Ένα ακόμη δημοσίευμα για το σκάνδαλο των υποκλοπών που ξέσπασε στην Ελλάδα φιλοξενείται στο Politico, το οποίο συνεχίζεται να ασχολείται με την πολύκροτη υπόθεση που απασχόλησε αρκετά διεθνή ΜΜΕ τις προηγούμενες ημέρες.
Στο νέο δημοσίευμα του Politico υπογραμμίζεται ότι οι ευρωπαίοι βουλευτές δεν αποδέχονται την αυστηρά διατυπωμένη πρόταση της Ελλάδας ότι οι Βρυξέλλες δεν πρέπει να ασχοληθούν περαιτέρω με το σκάνδαλο των υποκλοπών που έχει λάβει τη μορφή χιονοστιβάδας στην Ελλάδα.
Όπως αναφέρει, η αναταραχή στην Ελλάδα κλιμακώθηκε σημαντικά στις 5 Αυγούστου, όταν δύο κορυφαία στελέχη της κεντροδεξιάς κυβέρνησης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη παραιτήθηκαν, αφού αποκαλύφθηκε ότι το τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη, επικεφαλής του κεντροαριστερού κόμματος ΠΑΣΟΚ, είχε υποκλαπεί. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παραδέχτηκε ότι ενήργησε λάθος, αλλά είπε ότι η υποκλοπή έγινε νόμιμα από την υπηρεσία κατασκοπείας — αν και εξακολουθεί να αρνείται να πει γιατί έγινε, επικαλούμενη την εθνική ασφάλεια.
Παράλληλα, έγινε μια ξεχωριστή προσπάθεια χακαρίσματος του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη -περίπου την ίδια εποχή- με το παράνομο λογισμικό που ονομάζεται Predator, αλλά η Αθήνα αρνείται σθεναρά ότι οι μυστικοί της πράκτορες είχαν οποιαδήποτε σχέση με αυτό, αναφέρει το δημοσίευμα.
Καθώς το σκάνδαλο έπαιρνε διαστάσεις, η Ελλάδα δήλωσε ότι ήταν ευτυχής να εργαστεί με τις Βρυξέλλες «σε πνεύμα συνεργασίας», αλλά απέρριψε το γεγονός ότι η υπόθεση θα μπορούσε να δώσει λόγους για παρέμβαση της ΕΕ. Απαντώντας σε επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ρωτούσε για το ζήτημα, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην ΕΕ Ιωάννης Βράιλας στις 2 Αυγούστου σημείωσε ότι ήταν «χωρούσε πολλή συζήτηση» το εάν κάποιο από τα σημεία που έθεσαν οι Βρυξέλλες εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΕ. Στη συνέχεια επέπληξε την Επιτροπή ότι είναι πολύ εύπιστη σχετικά με τα δημοσιεύματα του Τύπου για ένα θέμα εθνικής ασφάλειας, λέγοντας ότι οι Βρυξέλλες θα πρέπει να απέχουν από το να «επικυρώνουν βιαστικά επί λέξει» δημοσιεύματα από πολιτικά μέσα «που δεν διακρίνονται πάντα για ακρίβεια και αντικειμενικότητα».
Η δημοσίευση της επιστολής του Βράιλα στις 24 Αυγούστου έλαβε μια απάντηση από την Ευρωπαία βουλευτή Sophie in ‘t Veld μέσω Twitter, η οποία αναφερόμενη στον κ. Βράιλα τόνιζε ότι το σκάνδαλο με το spyware ήταν «σε μεγάλο βαθμό αρμοδιότητα της ΕΕ». Η ολλανδή ευρωβουλευτής υπογράμμισε ότι η υπόθεση θα μπορούσε να αποτελεί παραβίαση της νομοθεσίας της ΕΕ, όπως ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (ο εμβληματικός κανονισμός της ΕΕ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής) και θα βρισκόταν επίσης στο στόχαστρο της ΕΕ για τη στόχευση του Ανδρουλάκη, ο οποίος είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Όταν ρωτήθηκε εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν ικανοποιημένη με την απάντηση της Ελλάδας, ο εκπρόσωπος Christian Wigand αποδέχτηκε ότι η εθνική ασφάλεια είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Ελλάδας, αλλά, όπως και η ‘t Veld, τόνισε την ανάγκη η Αθήνα «να σέβεται το δίκαιο της ΕΕ και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου».
«Λάβαμε την απάντηση από τις ελληνικές αρχές και την εξετάζουμε. Η Επιτροπή συλλέγει πληροφορίες σχετικά με την αναφερόμενη χρήση spyware, όπως τα Pegasus/Predator, και την πιθανή αλληλεπίδραση μεταξύ των κανόνων προστασίας δεδομένων της ΕΕ και του εθνικού πλαισίου ασφάλειας και θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε αυτό το θέμα πολύ στενά», εξήγησε.
«Καρφιά» για την ελληνική κυβέρνηση
Όπως σημειώνει το Politico, η πολύκροτη υπόθεση παρακολουθείται στενά στις Βρυξέλλες, εν μέρει επειδή αξιωματούχοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βρίσκονται ήδη στη μέση μιας έρευνας για τη διερεύνηση της χρήσης του λογισμικού Pegasus που έχει αποτελέσει το επίκεντρο σκανδάλων σε χώρες της ΕΕ, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ισπανία.
Οι Βρυξέλλες δίνουν μάχη για να απαντήσουν σε ένα σκληρό -αλλά γνώριμο- ερώτημα: Πώς μπορεί να αποτρέψει τις υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο από την παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ, χωρίς να καταπατήσει την αυστηρή κυριαρχία των κυβερνήσεων σε θέματα εθνικής ασφάλειας; Αρκετοί αξιωματούχοι της Κομισιόν αρνήθηκαν να δώσουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ σχεδιάζει να αμφισβητήσει την Αθήνα για τις αποκαλύψεις.
Είναι κοινή πρακτική για τις κυβερνήσεις που δέχονται πυρά για χρήση λογισμικού κατασκοπείας όπως το Pegasus να λένε στους αξιωματούχους της ΕΕ να υποχωρήσουν, ισχυριζόμενοι ότι οι αμυχές είναι νόμιμες.
Ωστόσο, οι ευρωπαίοι νομοθέτες δεν είναι πεπεισμένοι, επισημαίνοντας ότι τα spyware είχαν ως στόχο πολιτικούς αντιπάλους, όχι μόνο απειλές για την ασφάλεια.
Η Saskia Bricmont, βελγίδα ευρωβουλευτής του κόμματος των Πρασίνων, η οποία συμμετέχει στην εξεταστική επιτροπή spyware του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, γνωστή και ως PEGA, είπε ότι η Ελλάδα χρησιμοποιεί τώρα την ίδια «συνταγή» με την Πολωνία, την Ουγγαρία και την Ισπανία, προσπαθώντας να κρύψει το θέμα κάτω από το χαλί παίζοντας το «χαρτί» της εθνικής ασφάλειας.
«Αυτό για μένα είναι εντελώς απαράδεκτο γιατί η δημοκρατία και το κράτος δικαίου διακυβεύονται», είπε.
Η Bricmont χαρακτήρισε την απάντηση της Επιτροπής «αδύναμη» και είπε ότι ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, είχε την υποχρέωση να διασφαλίσει ότι γίνονται σεβαστές οι αξίες της ΕΕ και η ασφάλεια των πολιτών.
Ο Jordi Solé, ισπανός ευρωβουλευτής των Πρασίνων, συμφώνησε, προσθέτοντας ότι τα σκάνδαλα κατασκοπείας δεν ήταν μόνο θέμα εθνικής ασφάλειας αλλά θεμελιωδών δικαιωμάτων, με τους εκλεγμένους πολιτικούς να στοχοποιούνται λόγω των θέσεων τους.
«Αξίζει μια ισχυρότερη αντίδραση από όλους, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», είπε ο Solé.
Σε ό,τι αφορά τον ρόλο του Κοινοβουλίου, η Bricmont ζήτησε από τα ευρωπαϊκά κόμματα να αφήσουν στην άκρη τις κομματικές σχέσεις και να αντιμετωπίσουν κάθε περίπτωση ισότιμα.
Ένας άλλος ευρωβουλευτής στην επιτροπή PEGA, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί, είπε ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν νομικές κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση της τεχνολογίας ακόμη σε επίπεδο ΕΕ, πράγμα που σημαίνει ότι οι νομοθέτες έχουν την ευθύνη να παρέχουν κατευθυντήριες γραμμές για τη διατήρηση της δημοκρατίας στα κράτη-μέλη. «Εάν δεν υπάρχουν νομικοί δείκτες, τα κράτη μέλη μπορούν να βάλουν ό,τι θέλουν στο πλαίσιο της «εθνικής ασφάλειας», το οποίο αλλάζει δραστικά το νόημα από το ένα κράτος μέλος στο άλλο», ανέφεραν. «Δεν είναι εθνική υπόθεση, είναι ευρωπαϊκή», είπε.
Νικήτας Κακλαμάνης: Δεν μπορεί να μην έχω το δικαίωμα να μάθω γιατί παρακολουθούμε
Χωρίς μάσκες στα σχολεία: Συνεδριάζει η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα υγειονομικά πρωτόκολλα
Άρον-άρον… άλλαξε αυτόν – Εισηγήσεις στο Μαξίμου για αλλαγή του εκλογικού νόμου