Οι πολίτες της Γερμανίας, σε ποσοστό που φτάνει τα δύο τρίτα είναι δυσαρεστημένοι με την κυβέρνησή τους. Δεν έχουν και άδικο. Είναι ίσως η πιο ασυνάρτητη, ασύνδετη και αντιφατική κυβέρνηση, που έχει υπάρξει εδώ και δεκαετίες στο Βερολίνο. Αυτό έχει να κάνει βεβαίως με τη σύνθεσή της. Τρία κόμματα με πολύ διαφορετικές καταβολές και προτεραιότητες προσπαθούν να χωρέσουν τις «αρχές» τους, σε ένα νέο αφήγημα που θα διασφαλίζει τη διατήρηση της οικονομικής υπεροχής της χώρας στην Ευρωζώνη ως μιας «βιομηχανικής υπερδύναμης», παίρνοντας όμως και τα κατάλληλα «μαθήματα» από τις συνέπειες της εξάρτησής της στο παρελθόν από την ρωσική ενέργεια.
Η φλύαρη Μπέρμποκ
Τώρα υποτίθεται ότι στόχος είναι να αποφευχθούν μελλοντικές εξαρτήσεις. Σε αυτό το αφήγημα τα σκήπτρα έχει πάρει η υπουργός Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, η οποία όπου βρεθεί μιλάει για το ζήτημα. Τελευταίο το παράδειγμα της Κίνας, λίγες εβδομάδες μετά την εξαγορά μέρους του λιμανιού του Αμβούργου από την Cosco, με «διάταγμα» του καγκελάριου Σολτς. Η Μπέρμποκ υποτίθεται διαφωνούσε… Οπως και ο «ομόσταυλός» της υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ. Τώρα λένε ότι θα πρέπει να μειώσουν την εξάρτηση της οικονομίας τους από το Πεκίνο.
Η αλήθεια είναι ότι στο Βερολίνο τρέμουν από το ενδεχόμενο μια εμπλοκή στη σχέση με την Κίνα, με τη μορφή κάποιων κυρώσεων για παράδειγμα, να τους υποχρέωνε να περιορίσουν τις εμπορικές σχέσεις μαζί της. Το σενάριο του Χάμπεκ λέει ότι το αργότερο μέχρι το 2027 η Κίνα θα προσαρτήσει την Ταϊβάν, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις σχέσεις του Πεκίνου με ΗΠΑ και ΕΕ. Για εταιρείες που επενδύουν συστηματικά στη σινική επικράτεια αυτό θα ήταν καταστροφικό.
Αλλά οι εταιρείες επενδύουν δισεκατομμύρια
Μιλάμε για τις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η Volkswagen, η BMW και η Mercedes-Benz, αλλά και για άλλες όπως η χημική ΒASF που μεγαλώνουν τα εργοστάσια τους εκεί, εκμεταλλευόμενες το χαμηλό κόστος παραγωγής, αλλά και την πρόοδο των Κινέζων σε τομείς όπως η ηλεκτροκίνηση. (Αν ονειρεύεστε κάποιο ηλεκτροκίνητο smart να ξέρετε ότι θα είναι εξ’ ολοκλήρου made in China). To πρώτο εξάμηνο του 2022 οι απευθείας γερμανικές επενδύσεις στην Κίνα ξεπέρασαν τα 10 δισ. ευρώ δηλαδή ακόμα και τα επίπεδα της προ κορωνοϊού εποχής.
Ποια κυβέρνηση θα έλεγε στους μάνατζερ αυτών των επιχειρήσεων να τα μαζέψουν τώρα και να φύγουν από εκεί, για να πάνε να επενδύσουν από το μηδέν σε κάποιες «δημοκρατίες» στην Αφρική, την υπόλοιπη Ασία και τη Λατινική Αμερική;
Και τέλος πάντων γιατί ο Ολαφ Σολτς έσπευσε να είναι ο πρώτος δυτικός ηγέτης που ταξίδεψε στην Κίνα μετά το τελευταίο συνέδριο του ΚΚΚ; Για να ανακοινώσει στο Σι Τζινπίνγκ ότι θα «αποσύρει» τις γερμανικές εταιρείες; Και πώς αντέδρασε τότε η κυρία Μπέρμποκ και ο κύριος Χάμπεκ πέραν από κάποιες ηθικολογικές αναφορές; Απείλησαν μήπως να ρίξουν την κυβέρνηση;
To «δημοκρατικό» Κατάρ
Αναλόγως υποκριτική είναι φυσικά η στάση των Γερμανών πολιτικών και απέναντι στο Κατάρ. Μετά τις κριτικές για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην «πατρίδα του φυσικού αερίου», και τις «μάχες» για το ΛΟΑΤΚΙ περιβραχιόνιο (που τελικά δεν δόθηκαν ποτέ) η Γερμανία υπέγραψε συμβόλαια για την παροχή 2 εκατομμυρίων τόνων LNG από το Εμιράτο από το 2026. Είχαν προηγηθεί ταξίδια και υποκλίσεις του ίδιου του Χάμπεκ αλλά και του Σολτς στη Ντόχα. Είναι μόνο η αρχή για τη διψασμένη για ενέργεια γερμανική βιομηχανία.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ενώ υποτίθεται ότι εδώ και χρόνια επιχειρείται να μπει φρένο στις επενδύσεις «περίεργων» επενδυτικών ταμείων επί γερμανικού εδάφους, οι Καταριανοί έχουν ξεσαλώσει τα τελευταία χρόνια, αγοράζοντας… ό,τι κινείται. Δεν είναι μόνο το ποσοστό 17% των μετοχών της Volkswagen και το 4,99% της Porsche. Κρατικά επενδυτικά ταμεία του Κατάρ κρατούν αυτή τη στιγμή στα χέρια τους το 12,3% της Hapag Lloyd της μεγαλύτερης ναυτιλιακής εταιρείας στη χώρα, το 6,1% της Deutsche Bank, το 9% του ενεργειακού κολοσσού RWE, το 3,04% της Siemens.
To ποσοστό στη Siemens μπορεί να φαντάζει μικρό, αλλά είναι το τρίτο μεγαλύτερο εξαιτίας της δομής της εταιρείας. Η ίδια η οικογένεια Siemens διατηρεί μόλις ποσοστό 6%. Η είσοδος των Καταριανών επενδυτικών ταμείων στην εταιρεία του Μονάχου ξεκίνησε το 2012 και ήταν ουσιαστικά η απαρχή για τις μετέπειτα κινήσεις τους στη Γερμανία, που στόχευαν πάντα επιχειρήσεις υψηλής κερδοφορίας και θετικών προοπτικών για το μέλλον.
To γενναιόδωρο εμιράτο
Οι γερμανικές κυβερνήσεις παρατηρούσαν μάλλον παθητικά αυτή την εξάπλωση δραστηριοτήτων του Εμιράτου στην επικράτειά τους. Οπως σιωπηρά αποδέχονταν τις «δωρεές» από το Κατάρ σε γερμανικές ποδοσφαιρικές ομάδες και το μυθικό συμβόλαιο της Βundesliga με το τηλεοπτικό δίκτου bein, το αντίστοιχο του alJazeera στον αθλητικό τομέα.
Μπορεί λοιπόν η Μπέρμποκ να συνεχίζει τις εκνευριστικές τσιρίδες για την ανάγκη να υπάρξει μεγαλύτερη διαφοροποίηση των επενδυτικών και εμπορικών δραστηριοτήτων, με επικέντρωση στις «δημοκρατίες», αλλά ο όρος αποδεικνύεται εξαιρετικά «ελαστικός». Ενα χρόνο μετά την σύσταση της νέας γερμανικής κυβέρνησης, αποδεικνύεται ότι το κόμμα της κυρίας Μπέρμποκ, οι άλλοτε Πράσινοι, έχουν αναλάβει να παίξουν τον ρόλο του θεματοφύλακα των αμερικανικών θέσεων στη Γερμανία, κρυμμένοι πίσω από «αναθεωρημένες» παλιές αρχές τους, που φαίνεται ακόμα να «πουλάνε» σε ένα κομμάτι της κοινωνίας.
Αλήθεια τι γίνεται με τον Ασάνζ;
Η επιλεκτική επίκληση ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τη γαλαρία έχει πλέον αναδειχθεί σε κεντρικό άξονα της καιροσκοπικής πολιτικής τους. Είναι εντυπωσιακό πώς ξεχάστηκαν για παράδειγμα παλιότερες θέσεις τους για την υπόθεση Ασάνζ, ο οποίος απειλείται πάντα με έκδοση και θανατική ποινή αν εκδοθεί στην «κοιτίδα της δυτικής δημοκρατίας». Παρά το γεγονός ότι ο Τύπος της θυμίζει κατά καιρούς τι έλεγε παλιότερα για το θέμα, η κυρία Μπέρμποκ έχει χάσει τη λαλιά της για το θέμα. Ισως να φοβάται μια γκάφα ανάλογη εκείνης του Χάμπεκ, που σε μια προεκλογική του συνέντευξη φάνηκε να μην γνωρίζει καν τη θέση του κόμματός του για την υπόθεση. Αυτό πάντως δεν στάθηκε εμπόδιο στο δρόμο του προς το υπουργείο Οικονομίας.
Οι ΗΠΑ τραβούν την ΕΕ από το… μανίκι για να την απομακρύνουν από το Πεκίνο