«Ω Γερμανία, χλωμή μητέρα! Πώς μολυσμένη κάθεσαι/ στους λαούς αναμεσό. Ανάμεσα στους λεκιασμένους/ ξεχωρίζεις».
Με αυτά τα λιγοστά λόγια ο Μπέρτολντ Μπρεχτ είχε περιγράψει με προφητική ευστοχία την πατρίδα του βλέποντας την άνοδο του ναζισμού και όσα έμελε να ακολουθήσουν.
Παρακολουθώντας κανείς σήμερα την επίθεση, που δέχεται το Βερολίνο από τους υπερατλαντικούς του «φίλους» και τους Ανατολικοευρωπαίους συμμάχους αναρωτιέται αν έχουμε μπροστά μας πάλι μια «χλωμή και λεκιασμένη μητέρα», που θα απειλήσει εκ νέου την Ευρώπη και τον κόσμο.
Προφήτης δε μπορεί να γίνει κανείς, αλλά σίγουρο είναι ένα. Η Γερμανία είναι μέχρι στιγμής η μεγάλη χαμένη αυτού του πολέμου. Οι τελευταίες προβλέψεις των οικονομικών Ινστιτούτων, που βλέπουν μια σημαντική επιβράδυνση των δεικτών μεγέθυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και προειδοποιούν για πιθανά «ακόμα χειρότερα» είναι μόνο η μια πτυχή αυτής της χλωμάδας.
Αυτό που θα έπρεπε να προσεχτεί περισσότερο είναι η εμφανής ηθική απαξίωση και το πολιτικό «κόντυμα» της ισχυρότερης χώρας της ΕΕ, με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο βομβαρδισμός με καταδικαστικές αναλύσεις, όπου πρωτοστατούν «αμερικανοτραφή» Μέσα όπως το «Politico», οι επιθέσεις από πολιτικούς χωρών της «πρώτης γραμμής» στα σύνορα με τη Ρωσία και εσχάτως οι προσβλητικές κινήσεις από τη μεριά του Κιέβου δεν είναι ασφαλώς συμπτώσεις.
Η αμηχανία που έχει προκληθεί στο Βερολίνο, ειδικά μετά την απόρριψη της επίσκεψης του προέδρου Στάινμαϊερ στο Κίεβο και η προκλητική δήλωση του Ουκρανού πρέσβη, ότι μπορεί να έρθει στο Κίεβο ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς αρκεί να φέρει μαζί του και όπλα, φαίνεται να έχει φτάσει προς το παρόν στην κορύφωσή της. Οι πιέσεις για ολικό κόψιμο των δεσμών με τη Μόσχα και αναθεώρηση προς το ψυχρότερο των σχέσεων με το Πεκίνο είναι στα όρια του «αφόρητου».
Η ικανοποίηση της Ουάσιγκτον για αυτή την εξέλιξη δε μπορεί να κρυφτεί, όπως και η επιθυμία της για «μακροημέρευση» του πολέμου σε χαμηλή ένταση, που θα συντηρεί μεταξύ άλλων αυτό το αντιγερμανικό κλίμα και θα κρατά συσπειρωμένους τους ατλαντιστές στην Ευρώπη, φέρνοντας μάλιστα και νέες χώρες στην αγκαλιά του ΝΑΤΟ.
Φυσικά και η πολιτική ηγεσία στο Βερολίνο έχει κάνει λάθη. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτή που συνδέθηκε στενά ενεργειακά με τη Μόσχα. Οταν το 2016 ο Μπαράκ Ομπάμα έχριζε την Ανγκέλα Μέρκελ ως «διάδοχό του πλανητάρχη» ο πόλεμος της Κριμαίας είχε ήδη προηγηθεί και οι απόψεις του Πούτιν δεν ήταν κρυφές. H συμφωνία για την κατασκευή του Nord Stream 2 είχε ήδη κλειστεί και έφερε από τον Ιούνιο του 2015 εκτός από την υπογραφή της Gazprom, και εκείνες της ολλανδικής Royal Dutch Shell, της γερμανικής E.ON, της αυστριακής OMV, and της γαλλικής Engie.
Το ερώτημα είναι λοιπόν τι άλλαξε τόσο πολύ από τότε; Μόνο η στάση του Πούτιν; Θα ήταν αφελές να θεωρεί κάποιος κάτι τέτοιο.
Ο απλοϊκός τρόπος με τον οποίο επιχειρείται σήμερα από συγκεκριμένες ομάδες να χαρακτηριστεί η Γερμανία περίπου σαν ο βασικός ηθικός αυτουργός για την επιθετικότητα του Πούτιν, αποσκοπεί λοιπόν να αποκρύψει άλλες παραμέτρους ενός πολέμου, που αποτελεί μέρος του νέου ανακατέματος της παγκόσμιας τράπουλας και αναδιανομής οικονομικών κερδών.
Η άκριτη αναπαραγωγή των «κατηγορητηρίων» του Ζελένσκι ή του πρέσβη του Αντρέι Μέλνικ κατά της Μέρκελ, μπορεί να βγάζει «πιασάρικους» τίτλους, αλλά σίγουρα δεν είναι ούτε σοβαρή δημοσιογραφία, ούτε εμβριθής ανάλυση της νέας πραγματικότητας που διαμορφώνεται μέρα με τη μέρα.
Ο πόλεμος είναι φυσικά κάτι το τρομερό, που προκαλεί έντονα συναισθήματα και ευνοεί συνθηματολογικές αντιδράσεις, που ενισχύουν την παρόρμηση. Εταιρίες δημοσίων σχέσεων και επικοινωνίας τρίβουν τα χέρια τους γιατί μπορούν να τεστάρουν τις στρατηγικές τους σε «πραγματικά ακραίες» συνθήκες. Αλλά όποιος θέλει να δει τα αίτια του και κυρίως να ασχοληθεί με την επόμενη μέρα του θα πρέπει να αφήσει στην άκρη τα συνθήματα.
Ας θυμηθούμε ξανά τα λόγια του στρατιωτικού αναλυτή από τη Βρετανία, της χώρας που έχει διαλέξει προ πολλού σε ποιά «πλευρά της ιστορίας» θέλει να βρίσκεται: «Οι Ευρωπαίοι πρέπει να διαλέξουν αν προτιμούν την κυριαρχία των Γερμανών, των Ρώσων ή των Αμερικάνων».
«Χλωμή μητέρα» λοιπόν ξανά στους τίτλους των δυτικών ΜΜΕ η Γερμανία. Αλλά το στρίμωγμά της από παντού θα βγάλει κάποια αντίδραση. Οι οικονομικές και βιομηχανικές ελίτ είναι σε αναβρασμό και στέλνουν προειδοποιήσεις. Ο μόνος που μοιάζει να έχει πιάσει ως ένα βαθμό το νόημα είναι ο Εμανουέλ Μακρόν. Δεν είναι τυχαία η προσπάθεια του να κρατήσει αποστάσεις από τις ακραίες «εκτιμήσεις» και χαρακτηρισμούς του Τζο Μπάιντεν, αλλά και από τις συντονισμένες υπόγειες ή φανερές επιθέσεις εναντίον του Βερολίνου.
Ο Γάλλος πρόεδρος που θα είχε κάθε λόγο να νοιώθει δικαιωμένος από την μόνιμη σιωπηρή απόρριψη της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας στις απανωτές προτάσεις του για μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, κρατάει τώρα τους πιο χαμηλούς τόνους. Ισως η στάση του αυτή να οφείλεται και στην εκτίμηση ότι αυτό που απεργάζονται συγκεκριμένοι κύκλοι είναι πολύ χειρότερο από αυτό που προσπαθούσε μάταια να αναδιαμορφώσει.
Πρώην σύμβουλος της Μέρκελ: «Γ’ Παγκόσμιος» αν δοθούν τανκς στην Ουκρανία
Η «επικίνδυνη» (αποτυχημένη;) αποστολή του καγκελάριου της Αυστρίας στη Μόσχα
Η «αντιγραφή» της ακροδεξιάς ατζέντας δεν αποδυναμώνει την ακροδεξιά