Η ομάδα της G20 ενέκρινε σήμερα συναινετική διακήρυξη, αποφεύγοντας να καταδικάσει τη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Κάλεσε, ωστόσο, όλα τα κράτη να απόσχουν από τη χρήση βίας για την κατάληψη εδαφών.
Η συναίνεση προκάλεσε έκπληξη, καθώς η ομάδα των 20 πλουσιότερων κρατών του πλανήτη είναι βαθιά διχασμένη σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τα κράτη της Δύσης πίεζαν νωρίτερα για έντονη καταδίκη της Μόσχας στη Διακήρυξη των Ηγετών, άλλες χώρες όμως απαίτησαν να δοθεί έμφαση σε ευρύτερα οικονομικά ζητήματα.
Σε ό,τι αφορά στην Ουκρανία, η Διακήρυξη των Ηγετών της G20 αναφέρει ότι «όλα τα κράτη πρέπει να ενεργούν με τρόπο συνεπή με τους σκοπούς και τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ στο σύνολό του» και ότι «πρέπει να απέχουν από την απειλή ή τη χρήση βίας επιδιώκοντας εδαφική κατάκτηση κατά της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους».
Παραλλήλως η Διακήρυξη καταδικάζει την χρήση ή την απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων, χαρακτηρίζοντάς την «απαράδεκτη» και επισημαίνει ότι για την κρίση στην Ουκρανία «υπήρχαν διαφορετικές απόψεις και εκτιμήσεις» στη Σύνοδο, τονίζοντας ότι «η ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων και οι προσπάθειες αντιμετώπισης κρίσεων, καθώς και η διπλωματία και ο διάλογος, είναι κρίσιμες».
Για τα ζητήματα που έχουν προκύψει με την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας, η Διακήρυξη καλεί τη Μόσχα και το Κίεβο «να διασφαλίσουν άμεσες και απρόσκοπτες παραδόσεις σιτηρών, τροφίμων και λιπασμάτων», τονίζοντας «τη σημασία της διατήρησης της επισιτιστικής και ενεργειακής ασφάλειας, ζήτησε να σταματήσει η καταστροφή με στρατιωτικά μέσα ή άλλου είδους επιθέσεις σε υποδομές». Επισημαίνει δε, ότι «παραμένει το ενδεχόμενο για υψηλά επίπεδα αστάθειας στις αγορές τροφίμων και ενέργειας».
Για την κλιματική αλλαγή οι ηγέτες της G20 επισημαίνουν την «ανάγκη επιτάχυνσης των προσπαθειών για τη σταδιακή κατάργηση της αμείωτης ενέργειας από άνθρακα, σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες» και δηλώνουν ότι η Ομάδα «θα εργαστεί για τη διευκόλυνση της χρηματοδότησης χαμηλού κόστους για τις αναπτυσσόμενες χώρες για να υποστηρίξει τη μετάβασή τους σε χαμηλές εκπομπές άνθρακα».
Σημειώνουν επίσης ότι η G20 «θα συνεχίσει και θα ενθαρρύνει τις προσπάθειες για τον τριπλασιασμό της ικανότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας παγκοσμίως μέσω των υφιστάμενων στόχων και πολιτικών, σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες έως το 2030», επαναλαμβάνουν τη «δέσμευσή» τους για «ανάληψη δράσης για την αύξηση της βιώσιμης χρηματοδότησης», καθώς και για τη «χρήση μηχανισμών τιμολόγησης και μη τιμολόγησης των εκπομπών άνθρακα και των κινήτρων για ουδετερότητα άνθρακα και για μηδενικές εκπομπές άνθρακα» .
Αναγνωρίζει τέλος «την ανάγκη για αυξημένες παγκόσμιες επενδύσεις για την επίτευξη των κλιματικών μας στόχων της συμφωνίας του Παρισιού», καταγράφει «την ανάγκη για 5,8 έως 5,9 τρισεκατομμύρια δολάρια την περίοδο πριν από το 2030 που απαιτείται για τις αναπτυσσόμενες χώρες» και καλεί τα μέρη «να θέσουν έναν φιλόδοξο, διαφανή και ανιχνεύσιμο νέο συλλογικό ποσοτικό στόχο χρηματοδότησης για το κλίμα το 2024, από ένα κατώτατο όριο 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως».