Τρόπους εξασφάλισης των περίπου 4 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι απαιτούνται για να εξαλειφθούν οι επιβαρύνσεις που έχει προκαλέσει η λεγόμενη «ρήτρα αναπροσαρμογής» στα νοικοκυριά αναζητά το οικονομικό επιτελείο.
Ο πονοκέφαλος για το ΥΠΟΙΚ είναι η εξεύρεση του απαιτούμενου ποσού, χωρίς όμως να αυξηθεί το πρωτογενές έλλειμμα της χώρας πάνω από το 2%-2,2% του ΑΕΠ για το 2022. Μέσα στις επόμενες ημέρες -ενδεχομένως και πριν από το Πάσχα- το οικονομικό επιτελείο θα παρουσιάσει στον πρωθυπουργό τα εναλλακτικά σενάρια που έχουν μελετηθεί για να αποσυνδεθεί η τιμή λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου και ουσιαστικά να περιοριστεί η επιβάρυνση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από τη «ρήτρα αναπροσαρμογής», η οποία παραμένει και για τον Απρίλιο πάνω από τα 25 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη εξίσωση, ειδικά αν δεν υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή παρέμβαση για τη διαμόρφωση της τιμής του φυσικού αερίου, σενάριο που δεν συγκεντρώνει αυτή τη στιγμή πολλές πιθανότητες, με βάση και τις ισορροπίες που διαμορφώνονται στην Ευρώπη.
Η μείωση της ρήτρας αναπροσαρμογής στην «πηγή» (δηλαδή ουσιαστικά η προσπάθεια συγκράτησης της τιμής χονδρικής του ρεύματος, η οποία καθορίζεται καθημερινά στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας) σημαίνει ότι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας θα επιδοτούνται για να μην πωλούν το ρεύμα πάνω από ένα όριο. Δεδομένου ότι ουδείς γνωρίζει πώς θα κινηθεί η τιμή του φυσικού αερίου εν μέσω πολέμου, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπολογιστεί και το ποσό που θα απαιτηθεί για την επιδότηση. Οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για ένα κονδύλι της τάξεως των 4 δισ. ευρώ.
Τα δεδομένα
Αυτή τη στιγμή το οικονομικό επιτελείο έχει στα χέρια του τα εξής δεδομένα:
1. Ένα «μαξιλάρι» περίπου 900 εκατ. ευρώ το οποίο έχει δημιουργηθεί μετά την κατάθεση του συμπληρωματικού προϋπολογισμού.
2. Στοιχεία που δείχνουν καλύτερη των προβλέψεων εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού στο πρώτο τρίμηνο του έτους (τα σχετικά στοιχεία ανακοινώνονται σήμερα), αλλά και σαφείς ενδείξεις ότι την Πέμπτη η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα ανακοινώσει πρωτογενές έλλειμμα πολύ κάτω από τον στόχο του 7% για το 2021 (κάτι που λειτουργεί θετικά και στο έλλειμμα της φετινής χρονιάς).
3. Εκτιμήσεις ότι το διαθέσιμο ποσό στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (μέσω του οποίου επιδοτούνται μέχρι τώρα οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος) μπορεί να φτάσει έως το τέλος του χρόνου ακόμη και στα 3,5 δισ. ευρώ αν διατηρηθούν αυτές οι τιμές χονδρικής στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Με αυτά τα δεδομένα, το πρωτογενές έλλειμμα της χώρας διαμορφώνεται περίπου στο 2% του ΑΕΠ (από 1,4% που είχε προβλεφθεί στην αρχή της χρονιάς). Όμως, δεν είναι σαφές ότι αυτοί οι πόροι επαρκούν για να χρηματοδοτηθεί ο μηχανισμός του ηλεκτρικού ρεύματος όπως σχεδιάζεται.
Τα σενάρια
Για να βρεθούν πρόσθετοι πόροι, τα σενάρια είναι τα εξής:
1. Να αποφασίσει η Ευρώπη να διαθέσει τα 230 δισ. που έχουν μείνει αδιάθετα από το Next Generation EU υπό μορφή δανείου στις χώρες-μέλη. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα λάβει χρηματοδότηση περίπου 4 δισ. ευρώ με πολύ χαμηλό κόστος δανεισμού και σαφώς χαμηλότερο απ’ αυτό που θα είχε αν εξέδιδε ομόλογα. Το ίδιο σενάριο προβλέπει και διευθέτηση ώστε οι ενισχύσεις που θα δοθούν από τις χώρες να μην προσμετρηθούν στο πρωτογενές έλλειμμα και να επηρεάσουν μόνο το χρέος.
2. Η Ευρώπη να κάνει ένα βήμα παραπάνω και να δώσει τα 230 δισ. υπό μορφή επιδοτήσεων (όπως συνέβη και με μέρος των κονδυλίων για την πανδημία). Αυτό είναι το πολύ θετικό σενάριο για την Ελλάδα, καθώς η ενέργεια θα επιδοτηθεί χωρίς να υπάρξει επίπτωση ούτε στο έλλειμμα ούτε στο χρέος.
Η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ
Ο πολύ υψηλός πληθωρισμός, έχει συμβάλει στη βελτίωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ, οπότε ακόμη και το σενάριο αύξησης του χρέους για να βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι μπορεί να μην αλλάξει δραματικά τους συσχετισμούς. Με πρόβλεψη για ανάπτυξη 3% μέσα στο 2022 και πληθωρισμό άνω του 5%, το ΑΕΠ του 2022 αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στα 198 δισ. ευρώ σε ονομαστικούς όρους, ενώ το χρέος αναμένεται να φτάσει στα 356-358 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει διατήρηση της αναλογίας κοντά στο 182%-185% του ΑΕΠ.