Για μια ακόμα φορά οι Ευρωπαίοι «ηγέτες» θα συναντηθούν, θα συζητήσουν, αλλά δεν θα αποφασίσουν, τουλάχιστον για τα περισσότερα θέματα. Ενα από τα θέματα για τα οποία δεν θα αποφασίσουν είναι αυτό, που «καίει» εκατομμύρια καταναλωτές στην Ευρώπη: Το ακριβό ρεύμα, που ανατρέπει τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών, δημιουργώντας συχνά αξεπέραστα οικονομικά αδιέξοδα για τους Ευρωπαίους πολίτες.
Ο λόγος που δεν αποφασίζουν είναι προφανώς ότι μια σειρά από εταιρίες, που έχουν ζωτική σημασία για τις οικονομίες των χωρών από τις οποίες προέρχονται τρίβουν τα χέρια τους από αυτή την εξέλιξη. Και η πολιτική ηγεσία της ΕΕ για μια ακόμα φορά δείχνει πόσο λίγη, εμμονική και δύσκαμπτη είναι.
Αυτό που έχει αποκαλύψει η κρίση, η οποία κρατάει πλέον μήνες και αναμένεται να διαρκέσει άγνωστο για πόσο ακόμα, είναι ότι το μοντέλο της «απελευθέρωσης της αγοράς», που υιοθετήθηκε πριν από 30 περίπου χρόνια σε μια εποχή ευφορίας για τις απεριόριστες δυνατότητες του νεοφιλελευθερισμού έχει σοβαρές δομικές αδυναμίες. Ευτυχώς η άποψη αυτή έχει αρχίσει και γράφεται και ακούγεται έστω και ψιθυριστά ακόμα από ανεξάρτητους ειδικούς στην Ευρώπη.
Αυτή τη στιγμή έχουμε το παράδοξο νοικοκυριά να πληρώνουν ακριβά ακόμα και το ρεύμα που έχει παραχθεί «φθηνά», επειδή η χονδρική τιμή του ρεύματος καθορίζεται από την ακριβότερη μονάδα, η οποία στις μέρες μας προκύπτει κυρίως από το χρηματιστήριο του φυσικού αερίου στην Ολλανδία. Οι προτάσεις χωρών όπως η Γαλλία και η Ισπανία να αλλάξει αυτό το μοντέλο δεν έγινε δεκτή από την Κομισιόν και τους «ισχυρούς» του Βορρά, με πρώτη και καλύτερη τη Γερμανία. Μαζί της και άλλοι «συνήθεις ύποπτοι»: Αυστρία, Δανία, Ολλανδία, Εσθονία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Λετονία. Σε κάποιες από αυτές οι εταιρίες του χώρου είναι πράγματι πολύ ισχυρές για να τα βάλει κανείς μαζί τους.
Η εμμονή αυτή είναι όμως εγκληματική και θα έχει απεριόριστες κοινωνικές συνέπειες από τη στιγμή, που όλοι οι ειδικοί εκτιμούν ότι αυτή η «ενεργειακή κρίση» δεν θα περάσει τόσο γρήγορα. Αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες πιστεύουν ότι θα λύσουν το πρόβλημα με μια πολιτική παροχής εφάπαξ «ψίχουλων» προς τα ασθενέστερα εισοδήματα, «κατηγορητήρια» για τον κακό Πούτιν και υποσχέσεις ότι όλα θα διορθωθούν, όταν πετύχουμε την πράσινη μετάβαση (μετά από πόσα χρόνια αλήθεια;) δείχνουν ότι εκτός από τηλεκατευθυνόμενοι είναι και βαθιά αφελείς.
Αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη είναι ένα νέο μοντέλο για την «ενεργειακή ένωση», που θα ξεκινά πρώτα από την πρόβλεψη των κοινωνικών συνεπειών και θα εξηγεί σε αυτούς που προσδοκούν κέρδη δισεκατομμυρίων από τη «μετάβαση», ότι δεν μπορούν να έχουν και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο. Η αλήθεια είναι ότι αυτό μοιάζει απίθανο να συμβεί. Οπότε ή θα πρέπει να βάλουμε το χέρι πιο βαθειά στις (άδειες) τσέπες μας ή να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ότι για την αφαίμαξη, που μας ετοιμάζουν δεν φταίει απλώς η «υψηλή ζήτηση». Και να κάνουμε κάτι για αυτό.