Η Ευρώπη έχει κατηγορηθεί πολλές φορές, ότι οι αντιδράσεις της στις μεγάλες κρίσεις ήταν «πολύ αργές και πολύ λίγες». Πιθανώς το ίδιο θα ακουστεί και πάλι, αλλά θα αφορά αποκλειστικά και μόνο την στήριξη στην Ουκρανία και την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων απέναντι στο καθεστώς Πούτιν. Αντιδράσεις δηλαδή και όχι δράσεις.
Πολλοί πιστεύουν και έχουν γράψει αυτές τις ημέρες ότι η Ευρώπη θα μπορούσε αν ήταν λίγο πιο προσεκτική να είχε αποτρέψει αυτόν τον πόλεμο. Αλλά αυτό πια δεν έχει και τόση σημασία. Πιο σημαντικό είναι να δει κανείς τη σημασία της φράσης του διευθυντή της «Νόβαγια Γκαζέτα» Ντμίτρι Μουράτοφ. «Ο Πούτιν αποφάσισε να ξεκινήσει πόλεμο στην Ουκρανία. Και δεν υπάρχει κανείς να σταματήσει αυτό τον πόλεμο. Γι΄αυτό το λόγο εκτός από θλίψη, νοιώθω και ντροπή». Δεν υπήρχε κανείς γιατί ο Πούτιν έχει τον ολοκληρωτικό έλεγχο στα χέρια του.
Αυτό που μοιάζει να απουσιάζει από τις αναλύσεις πολιτικών και κάθε είδους «ειδικών» είναι οι προοπτικές της επόμενης μέρας. Ειδικά με την πολύ ισχυρή πιθανότητα ο Πούτιν να είναι πάντα εκεί. Δεν αρκεί η απλή διαπίστωση ότι «κατέρρευσε η μέχρι σήμερα υπάρχουσα αρχιτεκτονική ασφαλείας». Μια διαπίστωση, που έτσι κι αλλιώς δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση να απολογηθούν κάποτε οι Ευρωπαίοι ηγέτες για το γεγονός ότι αυτή η αρχιτεκτονική ήταν, όπως αποδείχτηκε εξαιρετικά ασταθής. Με μεγάλο δικό τους μερίδιο ευθύνης. Για αυτό και εξαϋλώθηκε στην πρώτη σοβαρή κόντρα ΗΠΑ και Ρωσίας.
Το ερώτημα είναι αν οι Ευρωπαίοι έχουν σκεφτεί κάτι περισσότερο για την επόμενη ημέρα, πέρα από την απόφαση να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες και μάλιστα, όπως πλέον ανενδοίαστα διατυπώνεται, σε βάρος άλλων στόχων, όπως αυτοί που είχαν καθοριστεί στο Ταμείο Ανάκαμψης. Οταν για παράδειγμα κορυφαίοι Γερμανοί υπουργοί παραδέχονται ανοικτά ότι κονδύλια που είχαν προβλεφθεί για την πράσινη μετάβαση, την ψηφιοποποίηση ή την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους θα πρέπει να «επαναδρομολογηθούν» προς την κατεύθυνση της άμυνας κατανοεί κανείς τι μπορεί να σημαίνει αυτό για χώρες με πολύ μικρότερα περιθώρια οικονομικής ευελιξίας.
Το πρόβλημα λοιπόν παραμένει. Πώς βλέπουν οι Ευρωπαίοι την επόμενη μέρα; Ολα τα πιθανά σενάρια που διαφαίνονται αυτές τις ημέρες δεν είναι και τόσο αισιόδοξα. Κυρίως επειδή σε όλα η Ευρώπη όπως λειτουργεί σήμερα μοιάζει να βγαίνει χαμένη.
Το πρώτο σενάριο θέλει την Ουκρανία να «αντέχει», τον Πούτιν να βγαίνει ηττημένος αλλά και ακόμα περισσότερο εξοργισμένος μετά από αυτόν τον «πολεμικό εφιάλτη» που ο ίδιος εκκίνησε. Υπάρχει περίπτωση να σημάνει κάτι τέτοιο το πολιτικό του τέλος και αν συμβεί αυτό, ποιός αποκλείει μια χαωτική κατάσταση χειρότερη και από εκείνη των ημερών του «μεγάλου πλιάτσικου» της εποχής Γέλτσιν; Αλλιώς ένας Πούτιν που θα καταφέρει να επιβιώσει πολιτικά στη Ρωσία και θα αναζητά ευκαιρία εκδίκησης απέναντι στην Ευρώπη, που θα έχει καταγραφεί στο μυαλό του ως «εχθρική δύναμη» είναι μια ελκυστική προοπτική;
Το δεύτερο σενάριο ακούγεται ακόμα πιο ανατριχιαστικό με τον Πούτιν να έχει επικρατήσει στην Ουκρανία, να έχει εγκαθιδρύσει ένα δικό του καθεστώς εκεί και να θεωρεί ότι μπορεί να συμπεριφέρεται στους Ευρωπαίους ως τους συμμάχους των «ηττημένων». Πώς σκέφτονται να ζήσουν οι Ευρωπαίοι με ένα τέτοιο «γείτονα» τον οποίο θα έχουν απομονώσει πλήρως το προηγούμενο διάστημα, όπως επιδιώκουν τώρα;
Ακόμα και ένα τρίτο σενάριο μιας σχετικής «ισοπαλίας» και κάποιου είδους ανακωχής δεν είναι κάτι που μπορεί να προσμένει κανείς με αισιοδοξία, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων. Θα είναι μια προσωρινή και ακόμα ασταθέστερη ισορροπία. Μέχρι να προκύψει η αφορμή για την επόμενη έκρηξη. Μια παραλλαγή αυτού του σεναρίου είναι μια διχοτομημένη Ουκρανία σε διαρκή «αναβρασμό». Αυτό είναι πάντως εξίσου αποκρουστικό και ίσως ακόμα πιο περίπλοκο και από την πλήρη κατοχή…
Είναι προφανές από δηλώσεις δυτικών πολιτικών ότι αισιοδοξούν να ζήσουν την πρώτη εκδοχή. Ενα Πούτιν δηλαδή ηττημένο, που θα ανατραπεί στη συνέχεια από τα μέσα, από κάποιες δυνάμεις στην ίδια του τη χώρα. Εδώ βεβαίως προστίθεται το ερώτημα τι είδους δυνάμεις θα μπορούσαν να είναι αυτές και πώς θα αντιμετωπίζουν την Ευρώπη.
Ακόμα και αν είμαστε «σκοπίμως αισιόδοξοι» και συνηγορήσουμε στην εκτίμηση ότι κάτι τέτοιο συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες υλοποίησης, αυτό δεν απαλλάσσει την Ευρώπη από το καθήκον να αποκτήσει περισσότερη αυτονομία και στις αποφάσεις της και στις κινήσεις της. Να επεξεργαστεί εγκαίρως μια πιο μακροπρόθεσμη στρατηγική απέναντι στη Ρωσία, με την οποία θα συνεχίσει υποχρεωτικά να γειτνιάζει και κάποια στιγμή θα χρειαστεί πιθανώς και πάλι να συνεργαστεί. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ηγεσία και κυρίως πολιτικό σθένος για να πάψουν επιτέλους οι «ηγέτες» της Ευρώπης να σύρονται πίσω από τα προτάγματα και ενίοτε και τα προστάγματα της Ουάσιγκτον.
Προς το παρόν βεβαίως αυτά είναι μάλλον πολυτέλειες. Η ελπίδα είναι να μην περάσει από το μυαλό του Ρώσου προέδρου η σκέψη να αψηφήσει το κόστος μιας ανυπολόγιστης ανθρωπιστικής τραγωδίας, μόνο και μόνο για να αποφύγει τη δική του στρατιωτική ταπείνωση. Είναι εντυπωσιακό πώς η προειδοποίηση του προς τους Δυτικούς, ότι σε περίπτωση ανάμιξής τους θα πρέπει να περιμένουν «συνέπειες που δεν έχουν ξαναδεί σε ολόκληρη την ιστορία», πέρασε σχεδόν ασχολίαστη από τους αποδέκτες της.
Διαβάστε ακόμα
Μια ιστορική στροφή του Βερολίνου: Γερμανικά όπλα στην Ουκρανία
Oυκρανία: Έξι οι Έλληνες που σκοτώθηκαν στο χωριό Σαρτανά – Συνολικά 10 οι νεκροί ομογενείς