Η ελληνική κοινή γνώμη στέκεται πιο σκεπτικιστικά από τον μέσο Ευρωπαίο απέναντι σε οποιαδήποτε εθνική ή υπερεθνική πρωτοβουλία θα μπορούσε δυνητικά να αυξήσει τις πιθανότητες κλιμάκωσης της έντασης ή απόλυτης εναντίωσης της χώρας μας με τη Ρωσία.
Του Αγγελου Σεριάτου
Έρευνα σε 6 ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και Ολλανδία) διεξήγαγε το δίκτυο ανεξάρτητων εταιρειών μέτρησης της κοινής γνώμης Euroskopia. Ενα ανεξάρτητο ερευνητικό δίκτυο που οικοδομήθηκε στη βάση της πεποίθησης ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουν στις μέρες μας εξαιρετικά ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση των θεμάτων της δημόσιας ατζέντας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και τη δύναμη να παρεμβαίνουν στα θέματα που τους αφορούν, ορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις. Και φυσικά, πιάνοντας το νήμα από την πρώτη έρευνα που διενήργησε το δίκτυο πριν από περίπου έναν μήνα, επιλέχθηκε και αυτή τη φορά να διερευνηθούν αντιλήψεις και στάσεις σχετικά με τη ρωσο-ουκρανική κρίση.
Και τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας είναι ενδιαφέροντα για δύο λόγους. Πρώτον, διότι καταγράφονται οριζόντια ορισμένες πανευρωπαϊκές τάσεις και, δεύτερον, διότι σε ορισμένες περιπτώσεις καταγράφονται σημαντικές διαφοροποιήσεις οι οποίες σχετίζονται με τις επιμέρους προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι χώρες αλλά και με την εσωτερική πολιτική τους κατάσταση.
Συνολικά καταγράφεται μια πανευρωπαϊκή τάση απόρριψης της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, η οποία είτε έχει συντριπτικό χαρακτήρα (Ολλανδία, Ισπανία), είτε όχι (Ελλάδα, Ιταλία). Παράλληλα ανιχνεύεται πλειοψηφική προτίμηση ως προς την ικανοποίηση του αιτήματος της Ουκρανίας για είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία είναι ιδιαίτερα ισχυρή μεταξύ των Ισπανών και όχι ιδιαίτερα ισχυρή μεταξύ της ελληνικής κοινωνίας, που σε ποσοστό 39% δεν επιθυμεί την είσοδο της χώρας στην Ε.Ε, ούτε άμεσα αλλά ούτε και σε χρόνο μελλοντικό.
Ο σχετικός φόβος ή άρνηση ευθείας αντιπαράθεσης της Ελλάδας με τη Ρωσία αποτυπώνεται ωστόσο και ως προς τη διατήρηση των κυρώσεων έναντι της τελευταίας μετά τον τερματισμό του πολέμου: η ελληνική κοινή γνώμη απορρίπτει τη διατήρηση του συνόλου σχεδόν των κυρώσεων προς όσους δρώντες συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με τη Μόσχα. Ενδεικτικά, εκτός από τις κυρώσεις προς όσους επενδυτές και επιχειρήσεις συνδέονται ευθέως με τον Πούτιν, οι περισσότεροι Ελληνες και Ελληνίδες είναι αρνητικοί/ές απέναντι σε γενικευμένες κυρώσεις σε εταιρείες, επενδυτές, αθλητικές ομοσπονδίες και συλλόγους καθώς και σε παραστάσεις καλλιτεχνών.
Στη μεγάλη εικόνα ωστόσο οι Ευρωπαίοι συνολικά προκρίνουν κυρώσεις οικονομικού χαρακτήρα προς τη Ρωσία, απορρίπτοντας σε μεγάλο βαθμό άλλες που σχετίζονται με τον αθλητισμό και τον πολιτισμό. Μοναδική εξαίρεση η ισπανική κοινή γνώμη, σύμφωνα με την οποία ένα συνολικό και πολύπλευρο πακέτο κυρώσεων θα πρέπει να διατηρηθεί και μετά τον τερματισμό της ρωσικής εισβολής.
Ποιες ωστόσο είναι οι στάσεις των Ευρωπαίων ως προς την υποδοχή των προσφύγων πολέμου, αλλά και ως προς το ενδεχόμενο δημιουργίας κοινού ευρωπαϊκού στρατού; Οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι σαφώς πιο ανεκτικοί ως προς το ενδεχόμενο υποδοχής προσφύγων συγκριτικά με την περίοδο πριν από τον πόλεμο, αφού σήμερα το 38% θεωρεί ότι πρέπει να γίνονται δεκτοί περισσότεροι πρόσφυγες στις χώρες της Ενωσης, ποσοστό το οποίο αυξήθηκε κατά 10% συγκριτικά με την αντίστοιχη έρευνα του δικτύου τον Φεβρουάριο του 2022. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι διατηρούνται ισχυρά μπλοκ απόρριψης των προσφύγων πολέμου, κυρίως σε Γερμανία και Ελλάδα, με το ποσοστό όσων ακόμα και σήμερα θεωρούν πως οι χώρες τους πρέπει να υποδέχονται λιγότερους απ’ ό,τι σήμερα να κυμαίνεται μεταξύ 21% στην περίπτωση της πρώτης και 25% στην περίπτωση της χώρας μας.
Σε σχέση με το ενδεχόμενο δημιουργίας ευρωπαϊκού στρατού η μεγαλύτερη μερίδα των Ευρωπαίων (42%) παρουσιάζεται θετική, με το 30% να θεωρεί ότι οι εθνικοί στρατοί και το ΝΑΤΟ αρκούν και το 12% να συντάσσεται γενικότερα απέναντι σε εθνικούς ή περιφερειακούς στρατούς. Οι κάτοικοι των χωρών, δε, που με μεγαλύτερη ένταση επιθυμούν τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού είναι αυτοί της Ελλάδας, ενώ αυτοί που με διαφωνούν με συντριπτικούς ποσοτικά όρους είναι αυτοί της Ολλανδίας.
Εν κατακλείδι φαίνεται πως η ελληνική κοινή γνώμη στέκεται σαφώς πιο σκεπτικιστικά από τον μέσο Ευρωπαίο απέναντι σε οποιαδήποτε εθνική ή υπερεθνική πρωτοβουλία θα μπορούσε δυνητικά να αυξήσει τις πιθανότητες κλιμάκωση της έντασης ή απόλυτης εναντίωσης της χώρας μας με τη Ρωσία. Και αυτή η στάση μπορεί να εξηγηθεί από τρεις παράγοντες.
- Πρώτον, από το γεγονός πως οι Ελληνες και οι Ελληνίδες αισθάνονται ευάλωτοι δεδομένης της γεωγραφικής θέσης της χώρας, των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας και της ύπαρξης ενός απρόβλεπτου πολιτικού παίκτη στα σύνορά της, τον Ερντογάν.
- Δεύτερον, από το γεγονός πως δεν εμπιστεύονται σε μεγάλο βαθμό τις προθέσεις της Δύσης στη ρωσο-ουκρανική κρίση αλλά ούτε και σε πιθανή (οικονομική ή στρατιωτική) στήριξη της χώρας, εφόσον προκύψει τέτοιο ζήτημα, λόγω μιας ισχυρής εναντίωσής μας προς τη Ρωσία.
- Και, τρίτον, από το γεγονός πως εντός της ελληνικής κοινωνίας διατηρείται -για μια σειρά από λόγους που δεν αποτελούν αντικείμενο επί του παρόντος- ένα από τα ισχυρότερα πανευρωπαϊκά φιλορωσικά ρεύματα.
Η ελληνική κοινωνία μοιάζει πως θέλει να αποφύγει την εξάπλωση της έντασης στην ευρύτερη γειτονιά της, ιδίως διαρρηγνύοντας πλήρως τις σχέσεις της με μια δύναμη που προσλαμβάνεται αρκετά εγγύς προς τη χώρα μας. Και η συγκεκριμένη στάση μοιάζει εξηγήσιμη, αν αναλογιστεί κανείς πως μετά από μια ταραχώδη -και ως προς αυτό αποτελεί μοναδική περίπτωση στην Ευρώπη- δεκαετία καλλιεργήθηκε (καλώς ή κακώς) στην ελληνική κοινωνία μια αίσθηση ότι η χώρα μπορεί να περάσει σε μια φάση σταθερότητας χωρίς κινδύνους. Και υπό αυτή την έννοια οποιαδήποτε εξέλιξη δύναται να αυξήσει τις πιθανότητες διάψευσης αυτών των προσδοκιών δεν μοιάζει ελκυστική για μια μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας.
* Eπικεφαλής Πολιτικών και Κοινωνικών Ερευνών της Prorata
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ Euroskopia**Δείγμα: 1.000 ενήλικα άτομα ανά χώρα (Σύνολο: 6.000 άτομα) με αναλογική αντιπροσώπευση ως προς το φύλο, την ηλικία και τον τόπο διαμονής *Μέθοδος Συλλογής Δεδομένων: μικτό μοντέλο CATI-CAWI *Περίοδος διεξαγωγής έρευνας: 8-11 Μαρτίου 2022 *Μέγιστο Στατιστικό Τυπικό Σφάλμα για κάθε χώρα: +/- 3,1%
Πηγή: Εφ.Συν.