Στις κάλπες για την εκλογή προέδρου προσέρχονται σήμερα οι πολίτες της Ταϊβάν, οι οποίοι με την επιλογή τους θα κρίνουν την πορεία του νησιού. Αν θα συνεχίσει δηλαδή στο δρόμο της ανεξαρτησίας ή αν θα στραφεί στην προσέγγιση με το Πεκίνο, το οποίο θεωρεί την Ταϊβάν κινεζική επαρχία.
Οι εκλογές θεωρούνται ιδιαιτέρως κρίσιμες, όχι μόνον για το μέλλον της Ταίβάν, αλλά και για τις γεωπολιτικής ισορροπίες στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Γίνονται άλλωστε υπό το αυστηρό βλέμμα του Πεκίνου και το αυξημένο ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον.
Φαβορί θεωρείται ο αντιπρόεδρος Λάι Τσινγκ-τε, του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος (DPP), ο οποίος υποστηρίζει ότι η Ταϊβάν είναι ήδη ανεξάρτητη και, όπως είναι αναμενόμενο, αποτελεί «σοβαρό κίνδυνο» για το Πεκίνο. Ο Λάι Τσινγκ-τε βρίσκεται στην ίδια γραμμή με την απερχόμενη πρόεδρο Τσάι Ινγκ-γουέν, η οποία υποστηρίζει επίσης ότι το νησί είναι de facto ανεξάρτητο. Μετά την εκλογή της, άλλωστε, το 2016, το Πεκίνο διέκοψε κάθε επικοινωνία με την ηγεσία του νησιού.
Ως κυριότερος αντίπαλος του Λάι Τσινγκ-τε προβάλει ο Χου Γιου-ι. Είναι ο υποψήφιος του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης (KMT) και υποστηρίζει την προσέγγιση της Ταϊβάν με το Πεκίνο. Ο τρίτος υποψήφιος, ο Κο Γουέν-τζε, πρώην δήμαρχος της Ταϊπέι και στέλεχος του Λαϊκού Κόμματος της Ταϊβάν (TPP), το οποίο ιδρύθηκε το 2019, θεωρείται το αουτσάιντερ της αναμέτρησης.
Οι προεκλογικές συγκεντρώσεις στο νησί ολοκληρώθηκαν χθες Παρασκευή και σήμερα στις 08:00 (τοπική ώρα, 02:00 ώρα Ελλάδος) άνοιξαν τα εκλογικά τμήματα, τα οποία θα κλείσουν στις 16:00 (τοπική ώρα, 10:00 ώρα Ελλάδος). Τα αποτελέσματα αναμένονται το βράδυ και σύμφωνα με εκτιμήσεις καθοριστικό ρόλο θα παίξει η συμμετοχή, η οποία στις προεδρικές εκλογές του 2020 πλησίασε το 75%.
Έντονο ενδιαφέρον για τις εκλογές στην Ταϊβάν δείχνει και η Ουάσιγκτον, η οποία θα στείλει άτυπη αντιπροσωπεία στο νησί μετά τις προεδρικές εκλογές. Σύμφωνα με δήλωση του εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Βεντάντ Πατέλ, την Πέμπτη, οι ΗΠΑ «εκτιμούν πως εναπόκειται στους εκλογείς της Ταϊβάν να αποφασίσουν για τον επόμενο ηγέτη τους, ελεύθερα και χωρίς εξωτερική ανάμιξη».
Η Ουάσιγκτον δεν αναγνωρίζει το νησί ως κράτος και θεωρεί την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ως τη μόνη νόμιμη αντιπρόσωπο του κινεζικού έθνους. Προσφέρει, ωστόσο, σημαντική στρατιωτική βοήθεια στην Ταίβάν, υπογραμμίζοντας ότι τάσσεται υπέρ του status quo που κατά την ίδια (την Ουάσιγκτον) εγγυάται την ειρήνη.
Στο πνεύμα αυτό ήταν και η συνομιλία που είχε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνεν, χθες Παρασκευή, στην Ουάσιγκτον, με τον Λιου Τζιαντσάο, επικεφαλής του τμήματος διεθνών σχέσεων της κεντρικής επιτροπής του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Άντονι Μπλίνκεν «επανέλαβε τη σπουδαιότητα της διατήρησης της ειρήνης και της σταθερότητας στα στενά της Ταϊβάν» και στη Νότια Σινική Θάλασσα, σύμφωνα με την ενημέρωση του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάθιου Μίλερ.
Σημειώνεται ότι την περασμένη Τρίτη, ο Λιου Τζιαντσάο εκφράστηκε σε συμφιλιωτικούς τόνους, μιλώντας στο κέντρο μελετών Council on Foreign Relations, στη Νέα Υόρκη. Ήταν μάλιστα ιδιαίτερα προσεκτικός και μετρημένος, όταν έδωσε απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με την Ταϊβάν, χωρίς, ωστόσο, να πει πώς θα αντιδράσει η Κίνα στο αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών. Επισήμανε πάντως «τη δέσμευση των ΗΠΑ να μην υποστηρίξουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν».