Η απροθυμία της Κίνας να καταδικάσει κατηγορηματικά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αρχίσει να αποτελεί ένα ακόμα ζήτημα που διχάζει τους Ευρωπαίους. Ορισμένες χώρες ζητούν πιο σκληρή «διπλωματία» απέναντι στο Πεκίνο, αλλά και εδώ η Γερμανία είναι επιφυλακτική.
Οι κυβερνήσεις Βερολίνου και Πεκίνου είναι ίσως εκείνες, που επιθυμούν περισσότερο από κάθε άλλη στον πλανήτη, ένα γρήγορο τερματισμού του πολέμου, φοβούμενες τις συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία (και τις δικές τους). Οι πληροφορίες λένε ότι στο τηλεφώνημα του προς τον Ολαφ Σολτς ο Σι Τζινπινγκ προειδοποίησε ότι μια απότομη επιβράδυνση της σινικής οικονομίας εξαιτίας του πολέμου θα μπορούσε να συμπαρασύρει προς τα κάτω την παγκόσμια οικονομία.
Υπάρχει βεβαίως και ο φόβος των Ευρωπαίων για μια επιθετική κίνηση των Κινέζων απέναντι στην Ταϊβάν, κάτι που θα τους υποχρέωνε τότε να πάρουν σκληρά μέτρα απέναντι στον «ασιατικό γίγαντα», προκαλώντας ένα νέο κύμα ύφεσης.
Πιέσεις προς το Βερολίνο
Η συζήτηση που έχει ξεκινήσει τις τελευταίες ημέρες στη Γερμανία για τις συνέπειες της διάρρηξης των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών, μαρτυρά ότι προφανώς υπάρχουν και τέτοιου είδους πιέσεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού προς την Ευρώπη. Αλλωστε δεν πρέπει να αγνοεί κανείς ότι πριν τον πόλεμο της Ουκρανίας, μεγάλος αντίπαλος για τις ΗΠΑ είχε ανακηρυχθεί η Κίνα.
Η αγωνία που εξέφρασε αυτές τις ημέρες το μεγάλο αφεντικό της Volkswagen, Χέρμπερτ Ντις είναι χαρακτηριστική. Οι συνέπειες διακοπής των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα θα είναι ανυπολόγιστες, όπως προειδοποίησε, σε μια εποχή μάλιστα που πολλοί, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Ντις, φοβούνται ότι οι συνέπειες του πολέμου θα είναι πολύ χειρότερες και από εκείνες της πανδημίας. Και ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια «παγκόσμια» εταιρία, που τώρα προσπαθεί να συνέλθει από τις συνέπειες του σκανδάλου «dieselgate».
Μια ρήξη των σχέσεων με το Πεκίνο θα ήταν για την Volkswagen κάτι σαν μια επίσημη έναρξη του Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου, σε μια στιγμή που ο γερμανικός κολοσσός σχεδιάζει να επενδύσει 15 δισεκατομμύρια ευρώ στην εξέλιξη της ηλεκτροκίνησης σε συνεργασία με κινέζικες εταιρίες, που έχουν σημειώσει αξιοσημείωτη πρόοδο στον τομέα αυτό.
O σημαντικότερος εταίρος της Γερμανίας
Δεν είναι βεβαίως μόνο η Volkswagen. Η Κίνα ήταν και πέρσι για έκτη συνεχή χρονιά, ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας με συναλλαγές συνολικού ύψους 245 δισ. Αυτό είναι σίγουρα και μια κληρονομιά της εποχής Μέρκελ, αφού η Γερμανίδα πρώην καγκελάριος θεωρούσε την Κίνα ως τη μεγάλη αναδυόμενη οικονομική δύναμη στον πλανήτη και πραγματοποιούσε συχνά επισκέψεις εκεί συνοδευόμενη από πολυμελείς επιχειρηματικές αποστολές, θέλοντας να συνδέσει όσο γίνεται στενότερα τις οικονομίες των δύο χωρών.
Στην περίπτωση της Ρωσίας η «αλληλεξάρτηση» ήταν καθαρά σε ενεργειακό επίπεδο. Με την Κίνα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Γερμανία δεν εξάγει μόνο εκεί, ούτε απλώς επενδύει. Σημαντικές είναι και οι εισαγωγές της σε μια σειρά τομείς (ηλεκτρονικά, ρουχισμός, είδη ψυχαγωγίας) αλλά και οι κοινοπραξίες και η τροφοδοσία της μέσω της παγκοσμιοποιημένης εφοδιαστικής αλυσίδας. Οι δεμοί δεν θα κοπούν τόσο αναίμακτα, ειδικά μάλιστα σε μια περίοδο που η γερμανική οικονομία θα πρέπει να αντέξει και το σοκ από τις κυρώσεις απέναντι στη Μόσχα.
Τι είναι 5 χρόνια μπροστά στην αιωνιότητα;
Είναι εντυπωσιακό πάντως ότι το τελευταίο διάστημα έχουν εμφανιστεί διάφοροι αναλυτές, που επιμένουν ότι μια αλλαγή στάσης απέναντι στην Κίνα, σίγουρα θα πονούσε στην αρχή, αλλά θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί στη συνέχεια, αν οι Γερμανοί αναζητούσαν εγκαίρως αλλού, τόσο προμηθευτές όσο και καταναλωτές. Βεβαίως αυτή η αντικατάσταση δεν θα μπορούσε να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Οι πιο αισιόδοξοι μιλούν για πέντε χρόνια, οι πιο προσεκτικοί για τουλάχιστον δέκα, μέχρι να μπορέσει να αναπληρωθεί μια τέτοια απώλεια.
Για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα της Volkswagen, αυτή τη στιγμή το 44% των οχημάτων της καταναλώνονται στην Κίνα, ποσοστό κάθε άλλο παρά αμελητέο. Κάποιοι την «συμβουλεύουν» να στρέψει το ενδιαφέρον της προς τις ΗΠΑ, αλλά και προς άλλες αγορές της Ασίας, όπως η Ινδονησία και το Βιετνάμ, ακολουθώντας το παράδειγμα της Toyota. Για πιο ακριβές γερμανικές μάρκες όπως οι BMW, Daimler, Audi κάτι τέτοιο θα είναι πιο δύσκολο από τη στιγμή, που η αγορά των ΗΠΑ θεωρείται ήδη «κορεσμένη» για αυτές και οι «φθηνές» ασιατικές αγορές δε μπορούν να λειτουργήσουν ως αντικαταστάτες.
Υπάρχει εξάλλου και η εμπειρία των τελευταίων δύο χρόνων που ήταν γεμάτες εκπλήξεις. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι μια τέτοια μεταστροφή θα μπορούσε να γίνει χωρίς κραδασμούς και επιπτώσεις από κάποια νέα απρόοπτα; Τέλος ακόμα και τα πιο αισιόδοξα μοντέλα των οικονομικών Ινστιτούτων, παραδέχονται ότι μια «αποστασιοποίηση» από την Κίνα θα είχε σημαντικές συνέπειες για τον τομέα της απασχόλησης στη Γερμανία, δημιουργώντας άμεσα περίπου μισό εκατομμύριο ανέργους, χωρίς να μπορεί να γίνει ασφαλής πρόβλεψη για το τι θα ακολουθήσει.
Μια ακόμα γεωπολιτική αντιπαράθεση εν’ όψει
Πολλοί είναι πάντως και εκείνοι που προειδοποιούν ότι οι «χρυσές εποχές» της Κίνας σταδιακά ολοκληρώνονται, το βιοτικό επίπεδο ανεβαίνει, οι δείκτες ανάπτυξης μειώνονται, τα προϊόντα της γίνονται πιο ανταγωνιστικά απέναντι στα γερμανικά. Θα χρειαστεί δηλαδή συνολικά μια νέα προσέγγιση για τη σχέση με τη σύγχρονη οικονομική υπερδύναμη, ανεξαρτήτως των άλλων γεωπολιτικών εξελίξεων.
Συμπερασματικά πρέπει να θεωρούμε σίγουρο ότι μετά τις συζητήσεις για το εμπάργκο στη Ρωσία, το επόμενο στάδιο θα αφορά την προσπάθεια «απεξάρτησης» της ευρωπαϊκής οικονομίας από την κινέζικη «ατμομηχανή». Φαίνεται ότι εδώ οι αποφάσεις θα επιχειρηθεί να ληφθούν με κριτήρια όχι καθαρά οικονομικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό γεωπολιτικά.
O ηγέτης της Κίνας Σι Τζινπινγκ προφανώς κάτι είχε μυριστεί, όταν τον περασμένο Δεκέβριο εξέφραζε την ελπίδα για συνέχιση των πολύ καλών σχέσεων των δύο χωρών, που όπως υπογράμμιζε «συμφωνούν ότι στην εποχή μας πρέπει να απορρίπτονται πολιτικές επικυριαρχίας και νοοτροπίες ψυχρού πολέμου».
Ειδήσεις σήμερα
Η απροθυμία της Αφρικής να συγκρουστεί με τη Ρωσία βγάζει κερδισμένη την Κίνα
Μπορεί η Κίνα να επηρεάσει τον Πούτιν; Γιατί σιωπά για τον πόλεμο στην Ουκρανία