Για πρώτη φορά ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραδέχθηκε πως είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να μην κερδίσει το κόμμα του την αυτοδυναμία και ν’ αναγκαστεί να προσφύγει στη λογική των μετεκλογικών συνεργασιών.
Δεν έχει περάσει πολύς χρόνος από τότε που ειρωνευόταν τον Αλέξη Τσίπρα κάνοντας λόγο για «γαλοπούλες που βιάζονται να έρθουν τα Χριστούγεννα» όταν ο τελευταίος είχε καταθέσει επίσημα το αίτημα για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Το πρόβλημα ωστόσο δεν έγκειται πλέον στο αν ο πρωθυπουργός υπερεκτίμησε τις δυνατότητές του τότε, εξάλλου πολλά έχουν συμβεί από εκείνη τη συνεδρίαση στη Βουλή τον Δεκέμβριο και ο πόλεμος αποτέλεσε τον βασικό καταλύτη των εξελίξεων.
Το ζήτημα είναι με ποιον δύναται να συνεργαστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν έρθει εκείνη η ώρα από τη στιγμή που τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΚΙΝΑΛΛ, το κάθε κόμμα με τον δικό του τρόπο έχουν ξεκαθαρίσει ότι δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο από πλευράς τους. Βέβαια, στην πολιτική ποτέ δεν λες ποτέ, ωστόσο κάθε σενάριο βασίζεται στα υπάρχοντα δεδομένα.
Ο μοναδικός που φαίνεται λογικά διαθέσιμος είναι ο Κυριάκος Βελόπουλος, της Ελληνικής Λύσης. Ένας σχηματισμός δεξιότερα της κεντροδεξιάς κυβέρνησης που ήρθε να καλύψει εν πολλοίς το κενό που άφησε πίσω του ο Πάνος Καμμένος με τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Σύμφωνα με όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις η Ελληνική Λύση συγκεντρώνει ένα ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 3,5 και 4,8%, και το οποίο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων άτομα που κλείνουν το μάτι στους αντιεμβολιαστές ενώ έχουν και σαφή φιλορωσική στάση στο θέμα της Ουκρανίας.
Ας μην ξεχνάμε πως ο κ. Βελόπουλος (μαζί με τους Γεωργιάδη, Βορίδη και Πλεύρη) ανδρώθηκαν πολιτικά στο ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη και σχεδόν μαζί αποχώρησαν για τη Ν.Δ. την περίοδο των μνημονίων. Ο κ. Βελόπουλος έμεινε στο κόμμα για μια τριετία (2012-2015) πριν αποχωρήσει και δημιουργήσει την Ελληνική Λύση γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα εξέφραζε έναν χώρο που είχε «ψωμί», έπειτα από τη συνεργασία των ΑΝΕΛΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η απόφαση τού βγήκε.
Το πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι μεγάλο πλέον και χρειάζεται ιδιαίτερους χειρισμούς. Το 2019 καλλιέργησε στα μέσα ένα κεντρώο, φιλοευρωπαϊκό προφίλ μακριά από ακρότητες, χτίζοντας το επιτελικό κράτος του με στελέχη που δεν προέρχονταν από την παραδοσιακή Δεξιά αλλά από το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι κλπ. Και μπορεί να υπουργοποίησε και να έδωσε θέσεις σε πολιτικούς που στο παρελθόν είχαν φλερτάρει ή συμμετάσχει με την ακραία Δεξιά, ωστόσο οι κραδασμοί που προκάλεσαν αυτές οι κινήσεις με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο απορροφήθηκαν.
Τί θα συμβεί όμως τώρα, όταν στο παρελθόν ένα από τα βασικά επιχειρήματα του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου που καλλιεργούσε επιμελώς η Ν.Δ. ήταν η μομφή προς την Κουμουνδούρου ότι συγκυβέρνησε με τους ακραίους των ΑΝ.ΕΛΛ.;
Μνημόνια πλέον δεν υπάρχουν ώστε να προταθεί -πειστικά ή όχι δεν έχει και τόση σημασία- ο εθνικός στόχος να ξεφύγει η χώρα της μέγγενης των δανειστών.
Υπάρχει πάντα βέβαια η νέα οικονομική κρίση που έχει ξεσπάσει λόγω πολέμου και ως συνέχεια της πανδημίας και αυτό θα μπορούσε να είναι το κύριο επιχείρημα, συνοδευόμενο από το δίλημμα «σταθερότητα ή χάος» – όπου χάος για τη Ν.Δ. βλέπε ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά θα υπάρχει και μια πραγματικότητα που λέει ότι η Ν.Δ. θα συνεργαστεί μ΄ έναν πολιτικό ο οποίος μεταξύ άλλων στο παρελθόν έχει ταχθεί υπέρ της θανατικής ποινής, του χημικού ευνουχισμού των παιδεραστών, ο οποίος έχει έντονο αντιμεταναστευτικό και προσφυγικό λόγο και ο οποίος θεωρεί τον θεωρητικό της Χούντας, Γεωργαλά, ως έναν απ’ τους «πνευματικούς του δασκάλους».
Ανδρουλάκης: «Δεν θα δώσω σωσίβιο στον κ. Μητσοτάκη»
Τσίπρας: Η Ελλάδα έχει τη χειρότερη κυβέρνηση τη χειρότερη στιγμή