Η κυβέρνηση του Ισραήλ δέχθηκε χθες να ξαναρχίσουν την ερχόμενη Πέμπτη 15η Αυγούστου συνομιλίες για την κήρυξη κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας και την απελευθέρωση ομήρων που παραμένουν στα χέρια της Χαμάς. Η εξέλιξη αυτή καταγράφηκε, έπειτα από παρέμβαση και πιέσεις των χωρών που μεσολαβούν (ΗΠΑ, Αίγυπτος, Κατάρ), οι οποίες προειδοποίησαν τους αντιμαχόμενους ότι «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο ούτε δικαιολογία» για περαιτέρω καθυστερήσεις. Την ίδια ώρα η ένταση στην ευρύτερη Μέση Ανατολή παραμένει και όλος ο κόσμος αναμένει την επαπειλούμενη απάντηση του Ιράν και των συμμάχων του στο Ισραήλ, ενώ οι εχθροπραξίες στον παλαιστινιακό θύλακο συνεχίστηκαν και χθες με ισραηλινούς βομβαρδισμούς εναντίον δυο σχολείων, στους οποίους σκοτώθηκαν τουλάχιστον 18 άνθρωποι.
Οι υπηρεσίες του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου επιβεβαίωσαν ότι το Ισραήλ θα στείλει στις 15 Αυγούστου αντιπροσωπεία διαπραγματευτών στην τοποθεσία που θα οριστεί, λίγη ώρα αφότου Ουάσιγκτον, Κάιρο και Ντόχα προσκάλεσαν τα αντίπαλα μέρη να ξαναρχίσουν τις έμμεσες διαπραγματεύσεις. Οι συνομιλίες που διεξάγονται εδώ και μήνες έχουν ως βάση το πλαίσιο που παρουσιάστηκε από τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στα τέλη του Μαΐου. Ένα πλαίσιο που κατά τον ίδιο αποτελεί ισραηλινή πρόταση.
Οι διαμεσολαβήτριες χώρες επανέλαβαν στην πρόσκλησή τους ότι οι συνομιλίες βασίζονται στις αρχές που είχε διατυπώσει ο Τζο Μπάιντεν, επισημαίνοντας ότι «είναι καιρός να συναφθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και συμφωνία για την απελευθέρωση των ομήρων και των φυλακισμένων». Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η συμφωνία «είναι έτοιμη να υπογραφτεί την Πέμπτη», καθώς «απομένει πολλή δουλειά να γίνει», όπως σχολίασε ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν, αναφερόμενος στις συνδιαλέξεις του προέδρου των ΗΠΑ με τους ηγέτες της Αιγύπτου και του Κατάρ. Ο ίδιος αξιωματούχος, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί, ανέφερε ότι το Ισραήλ φάνηκε «πολύ δεκτικό» στην ιδέα να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες και απέρριψε τις επικρίσεις σύμφωνα με τις οποίες ο Νετανιάχου κωλυσιεργεί.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέλιξη αυτή καταγράφτηκε αφού ονομάστηκε νέος ηγέτης της Χαμάς ο Γιαχία Σινουάρ, τον οποίο ο ισραηλινός στρατός κατηγορεί ως εγκέφαλο της εφόδου στο νότιο Ισραήλ και έχει ορκιστεί πως θα τον «εξαλείψει». Από τον Νοέμβριο, πάντως, όλες οι προσπάθειες μεσολάβησης έχουν αποτύχει και εκτιμάται ότι οι διπλωματικές προσπάθειες συνεχίζονται για να αποφευχθεί η περιφερειακή ανάφλεξη μετά τις δολοφονίες Χανίγια και Σουκρ.
Ωστόσο, ο ιρανός υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών Αλί Μπαγερί τόνισε την Πέμπτη σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, ότι το Ισραήλ διέπραξε «στρατηγικό λάθος» που θα «του κοστίσει ακριβά». Παραλλήλως, κατηγόρησε την κυβέρνηση Νετανιάχου, η οποία δεν έχει κάνει ακόμη κανένα επίσημο σχόλιο για τον θάνατο του Ισμαήλ Χανίγια, ότι θέλει την εξάπλωση του πολέμου.
Από την άλλη, αμερικανός αξιωματούχος διεμήνυσε στην Τεχεράνη, ότι το Ιράν θα υποστεί «σημαντικές» συνέπειες αν αποφασίσει να επιτεθεί στο Ισραήλ. Χθες επίσης ανακοινώθηκε ότι οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, οι οποίες ενισχύουν εδώ και μία εβδομάδα την παρουσία τους στη Μέση Ανατολή, έστειλαν στην περιοχή και μαχητικά αεροσκάφη F-22.
Τεταμένη παραμένει η κατάσταση και στο βόρειο μέτωπο, καθώς αυτήν την εβδομάδα συνεχίστηκαν οι υπερπτήσεις ισραηλινών στρατιωτικών αεροσκαφών σε χαμηλό ύψος, αλλά και οι ανταλλαγές πυρών ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό και τη λιβανική Χεζμπολά. Ο ισραηλινός υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ προειδοποίησε, χθες Πέμπτη, ότι το Ισραήλ θα πολεμήσει τη Χεζμπολά «με όλη του τη δύναμη» αν συνεχίσει τις επιθέσεις της, με μήνυμα μεταφρασμένο στα αραβικά, το οποίο απηύθυνε προς τον πληθυσμό του Λιβάνου. Αναφέρθηκε μάλιστα και στη σύρραξη του Αυγούστου του 2006, τονίζοντας ότι ο ηγέτης της Χεζμπολά, Χασάν Νασράλα, είχε μετανιώσει τότε για «την επικίνδυνη και απερίσκεπτη περιπέτεια». Κάλεσε τέλος τους πολίτες του Λιβάνου, να αντλήσουν συμπεράσματα από εκείνον τον πόλεμο για να μην επαναληφθεί «επικίνδυνο σενάριο και τον Αύγουστο του 2024».