Ανώμαλη προσγείωση επιφυλάσσουν για την κυβέρνηση οι τελευταίες εξελίξεις, τόσο στο Ουκρανικό ζήτημα, όσο και στο δημοσιονομικό μέτωπο, καθώς τα οικονομικά μεγέθη της χώρας φαντάζουν όλο και πιο προβληματικά, παρά τους πανηγυρικούς τόνους του Μεγάρου Μαξίμου για την ελληνική οικονομία.
Παρά τις ενθουσιώδεις διαρροές, πληροφορίες και δηλώσεις από την κυβέρνηση τις προηγούμενες ημέρες για τη χορήγηση ενός έκτακτου επιδόματος ενόψει Πάσχα στους πιο ευάλωτους, λόγω του κύματος ακρίβειας, τίποτα δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμα. Ουδείς γνωρίζει ούτε μπορεί να προσδιορίσει εάν θα είναι κάποιο αξιοπρόσεκτο ποσό, θα αφορά σημαντικό αριθμό δικαιούχων, αλλά και αν τελικά όντως θα δοθεί και δεν κοπεί την τελευταία στιγμή.
Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό και την σιγουριά για το επίδομα, υπάρχει πλέον μία θολούρα και μία αβεβαιότητα, καθώς τόσο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης, όσο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, το συνάρτησαν με την πορεία των πραγμάτων στα πεδία μείζονος ανησυχίας αυτή την εποχή.
«Μέσα στα δημοσιονομικά όρια που αντέχει η χώρα, σχεδιάζονται, μετριούνται, ζυγίζονται στοχευμένες μετρημένες παρεμβάσεις. Όταν θα είμαστε έτοιμοι να ανακοινώσουμε κάτι συγκεκριμένο και σε ό,τι αφορά το μέγεθος και σε ό,τι αφορά την περίμετρο θα το κάνουμε, ώστε να ξέρει ο καθένας τι περιμένει» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Οικονόμου, ενώ ο κ. Σκυλακάκης είχε σημειώσει νωρίτερα ότι «δεν είναι κλειδωμένο ότι θα δοθεί… οι εξελίξεις στην Ουκρανία και το μακροοικονομικό σενάριο που θα καταρτίσει το υπουργείο Οικονομικών έως τις 30 Απριλίου θα κρίνουν αν και τι μπορεί να δοθεί»!
Των δηλώσεων αυτών ακολούθησαν δυσάρεστες εξελίξεις, που επέτειναν την ανησυχία. Κι αν τα πράγματα στην Ουκρανία έχουν το στοιχείο του απροσδόκητου και του ανεξέλεγκτου, στο πεδίο της οικονομίας, είναι για τους μυημένους σχεδόν αναπόφευκτες οι άσχημες εκπλήξεις. Οι πλέον εχέφρονες παρατηρητές εκτιμούσαν από καιρό ότι ο εκτροχιασμός του χρέους, τα υψηλά ελλείμματα λόγω και της πανδημίας, η άφρονα διαχείριση των δημόσιων οικονομικών από την κυβέρνηση και η έλλειψη διορατικότητας (για την οποία κατηγόρησε την κυβέρνηση ακόμα και ο Ευάγγελος Βενιζέλος), θα προκαλούσαν την αντίδραση των ευρωπαίων αργά ή γρήγορα.
Οι εκτιμήσεις αυτές άρχισαν να επιβεβαιώνονται με τις αυστηρές δηλώσεις και τις συστάσεις που έκανε χθες προς την κυβέρνηση ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ο οποίος υπενθύμισε την υποχρέωση της χώρας για επιστροφή στην πορεία των πρωτογενών πλεονασμάτων.
«Οι προοπτικές για φέτος και μετά είναι ενθαρρυντικές χάρη στη θετική αναπτυξιακή δυναμική και την ώθηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. Τούτου λεχθέντος, το δημόσιο χρέος παραμένει πολύ υψηλό, υπογραμμίζοντας τη σημασία της επιστροφής σε ισχυρή δημοσιονομική θέση όπως την περίοδο πριν από την πανδημία. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες θα πρέπει να συνεχιστούν για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα και την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της κυβέρνησης» σημείωσε ο ευρωπαίος αξιωματούχος, χτυπώντας καμπανάκι στην κυβέρνηση, που περίμενε ανάλογες υπομνήσεις μάλλον προς το τέλος της χρονιάς, ίσως και αργότερα.
Το θέμα είναι τώρα ότι πολλοί στην κυβέρνηση επαναφέρουν το επιχείρημα, που χρησιμοποιείται συχνά από κάποιους όταν ασκούνται πιέσεις από την αντιπολίτευση για γενναία στήριξη της κοινωνίας, ότι πρέπει η χώρα να στέλνει προσεκτικά μηνύματα στις αγορές, για να μην πληγεί η αξιοπιστία της – όπως λένε! Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι κάθε παροχή, επίδομα και προστατευτικά μέτρα έναντι της κρίσης, εξετάζεται και επανεξετάζεται από το οικονομικό επιτελείο, για να μην φανεί, όπως λένε οι ίδιοι οι κυβερνητικοί παράγοντες, «διολίσθηση στο λαϊκισμό». Κι αυτό ανεξαρτήτως από το γεγονός ότι τεράστια ποσά στο μεταξύ δαπανήθηκαν προς συζητήσιμες κατευθύνσεις και με αμφιλεγόμενους τρόπους (όπως με τη σωρεία απευθείας αναθέσεων).
Σύμφωνα με τους πιο ανήσυχους παρατηρητές πάντως, το καμπανάκι Ρέγκλινγκ λειτουργεί και ως προειδοποίηση ότι οι δανειστές και οι εταίροι ετοιμάζουν δημοσιονομικό κορσέ για τη χώρα, κάτι σαν «μνημόνιο νέου τύπου». Η σχετική συζήτηση ξορκίζεται από την κυβέρνηση, αλλά το ενδεχόμενο αυτό τροφοδοτείται εξ αντικειμένου από την παρατεταμένη πληθωριστική πίεση, τις δυσμενείς εξωγενείς παράγοντες και την απουσία κυβερνητικού σχεδίου.
Διαβάστε επίσης:
Το ουκρανικό βάζει «φωτιά» στις τιμές των καυσίμων – Η βενζίνη έφτασε στα 2,146€
Ο Μπάιντεν μίλησε για «ρωσική εισβολή» και ανακοίνωσε τις πρώτες κυρώσεις