Συμπληρώθηκαν ήδη τρία 24ωρα και δεν υπάρχει η παραμικρή απάντηση για την πηγή της διαρροής της ψευδούς πληροφορίας ότι ασκήθηκαν δικαστικές διώξεις κακουργηματικού χαρακτήρα για την αποκαλούμενη «σκευωρία Novartis».
Κανείς αρμόδιος δεν έχει καν σχολιάσει τη διαρροή παρά το γεγονός ότι η πολύπειρη δημοσιογράφος του δικαστικού ρεπορτάζ Ιωάννου Μάνδρου με δηλώσεις της κατήγγειλε ήδη από το πρωί της περασμένης Παρασκευής την ύπαρξη οργανωμένου σχεδίου διασποράς ψευδών ειδήσεων και έκανε λόγο για «στοχευμένη διαρροή» ενδεχομένως με πολιτικά κίνητρα. Μάλιστα, ανέφερε ότι οι ανυπόστατες πληροφορίες προήλθαν από ανώτατες δικαστικές πηγές.
Την διακίνηση ψευδών πληροφοριών από την «ανώτατες δικαστικές πηγές» κατήγγειλε και ο γνωστός δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου. Ενώ ανάλογες καταγγελίες έκανε τόσο ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης όσο και ο δικηγόρος Γιάννης Μαντζουράνης.
Ενα βασικό ερώτημα είναι το ποιός είχε κίνητρο ή συμφέρον να διαρρεύσει μία ψευδή πληροφορία τόσο στους συντάκτες του δικαστικού ρεπορτάζ όσο και στο ΑΠΕ για κάτι που θα αποκαλυπτόταν λίγες ώρες αργότερα και αφού το βούλευμα δινόταν στους δικηγόρους, στους κατηγορούμενους και σε όλους όσους εμπλέκονται στην υπόθεση;
Μόνο και μόνο για να δημιουργηθούν κάποιες πρόσκαιρες εντυπώσεις σε όσους θα διάβαζαν την «είδηση» το βράδυ της Πέμπτης; Για να διαβάσουν τα ακριβώς αντίθετα το πρωί της Παρασκευής;
Για να την πατήσουν όπως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος που σχολίαζε, χωρίς να το θέλει, την ψευδή, όπως αποδείχθηκε είδηση και να κάνει και εκείνος λόγο για “κακουργηματικές πράξεις”;
Κάτι δεν στέκει λογικά…
Ένα από τα πιο λογικά σενάρια θέλει και την ίδια την… πηγή να μην είχε γνώση του τι αποφάσισε το ανώτατο δικαστικό συμβούλια και έχοντας ως σίγουρο το αποτέλεσμα της διαδικασίας και την δίωξη για ΟΛΕΣ τις κατηγορίες σε βάρος του Δ. Παπαγγελόπουλου και της Ε. Τουλουπάκη, έσπευσε να “ενημερώσει” τους δημοσιογράφους χωρίς να υπολογίζει τον “ξενοδόχο”, δηλαδή τα μέλη του συμβουλίου.
Και πάλι όμως, εδώ γεννιέται το ερώτημα για πιο λόγο να θεωρείται βέβαιο το περιεχόμενο του βουλεύματος και η ψήφος των ανωτάτων δικαστικών;
Υπήρξε σχετική “ζύμωση”; Υπήρξαν σχετικές “οδηγίες”; Μήπως υπήρξαν πολιτικές και άλλες πιέσεις;
Και μήπως αυτές ακριβώς οι πιέσεις υπερέβησαν τα εσκαμμένα με αποτέλεσμα η απόφαση να είναι αντίθετη με την προσδοκώμενη;
Κάτι τέτοιο ενισχύεται και από την έλλειψη ετοιμότητας και αντιδράσεων, τρία 24ωρα τώρα, και από όσους πολιτικούς είχαν τα ονόματά τους εμπλακεί στην υπόθεση. Ούτε ο Ευάγγελος Βενιζέλος ο οποίος είχε κάνει λόγο όχι απλώς για “σκευωρία” αλλά ακόμη και για “εσχάτη προδοσία”, δεν έχει μέχρι στιγμής σχολιάσει.
Σε κάθε περίπτωση η καταγγελία περί εμπλοκής ανώτατων δικαστικών σε οργανωμένο σχέδιο παραπληροφόρησης εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο αυτών των προσώπων και ουσιαστικά θέτει προ των ευθυνών τους τόσο τον υπουργό Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, όσο και την ηγεσία της ελληνικής δικαιοσύνης που καλούνται να διερευνήσουν τα του οίκου τους.
Και οφείλουν να το διερευνήσουν διότι εδώ υπάρχει κάτι που απειλεί όχι μόνο την εναπομείνασα αξιοπιστία της δημοσιογραφίας ούτε μόνο τα σύννεφα που πλανώνται πάνω από το χώρο της Δικαιοσύνης αλλά και μία άμεση απειλή στην ίδια τη Δημοκρατία και τους θεσμούς.
Κύριος στόχος μιας τέτοιας έρευνας θα είναι να διαπιστωθούν οι φυσικοί αυτουργοί της «οργανωμένης παραπληροφόρησης» αλλά και να αναζητηθεί εάν πράγματι υπήρξαν πολιτικά κίνητρα πίσω από τη διασπορά των ψευδών ειδήσεων. Και ποιά είναι αυτά.
Τουλουπάκη: Το αφήγημα της δήθεν “σκευωρίας” NOVARTIS κατέρρευσε ως χάρτινος πύργος