Κατηγορηματικά διέψευσε ο Μπόρις Τζόνσον τους ισχυρισμούς ότι κατά την εκκένωση της Καμπούλ στο Αφγανιστάν έδωσε προτεραιότητα στα ζώα.
Είναι «απολύτως ανοησία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Μπόρις Τζόνσον μετά τη διατύπωση της κατηγορίας αυτής από μάρτυρα δημόσιου συμφέροντος ότι ο ίδιος έκανε παρέμβαση κατά την όλη διαδικασία.
«Όχι, είναι απολύτως ανοησία», δήλωσε ο Τζόνσον ερωτηθείς εάν είχε παρενέβη. «Νομίζω ότι η Επιχείρηση Pitting για την αερομεταφορά 15.000 ανθρώπων από την Καμπούλ, με τον τρόπο που την κάναμε τον καλοκαίρι, ήταν ένα από τα εξαιρετικά στρατιωτικά επιτεύγματα των τελευταίων περίπου 50 ετών».
Τα πυρά πάντως για τον τρόπο που η Βρετανία διαχειρίστηκε την απομάκρυνση των ευάλωτων Αφγανών από την Καμπούλ αφού κατέλαβαν την εξουσία οι Ταλιμπάν τον Αύγουστο είναι συνεχή. Ο τρόπος ήταν «δυσλειτουργικός και χαοτικό»ς, κατήγγειλε μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος του Φόρεϊν Όφις, αμφισβητώντας τους ισχυρισμούς του τότε υπουργού Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ.
Η κυβέρνηση της Βρετανίας έχει υπερασπιστεί επανειλημμένα τον τρόπο που απομάκρυνε ευάλωτους Αφγανούς μέσω του αεροδρομίου της Καμπούλ, παρά τις επικρίσεις ότι το Λονδίνο πιθανόν να άφησε στο Αφγανιστάν χιλιάδες ανθρώπους που είχαν το δικαίωμα να απομακρυνθούν από τη χώρα, καθώς αιφνιδιάστηκε από την ταχύτητα της προέλασης των Ταλιμπάν.
Σε γραπτή του κατάθεση προς την κοινοβουλευτική επιτροπή Εξωτερικών Θεμάτων ο Ράφαελ Μάρσαλ, πρώην εργαζόμενος στο Φόρεϊν Όφις, δήλωσε ότι η διαδικασία επιλογής των Αφγανών που θα πρέπει να απομακρυνθούν ήταν «αυθαίρετη και δυσλειτουργική».
Ο ίδιος επεσήμανε ότι το προσωπικό που εργαζόταν για το θέμα ήταν πολύ λίγο, τονίζοντας ότι ένα απόγευμα μόνο ένας υπάλληλος εξέταζε τα μέιλ των Αφγανών που ζητούσαν να απομακρυνθούν από τη χώρα τους. Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασης οι υπάλληλοι εργάζονταν μόνο οκτώ ώρες την ημέρα, πέντε ημέρες την εβδομάδα.
Ο Μάρσαλ εκτίμησε σε 75.00 με 150.000 τους ανθρώπους που υπέβαλαν αίτηση για να απομακρυνθούν από το Αφγανιστάν, υπογραμμίζοντας ότι λιγότερο από το 5% έλαβε βοήθεια.
«Είναι ξεκάθαρο ότι κάποιοι από όσους έμειναν πίσω έχουν πλέον δολοφονηθεί από τους Ταλιμπάν», έγραψε στην κατάθεσή του.
Η έλλειψη προσωπικού επιδεινώθηκε λόγω και της τηλεργασίας κάποιων υπαλλήλων εξαιτίας της πανδημίας covid-19 και αρχικά οι στρατιωτικοί που ανέλαβαν να βοηθήσουν στην επεξεργασία των αιτημάτων ήταν αναγκασμένοι να μοιράζονται έναν υπολογιστή ανά οκτώ.
«Στα μέιλ δινόταν μια αυτοματοποιημένη απάντηση ότι το αίτημα για παροχή βοήθειας ‘έχει καταχωρηθεί’. Αυτό συνήθως δεν ίσχυε. Χιλιάδες μέιλ δεν διαβάστηκαν καν», κατήγγειλε ο Μάρσαλ.
Ο Ράαμπ, που πλέον έχει αποχωρήσει από το υπουργείο Εξωτερικών και έχει αναλάβει αυτό της Δικαιοσύνης λόγω των επικρίσεων που δέχθηκε ότι βρισκόταν διακοπές την ώρα που οι Ταλιμπάν προχωρούσαν προς την Καμπούλ, δήλωσε στο Sky News: «Κάναμε ό,τι μπορούσαμε (…) απομακρύναμε 15.000 ανθρώπους σε δύο εβδομάδες».
Εξάλλου ο Ράαμπ αρνήθηκε την κατηγορία του Μάρσαλ ότι το υπουργείο του καθυστέρησε να εγκρίνει τα αιτήματα. «Θέλαμε να διασφαλίσουμε ότι διαθέταμε τα βασικά δεδομένα ώστε να λάβουμε ξεκάθαρες αποφάσεις», εξήγησε ο ίδιος.
Ο Μάρσαλ μάλιστα κατήγγειλε ότι αντί να απομακρυνθούν άνθρωποι, χρησιμοποιήθηκαν πόροι για την απομάκρυνση ζώων από ένα καταφύγιο. Ο Ράαμπ απάντησε ότι το Λονδίνο δεν έθεσε ποτέ την ασφάλεια των ζώων πάνω από αυτή των ανθρώπων.
Πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ