«Επί δύο ώρες μπινελικωνόμασταν». Αυτή η φράση αποδίδεται στον πρώην υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα και φέρεται να την είπε για να περιγράψει μια συνάντησή του με τους εκπροσώπους των συστημικών τραπεζών η οποία έγινε σε πολύ υψηλούς τόνους. Το επίμαχο ζήτημα; Δεν έχει σημασία. Κάτι ζητούσε αυτός και εκείνοι αρνούνταν επιμόνως να το δώσουν.
Τους έβαλε τα δύο πόδια σ’ ένα παπούτσι; Αστεία ερώτηση. Ούτε αυτός ήταν διατεθειμένος να το κάνει ούτε εκείνοι ήταν πρόθυμοι να το δεχτούν. Ποια ήταν η αφορμή για να θυμηθώ αυτό το περιστατικό; Η απόφαση της ακροδεξιάς πρωθυπουργού της Ιταλίας Μελόνι να επιβάλει έκτακτο φόρο 40% στα ουρανοκατέβατα (απρόσμενα κατά την εκδοχή μεγάλου Έλληνα επιχειρηματία που αναφερόταν στον δικό του κλάδο) κέρδη των τραπεζών. Υπολόγιζε ότι τα έσοδα από τον φόρο θα ήταν μεταξύ 2 και 3 δισεκατομμυρίων ευρώ τα οποία κατά δήλωσή της θα τα διέθετε για την ελάφρυνση των νοικοκυριών που έχουν πληγεί από τα υψηλά επιτόκια.
Υπολόγιζε όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Ποιος ήταν ο ξενοδόχος; Δεν ήταν ένας, αλλά τρεις. Ο πρώτος και λιγότερο σημαντικός ήταν το κόμμα του Μπερλουσκόνι, η Forza Italia, που συμμετέχει στην κυβέρνηση και εξέφρασε τη ζωηρή διαφωνία του. Ο δεύτερος, σημαντικός τούτος, ήταν οι αγορές. Απλωσαν το μακρύ αόρατο χέρι τους –αυτό που οι πάντες ψάχνουν και δεν το βρίσκουν σε περιόδους κρίσης– και έστειλαν ένα σαφές μήνυμα. Είχαμε μαζικές ρευστοποιήσεις τραπεζικών τίτλων και απώλεια χρηματιστηριακής αξίας ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο τρίτος και καλύτερος… ξενοδόχος είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σύμφωνα με ιταλικά μέσα ενημέρωσης η ΕΚΤ ετοιμάζεται να στείλει επιστολή προς την κυβέρνηση Μελόνι στην οποία θα εκφράζει τις αντιρρήσεις της και επί της ουσίας και επί της διαδικασίας.
Η κυβέρνηση της Ιταλίας είναι… ένοχη και γιατί δεν είχε ενημερώσει την κεντρική τράπεζα της χώρας και γιατί δεν πήρε την άδεια, ως όφειλε, από τη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αυτή είναι διαδικαστική πλευρά της υπόθεσης. Η ουσία; Η Τράπεζα όλων των τραπεζών θα προειδοποιεί ότι ο συγκεκριμένος φόρος μπορεί να πλήξει τις ιταλικές τράπεζες, άρα και την ιταλική οικονομία, άρα και τους καημένους πολίτες της χώρας. Τετράγωνη λογική έτσι; Αναρωτιέστε ποιος θα υποχωρήσει; Δεν χρειάζεται να έχετε αχαλίνωτη φαντασία για να το βρείτε. Στοιχηματίστε ότι θα κερδίσει η ΕΚΤ και θα είστε σίγουρα ο νικητής. Αυτός είναι ο κανόνας.
Οι κυβερνήσεις κάνουν συστάσεις, παρακαλούν, πιέζουν κάποιες φορές όταν τα πράγματα είναι δύσκολα, ενίοτε μπινελικώνουν για να πουλήσουν φούμαρα στους ιθαγενείς, αλλά οι τραπεζίτες κάνουν ό,τι τους συμφέρει. Κατά το γνωστό που είπε ο Χρήστος Τσαγανέας στην ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα «Μια ζωή την έχουμε»: «Είμαι τράπεζα εγώ, δεν είμαι φιλανθρωπικό ίδρυμα»!
Στις σύγχρονες οικονομίες δεν έχει η πολιτική το πάνω χέρι. Και ιδιαίτερα εκείνη η πολιτική που θεωρεί ότι οι αγορές είναι αυτές που δίνουν τον τόνο, που χαράσσουν τη γραμμή και δεν πρέπει να βάζουμε εμπόδια στη δράση τους. Αντιθέτως, πρέπει να τις αφήνουμε να λειτουργούν ελεύθερα. Δεν έχουν καμιά δουλειά οι κυβερνήσεις στην οικονομία. Ή μάλλον έχουν. Να σώζουν τις μεγάλες επιχειρήσεις και τις τράπεζες όταν απειλούνται με κατάρρευση, γιατί το περιβόητο αόρατο χέρι της αγοράς δεν μπόρεσε να προλάβει το κακό. Να τις σώζουν με τα λεφτά των φορολογούμενων πολιτών και να τις… επιστρέφουν στους ιδιοκτήτες και τους μετόχους τους καθαρές για να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους. Υψηλά επιτόκια δανεισμού, μηδενικά επιτόκια καταθέσεων. Είπαμε, ο κανόνας. Με άλλα λόγια: κοινωνικοποίηση των ζημιών, ιδιωτικοποίηση των κερδών.