Ενας ξένος ανταποκριτής στο Παρίσι έγραψε για αυτόν ότι «οι ιδέες του και τα λεγόμενά του ακούγονται σαν φασιστικά, αλλά δε μπορείς εύκολα να τον χαρακτηρίσεις φασίστα». Οχι μόνο γιατί είναι γιός Εβραίων από την Αλγερία, μια καταγωγή που φυσικά την ανασύρει από το καπέλο του όποτε τον βολεύει. Αλλά και γιατί ήταν πάντα μια σταθερή, μάλλον συστημική φωνή του γαλλικού συντηρητισμού. Ο 63χρονος Ερίκ Ζεμούρ, δεν προέρχεται από το ανεξάντλητο ρεζερβουάρ του γαλλικού φασισμού, όπως η κόρη του Ζαν Μαρί Λεπέν.
Ακόμα ένα μιντιακό κατασκεύασμα
Αρθρογραφούσε επί 35 σχεδόν χρόνια σε συντηρητικές εφημερίδες όπως η «Le Quotidien de Paris» και η «Le Figaro», είχε εκπομπές σε «λαϊκά» ραδιόφωνα όπως το RTL και ένα talk-show στον τηλεοπτικό σταθμό France 2.
Μεταξύ 2019 και 2021, ήταν παρουσιαστής και σχολιαστής σε μια καθημερινή εκπομπή που μεταδόθηκε στο «CNews», ένα δωρεάν κανάλι ειδήσεων που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Βανσάν Μπογιορέ, ιδιοκτήτη μέσων ενημέρωσης και μεγιστάνα επιχειρήσεων. Ο Μπογιορέ, ένας ένθερμος συντηρητικός Καθολικός,ήρθε σε ρήξη με τον Εμανουέλ Μακρόν, τον οποίο είχε στηρίξει στο παρελθόν επειδή ο πρόεδρος τον επέκρινε ότι χρησιμοποιεί τα μέσα ενημέρωσης του για να επιβάλει μια αντιδραστική ατζέντα. Τώρα, παλεύει ενάντια στην επανεκλογή του Μακρόν, προωθεί ακροδεξιές ιδέες και έχει καθιερώσει το «CNews» ως ένα είδος γαλλικού ομολόγου του αντιδραστικού Fox News στις ΗΠΑ. Ο Μπογιορέ βρήκε στο πρόσωπο του Ζεμούρ τον ιδανικό άνθρωπο για να προωθήσει τον «νόμο και την τάξη» και την ισλαμοφοβική ατζέντα του.
Ο Ζεμούρ είναι λοιπόν ένα δημιούργημα του μιντιακού και επιχειρηματικού κατεστημένου της Γαλλίας και οι ιδέες του αποτελούν μια προέκταση, έστω ακραία του κυρίαρχου ρεύματος της πολιτικής ελίτ.
Ενας εκλεπτυσμένος κλώνος του Τραμπ
Όπως συνέβη και με τον Ντόναλντ Τραμπ, οι απόψεις του για τη φυλή, το φύλο και την τάξη είναι ακραίες και συχνά χυδαίες. Υπάρχουν όμως διαφορές μεταξύ των δύο ανδρών. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ δεν προσποιείται ότι είναι καλλιεργημένος και του αρέσει να ταυτίζεται με μια sui generis ποπ κουλτούρα. Ο Ζεμούρ καυχιέται για τις σπουδές του και την υψηλή κουλτούρα του, παριστάνει τον εμμονικό με τη γαλλική ιστορία, την οποία διαστρεβλώνει πάντως αδιάκοπα για να ταιριάζει στην πολιτική του ατζέντα. Η Γαλλία που λατρεύει να… λατρεύει μοιάζει να έχει κολλήσει στο παρελθόν: στον 19ο αιώνα όσον αφορά τη λογοτεχνία, και στις δεκαετίες 1960-70, όταν πρόκειται για τη λαϊκή κουλτούρα και την πολιτική. Ως είδωλά του αναφέρει τον Μέγα Ναπολέοντα και τον Ντε Γκωλ.
Ο Ζεμούρ εκφράζει ένα γαλλικό συντηρητικό ρεπουμπλικανισμό, τον οποίο έχει ασπαστεί προ πολλού η γαλλική Δεξιά και στον οποίο, χάρις της αοριστίας του, μοιάζει να μη μπορεί να αντισταθεί και η γαλλική Αριστερά. Αξιοποιεί τον «εβραϊσμό» του για να καλύψει το ρατσισμό, που κρύβεται πίσω από τη φανατική του ισλαμοφοβία. Και δεν διστάζει να προκαλέσει τη δικαιοσύνη αποκαλώντας ασυνόδευτους πρόσφυγες «βιαστές και δολοφόνους».
Απόψεις από άλλες αιματοβαμμένες εποχές
Αλλες φορές πάλι δεν δείχνει να φοβάται τον χαρακτηρισμό «ρατσιστής». Με φανατισμό προπαγανδίζει ότι θα πρέπει να επιτρέπεται στους γονείς να δίνουν στα παιδιά τους μόνο «παραδοσιακά» γαλλικά ονόματα. Μιλάει για το δικαίωμα των εργοδοτών να απορρίψουν τους Άραβες και τους μαύρους αιτούντες εργασία. Έχει εκφράσει τον θαυμασμό του για τον στρατηγό Βυγεώ (Bugeaud), ο οποίος έσφαξε μουσουλμάνους κατά τη διάρκεια του αποικιακού πολέμου στην Αλγερία τον 19ο αιώνα. Τάσσεται φανατικά υπέρ της θανατικής ποινής και πιστεύει ότι μόνο οι άνδρες πρέπει να ασκούν πολιτική εξουσία, ενώ οι γυναίκες να μένουν σπίτι και να μεγαλώνουν παιδιά.
Εχει υιοθετήσει τη θεωρία συνωμοσίας της «μεγάλης αντικατάστασης», τον ισχυρισμό δηλαδή ότι οι λευκοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αντικαθίστανται σχεδιασμένα μέσω της μη λευκής μετανάστευσης, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Γάλλο ακροδεξιό συγγραφέα Renaud Camus. Ηταν αυτή η θεωρία συνωμοσίας που παρακίνησε έναν λευκό ακροδεξιό να διαπράξει το μακελειό του 2019 σε δύο τζαμιά στο Christchurch της Νέας Ζηλανδίας, σκοτώνοντας 51 άτομα. Το όνομα του νέου κόμματος του είναι Reconquête, (Ανακατάληψη), μια σαφής αναφορά στην Reconquista που εκδίωξε τους μουσουλμάνους – και Εβραίους – από την Ισπανία.
Νοσταλγία μιας εικονικής ιστορίας
Ο Ζεμούρ μιλάει λοιπόν στις «ψυχές» ενός μεγάλου τμήματος της συντηρητικής Γαλλίας, αυτής που φοβάται το άγνωστο και νοσταλγεί ένα παρελθόν, που έχει φιλτραριστεί μέσα από χίλια κόσκινα ωραιοποίησης και μυθοπλαστικής πατριδολαγνείας. Από την άλλη είναι ένας «αρχάριος» της πολιτικής και πολλοί αναρωτιούνται αν θα αντέξει ως το τέλος. Ακούγοντας τον να μιλά, η Λεπέν μοιάζει κάποιες στιγμές πιο μετριοπαθής. Για να την προσπεράσει δημοσκοπικά πάντως ίσως να οξύνει ακόμα περισσότερο το λόγο του.
Αλλοι λένε ότι μπορεί να τα παρατήσει, αφού αυτό που ονειρευόταν από την αρχή το έχει φέρει εις πέρας. Είτε πετύχει εκλογικά, είτε όχι, είτε αποφασίσει να αποσυρθεί νωρίτερα παζαρεύοντας τη στήριξη κάποιου άλλου υποψηφίου, κάτι που μοιάζει δύσκολο, αφού οι ιδεολογικά συγγενικές του υποψηφιότητες είναι αυτές δύο γυναικών, θα έχει βάλει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του, όχι μόνο στην προεκλογική αντιπαράθεση, αλλά ευρύτερα στο πολιτικό σκηνικό της Γαλλίας.
Θα έχει επισφραγίσει αυτό που παρατηρείται να συμβαίνει με ταχείς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, μια μεγάλη στροφή προς τα δεξιά, όχι μόνο σε επίπεδο ύφους αλλά και θεματολογίας. Αυτό που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της προεδρίας Σαρκοζί (2007-12), αλλά εντάθηκε κατά τη διάρκεια της θητείας του Μακρόν. Η ψήφος για όλους τους υποψηφίους της Δεξιάς (Μακρόν και Βαλερί Πεκρές, των Χριστιανοδημοκρατών «Ρεπουμπλικάνων») και της ακροδεξιάς (Ζεμούρ και Μαρίν Λεπέν) ανέρχεται πλέον στο 70-75%, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις.
Η κατακερματισμένη Αριστερά είναι ιστορικά αδύναμη και δεν έχει καμία επιρροή στις κύριες πολιτικές συζητήσεις. Αυτό είναι το πρώτο μήνυμα που προκύπτει πριν ακόμα οι Γάλλοι προσέλθουν στις κάλπες. Ενα μήνυμα που θα επηρεάσει ολόκληρη την Ευρώπη, από μια κοινωνία που έχει καταφέρει να αποκτήσει μια πολύ πιο «φιλοευρωπαϊκή» φήμη, από ότι δείχνει η συμπεριφορά της στην πράξη σε κρίσιμες στιγμές για την πορεία της Γαλλίας μέσα στην ΕΕ.
Φαντασιακοί πολιτιστικοί πόλεμοι
Σαφές δείγμα αυτής της πραγματικότητας είναι και το γεγονός ότι οι πολιτικές συζητήσεις στη Γαλλία μοιάζουν να εξαντλούνται σε θέματα ταυτότητας και σε φαντασιακούς πολιτιστικούς πολέμους. Σε αντίθεση με ότι συμβαίνει για παράδειγμα στη Γερμανία οι Γάλλοι πολιτικοί αφιερώνουν λίγο χρόνο συζητώντας κοινωνικοοικονομικά ζητήματα.
Οι πιο πολωμένες συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από τη μετανάστευση, το Ισλάμ, την υποτιθέμενη απειλή για τις γαλλικές δημοκρατικές αξίες, τον πολιτισμό και την εκπαίδευση. Αυτή η ατζέντα είναι πραγματικά βούτυρο στο ψωμί της ακροδεξιάς. Ενα βούτυρο που με συνέπεια άλειψε επί δεκαετίες και ο Ζεμούρ και τώρα έχει την ελπίδα ότι θα μπορούσε και να το απολαύσει. Αλλά η συνταγή του άνοιξε την όρεξη πολλών ακόμα.
Αυτές οι συζητήσεις ενισχύουν το χέρι της ακροδεξιάς, που παραδοσιακά ευδοκιμεί σε τέτοια χωράφια. Η ριζοσπαστική στροφή των Ρεπουμπλικάνων προς τα δεξιά ακριβώς αυτό αποδεικνύει. Αυτό που μένει να φανεί τις επόμενες εβδομάδες είναι αν με την επιλογή τους θα σπρώξουν ακόμα περισσότερους συντηρητικούς ψηφοφόρους προς τον Ζεμούρ ή αν θα καταφέρουν να τους επαναπατρίσουν και να μετατραπούν σε υπαρκτή απειλή για τον σημερινό Γάλλο Πρόεδρο.
Διαβάστε ακόμα
Γαλλικές εκλογές: Γιατί έχουν σημασία για την κυβέρνηση Μητσοτάκη
Νέοι «τόνοι» στο υπουργείο Οικονομικών της πάντα φιλελεύθερης Ολλανδίας
Ελπίζουμε ο Μακρόν να επικράτησει επι των ακροδεξιων θέσεων της Λεπεν και Ζεμούρ και τελικα να επαναεκλεγει. Ακολουθεί μία ισοροπημένη κεντροδεξιά ευρωπαικη πολιτική με όραμα.