H 26η Απριλίου του 2022 θα περάσει στην ιστορία ως μια μέρα πολύ πιο σημαντική και από εκείνη που το γερμανικό κοινοβούλιο αποφάσιζε αυτό που (κακώς) χαρακτηρίστηκε «επανεξοπλισμός της Γερμανίας». Η χορήγηση βαρέως οπλισμού στην Ουκρανία αποτελεί σημείο καμπής όχι μόνο για την «χώρα αποδέκτη», αλλά και για την ίδια τη Γερμανία και το ΝΑΤΟ και ίσως να αναφέρεται από τους ιστορικούς του μέλλοντος ως ένα σημείο καμπής για την ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης. Ως μια στιγμή «μεγάλης ανατριχίλας».
Ανίκανη να αντισταθεί στις πιέσεις των ΗΠΑ, αλλά και να υπερβεί δικές της εσωτερικές διαφωνίες η κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς αποφάσισε να χορηγήσει περίπου 50 αντιαεροπορικά άρματα μάχης τύπου «Gepard» στο Κίεβο. Ο κολοσσός της πολεμικής βιομηχανίας από το Μόναχο η εταιρία Kraus Maffei Wegmann αναλαμβάνει να υλοποιήσει αυτό το «καθήκον» όσο το δυνατόν ταχύτερα, μετά την έγκριση από την κυβέρνηση. Αλλες πολεμικές βιομηχανίες τρίβουν ήδη τα χέρια τους και δηλώνουν έτοιμες να συνεισφέρουν και αυτές στην ενίσχυση της Ουκρανίας με στόχο τη νίκη.
Τα συγκεκριμένα άρματα μάχης βρίσκονταν παροπλισμένα σε αποθήκες του γερμανικού στρατού, είναι όμως σε καλή κατάσταση, με αποτέλεσμα να μπορούν να αναβαθμιστούν άμεσα και να τεθούν σε λειτουργία για τις ανάγκες του ουκρανικού στρατού. Ο συγκεκριμένος τύπος άρματος θεωρείται εξαιρετικά αποτελεσματικός, αφού μπορεί να πλήξει τόσο εναέριους όσο και επίγειους στόχους.
Δεν είναι προφανώς σύμπτωση ότι η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε, την ώρα που στη μεγαλύτερη αμερικανική βάση στην Ευρώπη, στο Ράμσταϊν ο Υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Οστιν καλούσε 40 ομολόγους του για να συζητήσουν πώς θα ενισχύσουν στρατιωτικά την Ουκρανία. Επίσης δεν είναι καθόλου σύμπτωση ότι από το Σαββατοκύριακο κυκλοφορούσαν φήμες για πιθανή κατάθεση σχετικής πρότασης από τη χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση, η οποία θα μπορούσε να τύχει της στήριξης βουλευτών και από τα κυβερνητικά κόμματα, οδηγώντας έτσι στην πλήρη απαξίωση του Ολαφ Σολτς, ο οποίος μέχρι χθες αντιστεκόταν σε μια τέτοια προοπτική παράδοσης βαρέος οπλισμού στην εμπόλεμη χώρα. Αλλά οι αντιστάσεις του αποδείχτηκαν περιορισμένες.
Αλλωστε δεν είχαν λείψει το προηγούμενο διάστημα οι προειδοποιήσεις Γερμανών στρατιωτικών ότι θα ξεσπάσει Γ’ Παγκόσμιος αν δοθούν τανκς στην Ουκρανία.
Ενδεικτικό του πώς και κάτω από ποιες συνθήκες πάρθηκε αυτή η απόφαση ήταν το γεγονός, ότι ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών, που βρισκόταν στο Βερολίνο δεν την γνώριζε, ενώ είχε ήδη επιβεβαιωθεί από την «συντρόφισσά» του Υπουργό Αμυνας.
Με την απόφαση αυτή τη γερμανικής κυβέρνησης σπάει ακόμα ένα ταμπού και αποκτά άλλη διάσταση η φράση «Αλλαγή Εποχής» (Zeitenwende), που είχε χρησιμοποιήσει ο καγελάριος όταν παρουσίαζε την πρόταση για διπλασιασμό των κονδυλίων του προϋπολογισμού για την άμυνα. Πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν ότι ουσιαστικά το ΝΑΤΟ, αλλά και η Γερμανία κηρύσσουν έστω και έμμεσα τον πόλεμο στην Ρωσία με απρόβλεπτες συνέπειες. Οπως ειρωνικά σχολίασαν κάποιοι, η συνάντηση του Ράμσταϊν δεν ήταν «Διάσκεψη Ασφάλειας», αλλά «Πολεμικό συμβούλιο».
Δε μπορεί να αγνοηθεί η παρατήρηση της Μόσχας, δια στόματος Σεργκέι Λαβρόφ, ότι με τέτοιες κινήσεις είναι δίχως νόημα πλέον να συζητά κανείς για το ενδεχόμενο ειρήνευσης. Την ίδια στιγμή διάφοροι στρατιωτικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι τα «Gepard» δεν θα είναι αρκετά και θα πρέπει να ακολουθήσουν και άλλες κινήσεις ανάλογης βαρύτητας. Kάποιοι έχουν αρχίσει να μιλούν για τα Leopard 1.
Η αντίφαση της ιστορίας είναι σίγουρα ότι ενώ η ανάγκη για παράδοση βαρέος στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία δικαιολογείται με το επιχείρημα ότι έτσι θα τελειώσει γρήγορα ο πόλεμος, ο Λόιντ Οστιν προετοίμασε τους συναδέλφους του για μια σύγκρουση μακράς διάρκειας, που απαιτεί από τους συμμάχους να κινήσουν «γη και ουρανό» για να στηρίξουν στρατιωτικά την Ουκρανία.
Αυτό που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου έχει λοιπόν ακόμα πολλές εκπλήξεις να μας «προσφέρει».
Το τέλος της Γερμανίας, που όλοι λάτρευαν να την μισούν
Πολωνία και Ρουμανία έγιναν «προπύργια» του ΝΑΤΟ, έτοιμες ακόμα και για να υποδεχθούν πυρηνικά