Την ώρα που οι νοσταλγοί του Ψυχρού Πολέμου ξεδιπλώνουν στις τηλεοπτικές οθόνες των ΗΠΑ σενάρια πολέμου, ο μέσος Αμερικάνος αναρωτιέται «πού πέφτει η Ουκρανία» και γιατί το μέλλον της είναι τόσο σημαντικό. Ευτυχώς το παρελθόν του Βλάντιμιρ Πούτιν στην ΚGB βοηθά να γίνει το σενάριο πιο συναρπαστικό.
Ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δεν είναι και τόσο «άσχετος» με την Ανατολική Ευρώπη, παρά τα κατά καιρούς στραβοπατήματά του, όπως για παράδειγμα όταν είχε χαρακτηρίσει «δολοφόνο» το Ρώσο ομόλογό του, βάζοντας για τα καλά στον πάγο τις σχέσεις των δύο χωρών. Εντελώς αντίθετο πρόσημο είχε η τελευταία του φραστική γκάφα, όταν αποφάσισε να διαφοροποιήσει μια εισβολή στην Ουκρανία, από μια «περιορισμένη διείσδυση». Σε κάθε περίπτωση έχει διευκρινίσει ότι δεν προτίθεται να στείλει Αμερικανούς στρατιώτες να πολεμήσουν για λογαριασμό της Ουκρανίας. Ας μην ξεχνάμε ότι με αποκορύφωμα το Αφγανιστάν η πολιτική του είναι αυτή της «απόσυρσης» των ΗΠΑ από πολεμικά μέτωπα ανά τον πλανήτη.
Παλιός γνώριμος του Κιέβου
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν γνωρίζει καλά την Ουκρανία, με την οποία και είχε ασχοληθεί συστηματικά κατά τη διάρκεια της αντιπροεδρίας του την περίοδο της διοίκησης Ομπάμα (2009-2017). Νωρίτερα ως πρόεδρος της Επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας ήταν ένας από τους πιο θερμούς υποστηρικτές της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή. Ως αντιπρόεδρος επισκέφθηκε συνολικά έξι φορές την Ουκρανία, ειδικά μετά την πτώση του φιλορώσου Βίκτορ Γιανουκόβιτς και την ανάληψη της προεδρίας της χώρας από τον Πέτρο Ποροσένκο.
Η τελευταία του επίσκεψη ήταν το 2017, όταν με πολύ θερμά λόγια είχε απευθυνθεί στον τότε Ουκρανό πρόεδρο και τον «διπλό» του αγώνα, στο εσωτερικό κατά της διαφθοράς που υποσκάπτει τη σταθερότητα της χώρας και στο εξωτερικό κατά της επιθετικότητας του Κρεμλίνου.
Μετά την εισβολή στην Κριμαία και τα γεγονότα στην Ανατολική Ουκρανία το 2014 είχε εισηγηθεί στον Μπαράκ Ομπάμα την προμήθεια του Κιέβου με σύγχρονα αμερικανικά αντιαρματικά όπλα, χωρίς ωστόσο να εισακουστεί.
Αξέχαστη έχει μείνει φυσικά και η «ουκρανική εμπλοκή» στον προεκλογικό αγώνα του 2020, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αντιμετώπισε την πρόταση «μομφής» κατηγορούμενος ότι εκβίαζε τον σημερινό πρόεδρο Ζελένσκι, παγώνοντας στρατιωτική βοήθεια ύψους 391 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία, ζητώντας του να υπάρξουν διώξεις κατά ουκρανικής εταιρίας ενέργειας στην οποία εργαζόταν ο γιος του Μπάιντεν, Χάντερ. Για τους Δημοκρατικούς αυτό ήταν, εκτός όλων των άλλων και μια εκστρατεία συκοφάντησης τόσο του Μπάιντεν όσο και της ουκρανικής ηγεσίας, αλλά και μια ακόμα απόδειξη για τις περίεργες υπόγειες σχέσεις Τραμπ και Πούτιν. Η ιστορία ποτέ δεν φωτίστηκε απολύτως και ο τότε Πρόεδρος φυσικά δεν αποπέμφθηκε.
Τον Δεκέμβριο του 2020 πάντως, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, γράφοντας στους New York Times, χαιρέτισε την εκλογική νίκη του Μπάιντεν, ο οποίος, όπως έλεγε ο Ουκρανός πρόεδρος, γνωρίζει τη χώρα του «καλύτερα από τους προηγούμενους προέδρους» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι θα βοηθήσει να διευθετηθεί η σύγκρουση στο Ντονμπάς και «να τερματιστεί η κατοχή του εδάφους μας».
Ευκαιρία για σκληρή αντιπολίτευση από τους Ρεπουμπλικάνους
Στην τρέχουσα συζήτηση για την Ουκρανία πάντως, οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν επιστρέψει στη ρητορική του Ψυχρού Πολέμου, υποστηρίζοντας ότι οι Δημοκρατικοί δείχνουν αδυναμία έναντι της Ρωσίας. Ο Μπάιντεν θα έπρεπε κατά τη γνώμη τους να είχε επιβάλει εκτεταμένες οικονομικές κυρώσεις στη Μόσχα για να αποτρέψει μια εισβολή, δήλωσε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μάικ Πομπέο στο Fox News. Μια «υπεύθυνη κυβέρνηση» θα είχε μετακινήσει τις αμερικανικές δυνάμεις στα ουκρανικά σύνορα και θα είχε εγγυηθεί τη βοήθεια στην Ουκρανία σε περίπτωση εισβολής.
Μπορεί για τον απλό Αμερικανό πολίτη όλα αυτά να ακούγονται λίγο περίεργα, αφού η Ουκρανία απέχει πολύ από την καθημερινή ζωή στην Αμερική, τον αυξανόμενο πληθωρισμό, την αντιπαράθεση για τους περιορισμούς λόγω του κορωνοϊού και ένα οικονομικό και κλιματικό πρόγραμμα που έχει κολλήσει στο Κογκρέσο. Αλλά είναι ζητήματα που αξιοποιούνται στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ, κάτι που έφτασε, όπως φάνηκε, να τρομάξει ακόμα και τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και τον οδήγησε να απευθύνει έκκληση να πέσουν οι τόνοι.
Πάντως ο Μπάιντεν πραγματοποίησε την περασμένη εβδομάδα διασκέψεις με ανώτερα στελέχη του υπουργείου Άμυνας. Συζητήθηκε η επιλογή της μετεγκατάστασης 1.000 έως 5.000 στρατιωτικού προσωπικού των ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη. Στρατεύματα έως και 8.500 στρατιωτών θα τεθούν σε «υψηλή επιφυλακή» για πιθανή ανάπτυξη στην Ανατολική Ευρώπη, για να παρέχουν στους συμμάχους του ΝΑΤΟ περισσότερη ασφάλεια.
Μόλις λίγες ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ είχε εκφωνήσει μια ομιλία με θέμα «Η θέση της Αμερικής στον κόσμο», όπου και υποσχέθηκε ότι για την κυβέρνησή του, η διπλωματία θε τεθεί στο επίκεντρο της εξωτερικής πολιτικής. Η παρατεταμένη ένταση στην Ουκρανία είναι ένα δύσκολο τεστ για να αποδείξει αν μπορεί να τηρήσει αυτή του την υπόσχεση.
Διαβάστε ακόμα
Γιατί ο Ερντογάν αυτοπροτείνεται ως… μεσολαβητής μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ για την Ουκρανία
Kινδυνεύει η δημοκρατία στις ΗΠΑ ένα χρόνο μετά την επίθεση στο Καπιτώλιο;