Στη σκιά του σκανδάλου των υποκλοπών και του μπαράζ αποκαλύψεων γύρω απ’ αυτό η εκπρόσωπος του ΟΑΣΕ για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης, Τερέζα Ριμπέιρο, χαιρέτισε τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής αλλά παράλληλα έθεσε το ζήτημα της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα μας και ζήτησε να υπάρξει έρευνα και για τις παρακολουθήσεις ΜΜΕ.
Σε σημερινή ανάρτησή της στο Twitter σημειώνει: «Χαιρετίζω τη συγκρότηση από το Ελληνικό Κοινοβούλιο μιας εξεταστικής επιτροπής για τις πρακτικές παρακολούθησης των μυστικών υπηρεσιών και έχω εμπιστοσύνη ότι θα εξετάσει επίσης κριτικά την παρακολούθηση των μέσων ενημέρωσης, τα οποία θα πρέπει να είναι ελεύθερα να εργάζονται χωρίς φόβο ότι θα παρακολουθούνται».
Η αξιωματούχος του ΟΑΣΕ παραπέμπει μάλιστα σε παλαιότερη δήλωσή της, απ’ τον περασμένο Ιούλιο, για το θέμα της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα αλλά και τις παρακολουθήσεις:
Σε εκείνη τη δήλωση (21 Ιουλίου) αναφερόταν ότι η εκπρόσωπος του ΟΑΣΕ για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης Τερέζα Ριμπέιρο εξέφρασε τη βαθιά της ανησυχία για την αναφερόμενη χρήση λογισμικού παρακολούθησης εναντίον δημοσιογράφων. Κάλεσε όλα τα συμμετέχοντα κράτη να απόσχουν από τη χρήση τέτοιων εργαλείων και τεχνικών κατά των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης και να προστατεύσουν τους δημοσιογράφους από τη χρήση τέτοιου λογισμικού εναντίον τους από τρίτους.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση μιας παγκόσμιας κοινοπραξίας μέσων ενημέρωσης – συμπεριλαμβανομένων των Washington Post, Guardian και Le Monde – το λογισμικό παρακολούθησης έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για να διεισδύσει σε συσκευές επικοινωνίας δημοσιογράφων και άλλων εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης. «Η χρήση τέτοιων εργαλείων εναντίον δημοσιογράφων είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές που συμφωνήσαμε στην περιοχή του ΟΑΣΕ», είπε η Ριμπέιρο.
«Έχει μια βαθιά ανατριχιαστική επίδραση στο έργο των δημοσιογράφων και καταπνίγει την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης».
Η εκπρόσωπος του ΟΑΣΕ αναφέρθηκε στην Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του 2018 για την Ασφάλεια των Δημοσιογράφων, όπου τα συμμετέχοντα κράτη συμφώνησαν να «απέχουν από τη χρήση παράνομων ή αυθαίρετων τεχνικών παρακολούθησης, σημειώνοντας ότι τέτοιες πράξεις παραβιάζουν την απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των δημοσιογράφων και θα μπορούσαν να τα θέσουν σε πιθανό κίνδυνο βίας και απειλές για την ασφάλειά τους».
Η Ριμπέιρο πρόσθεσε ότι η χρήση spyware θέτει σε κίνδυνο την αρχή ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να είναι σε θέση να προστατεύουν τις πηγές τους προκειμένου να εκτελούν με ασφάλεια το σημαντικό δημοκρατικό τους λειτούργημα. «Ήδη το 1989, στην Τρίτη Συνάντησή τους στη Διάσκεψη του Ελσίνκι, τα συμμετέχοντα κράτη αναγνώρισαν τη σημασία του σεβασμού της δημοσιογραφικής αρχής του επαγγελματικού απορρήτου».