη και πόλεις του κόσμου θα εξαφανιστούν κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.
● Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι θα εκτοπιστούν μέχρι το 2050.
● Τα ακραία καιρικά φαινόμενα (παρατεταμένες ξηρασίες, πυρκαγιές, πλημμύρες, τυφώνες) θα ενταθούν και πολλαπλασιαστούν.
● Η ερημοποίηση και η λειψυδρία θα επεκταθούν σε πολλά μέρη του κόσμου, μειώνοντας τη γεωργική παραγωγή και οξύνοντας σε μόνιμη βάση την επισιτιστική κρίση.
● Θα αυξηθεί η νοσηρότητα, θα υπάρξει μεγάλη εξάπλωση της ελονοσίας και του δάγκειου πυρετού και, σε συνδυασμό με τους όρους παραγωγής στον μεγάλο αγρο-κτηνοτροφικό τομέα, θα ευνοείται η περιοδική εμφάνιση πανδημιών με βάση τις ζωονόσους.
● Το 100% των υφάλων θα εξαφανιστεί μέχρι το 2050.
● Ο αριθμός των υποσιτισμένων παιδιών θα αυξηθεί κατά 20.000.000 μέχρι το 2050 μόνο από αυτή την αιτία.
Να αναθέσουμε στην αγορά τη λύση του προβλήματος;
Στη Σύνοδο της Γλασκόβης το φθινόπωρο του 2021 τα πράγματα ξεκαθάρισαν, αλλά δυστυχώς όχι στην καλή κατεύθυνση, σήμερα δε έχουν επιδεινωθεί ασύλληπτα:
- Η λύση του προβλήματος ανατέθηκε στον ιδιωτικό τομέα και την αγορά.
Οι επιχειρήσεις και ιδιαίτερα ο χρηματοπιστωτικός τομέας ήταν οι πραγματικοί «σταρ» της συνόδου. Στην COP εμφανίστηκε το Gfanz, ένα κονσόρτσιουμ εταιρειών με διαθέσιμα 130 δισ. δολάρια, που διοργάνωσε τη «Finance Day» και δήλωσε έτοιμο να χρηματοδοτήσει «καθαρές» επενδύσεις: καθαρού… άνθρακα, πράσινου υδρογόνου, παγίδευσης-αποθήκευσης (CCS), παγίδευσης-χρήσης (CCU) του CO2. Εύγλωττη επωδός: «Για να τα κάνουν αυτά, οι επενδυτές χρειάζονται τόση σαφήνεια όση και στα παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά μέτρα με κέρδη και ζημιές». - Αφέθηκε σχεδόν ελεύθερο το πεδίο στα ορυκτά καύσιμα. Με καταλυτική παρέμβαση της Ινδίας, που εκπροσώπησε όλο το μπλοκ του άνθρακα, υιοθετήθηκε η αρχή «πράσινη ανάπτυξη, κι όχι ρύθμιση, περιορισμός και φορολόγηση».
- Ως λύση στην «προσωρινή» υπέρβαση του 1,5 °C υιοθετήθηκαν οι εξωτικές τεχνολογίες «αντισταθμίσεων άνθρακα», όπως η παγίδευση του άνθρακα με γεωλογική αποθήκευση (CCS), που όμως δεν θέλγουν τις επιχειρήσεις γιατί κοστίζουν πολύ, και η παγίδευση με χρήση (CCU). Σύμφωνα με αυτή τη δεύτερη, παράλογη, ιδέα, το CO2 θα παγιδεύεται για να χρησιμοποιηθεί από τις επιχειρήσεις για παραγωγή προϊόντων (από όπου κάλλιστα μπορεί να διαφύγει).
- Ανεστάλη η υπόσχεση για συγκέντρωση 100 δισ. δολαρίων για το Πράσινο Ταμείο. Υπάρχουν μόνο 20 δισ. από δωρεές και προτείνεται η εξεύρεση ακόμη 80 δισ. από δάνεια – όταν ο παγκόσμιος Νότος κινδυνεύει άμεσα από νέα κρίση χρέους.
- Παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες η αποζημίωση προς τις φτωχές χώρες για τις «απώλειες και ζημιές» για τις οποίες ευθύνονται οι ισχυρές χώρες. Η κλιματική δικαιοσύνη θα απαιτούσε το πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού να διαιρέσει τις εκπομπές του διά 30 και το 50% του φτωχότερου πληθυσμού να τις πολλαπλασιάσει επί 3. Αντί γι’ αυτό υιοθετήθηκε η ιδέα της αποζημίωσης.
- Αποφασίστηκε η ίδρυση μιας παγκόσμιας αγοράς ανταλλαγής «δικαιωμάτων ρύπανσης», της οποίας η διαχείριση ανατέθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Κράτη, περιφέρειες και επιχειρήσεις θα μπορούν να ανταλλάσσουν τέτοια δικαιώματα, που θα δημιουργούνται σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη.
Αποτροπή ξεπεράσματος του 1,5 °C; Οχι! Κλιματική Δικαιοσύνη; Οχι! Δημόσιες επενδύσεις; Οχι! Συγκεκριμένα μέτρα, συγκεκριμένες δεσμεύσεις ανά χώρα, ποινές σε περίπτωση μη υλοποίησης, φορολόγηση; Οχι!
Ποιοι θα δώσουν τη λύση; Οι επιχειρήσεις και οι «πράσινες» επενδύσεις τους, η αγορά.
Ενα σχέδιο όχι απλώς λάθος, αλλά ανέφικτο: μια οικονομία βασισμένη κατά 80% στα ορυκτά καύσιμα να ανακάμψει και ταυτόχρονα να αντικατασταθούν τα ορυκτά καύσιμα με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να μειωθούν δραστικά στα επόμενα χρόνια οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Πιο δυσεπίλυτο κι από τον τετραγωνισμό του κύκλου!
Είμαστε στην ιστορική στιγμή που για να αποφύγουμε το αδιανόητο πρέπει να υιοθετήσουμε λύσεις απολύτως ρεαλιστικές, οι οποίες μοιάζουν ανέφικτες μόνο και μόνο επειδή δεν είναι συμβατές με το κυρίαρχο κοινωνικο-οικονομικό υπόδειγμα. Οπως το είπε η νεαρή ακτιβίστρια Γκρέτα Τούνμπεργκ: «Η κλιματική και οικολογική κρίση απλώς δεν μπορεί πλέον να λυθεί στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων. Δεν είναι γνώμη αυτό. Είναι ζήτημα απλών μαθηματικών».
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Ο προπολεμικός σχεδιασμός και το σχέδιο για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας
Πριν ξεσπάσουν η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ε.Ε. εμφανιζόταν διεθνώς η επισπεύδουσα δύναμη στα σχέδια για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής. Είχε τεθεί ο στόχος για μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Η Κομισιόν εκπόνησε δέσμη μέτρων και ευρωπαϊκό κλιματικό νόμο για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.
Το σχέδιο προέβλεπε ότι στη μείωση θα συμβάλουν όλοι οι τομείς κι όχι μόνο ο τομέας της παραγωγής: ο οικιστικός τομέας (κτίρια και εγκαταστάσεις) και οι οδικές μεταφορές.
Οι χώρες-μέλη ήταν υποχρεωμένες να εκπονήσουν Εθνικά Κλιματικά Σχέδια και κλιματικούς νόμους ως εθνική συμβολή στον στόχο τού 55%.
Η Ελλάδα έδωσε σε διαβούλευση τον ελληνικό κλιματικό νόμο, ο οποίος μεταξύ άλλων προβλέπει απαγόρευση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από στερεά ορυκτά καύσιμα από τα τέλη του 2028, μέτρα προώθησης των οχημάτων μηδενικών εκπομπών, εκπόνηση περιφερειακών και δημοτικών σχεδίων μείωσης των εκπομπών, μέτρα για τη μείωση των εκπομπών από τα κτίρια, μέτρα μείωσης εκπομπών από επιχειρήσεις και εγκαταστάσεις, μέτρα για ενσωμάτωση της διάστασης της κλιματικής αλλαγής στην περιβαλλοντική αδειοδότηση κ.λπ.
Μια ματιά στα συγκεκριμένα μέτρα που προτείνονται, τα οποία το WWF κρίνει ανεπαρκή, πείθει ότι στη νέα συγκυρία που έχει δημιουργηθεί ακόμη και η επίτευξη αυτών των στόχων είναι ανέφικτη χωρίς μια μεγάλη μεταφορά πόρων, χωρίς σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, χωρίς μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης όσον αφορά τα βάρη των κλιματικών μετασχηματισμών και χωρίς αυστηρό έλεγχο της υλοποίησής τους.
Τα ίδια ισχύουν για την Ε.Ε. συνολικά. Το σχέδιο για τον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας είναι σχέδιο για τη διαχείριση της ενεργειακής (αν)επάρκειας κι όχι σχέδιο για την απανθρακοποίηση. Οι εναλλακτικές κορφές ενέργειας απαιτούν μεγάλου ύψους δημόσιες επενδύσεις για τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών: υποδομές αποθήκευσης ενέργειας και διασύνδεσης με το βασικό δίκτυο φόρτισης των μπαταριών των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Απαιτούνται επίσης πολύτιμα μέταλλα όπως το λίθιο, που ο πόλεμος έχει κάνει αντικείμενο γεωπολιτικού ανταγωνισμού.
Απαιτούνται, τέλος, ευρωπαϊκοί τρόποι χρηματοδότησης (ευρωομόλογο) και υπολογισμού των δαπανών για τέτοιες επενδύσεις (θα υπολογίζονται στο έλλειμμα ή όχι;). Και όλα αυτά τα καθόλου εύκολα προϋποθέτουν αναθεώρηση των ευρωπαϊκών συνθηκών (άρση του κανόνα της ομοφωνίας στη λήψη των αποφάσεων) για να εξασφαλιστεί η συναίνεση της Γερμανίας, που δεν είναι καν δεδομένη! Απαιτείται, εν τέλει, πολύτιμος χρόνος – που δεν υπάρχει…
Πηγή: Εφ.Συν.