Πολλές αλλαγές και βελτιώσεις περιέχει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε προς δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Το νομοσχέδιο προβλέπει:
- Μείωση κατά 50% του τέλος επιτηδεύματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες, που δηλώνουν εισοδήματα υψηλότερα από το τεκμήριο
- Μείωση κατά 25% του τέλους επιτηδεύματος για όσους δηλώνουν χαμηλότερα εισοδήματα.
- «Ελάχιστο τεκμαιρόμενο κέρδος» από την άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στην ουσία, ο φόρος δεν μπαίνει στο «εισόδημα» αλλά στην «αξία» της εισφερόμενης από τον επαγγελματία «εργασία» και ενασχόληση, για τις ανάγκες της επιχείρησης που ασκεί.
Ως γνωστόν πλήρης απαλλαγή προβλέπεται στις περιπτώσεις που οι φορολογούμενοι:
α) Υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία
β) Εκτίουν ποινές φυλάκισης
γ) Νοσηλεύονται σε νοσοκομείο ή κλινική
δ) Βρίσκονται σε αδυναμία άσκησης δραστηριότητας λόγω εγκυμοσύνης ή λοχείας με βάση την εργατική νομοθεσία
ε) Έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από εκτεταμένες φυσικές καταστροφές που κατέστησαν αδύνατη, συνολικά ή μερικά, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας,
στ) Τελούν υπό ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ατομικής τους επιχείρησης ή της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους,
ζ) Τελούν υπό απαγόρευση λειτουργίας του καταστήματος ή άλλου χώρου άσκησης της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας σε εφαρμογή απόφασης δημόσιας αρχής για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας ή άλλου λόγου που υπαγορεύει το δημόσιο συμφέρον,
η) Προσκομίζουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι για λόγους ανωτέρας βίας δεν ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Επιπλέον, στο νομοσχέδιο ορίζεται ότι από την εφαρμογή του τεκμηρίου απαλλάσσονται οι επαγγελματίες που παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%. Το τεκμήριο μειώνεται κατά 50% για τους επαγγελματίες που ασκούν δραστηριότητα και έχουν την κύρια κατοικία σε οικισμούς με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω από 3.100.
Επίσης, ορίζεται ότι το τεκμήριο δεν εφαρμόζεται κατά τα πρώτα τρία χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας, για το τέταρτο έτος μειώνεται κατά 67% και για το πέμπτο έτος κατά 33%.
Από την άλλη, τυχόν εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις ή και από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα συνυπολογίζονται για την κάλυψη του τεκμηρίου. Για παράδειγμα, αν το τεκμήριο για έναν επαγγελματία προσδιορίζεται στις 12.000 ευρώ και ο ίδιος έχει εισόδημα από μισθούς ύψους 7.000 ευρώ, το τεκμήριο μειώνεται στις 5.000 ευρώ (12.000-5.000).
Οι διατάξεις θα ισχύσουν για τα εισοδήματα του 2023 που θα φορολογηθούν το 2024. Με το σύστημα αυτό υπολογίζεται ότι σχεδόν οι μισοί από τους 735.000 αυτοαπασχολούμενους θα δουν κάποιου είδους επιβάρυνση (περίπου 300-1.000 ευρώ οι περισσότεροι).
Αντίθετα, 138.000 ΑΦΜ θα δουν μείωση της συνολικής επιβάρυνσης κατά 560 ευρώ, ενώ για 124.000 ο λογαριασμός θα είναι αμετάβλητος.
Σε κάθε περίπτωση, ο φορολογούμενος οφείλει να προσκομίσει τα αναγκαία δικαιολογητικά για την απόδειξη των ισχυρισμών του.
Φόρος για το 2024
Βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου είναι ότι η προσωπική συνεισφορά κάθε ελεύθερου επαγγελματία στην ατομική του επιχείρηση δεν μπορεί να αποτιμάται σε επίπεδο χαμηλότερο από το εισόδημα του μισθωτού που πληρώνεται με τον κατώτατο μισθό. Προκειμένου να μην υπάρχει εξισωτική αντίληψη, το ύψος της προσωπικής αυτής συνεισφοράς προσαυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας, το σύνολο της μισθοδοσίας και το ύψος του τζίρου της επιχείρησης.
Ειδικά για το 2023 (πρώτο έτος εφαρμογής του μέτρου) ορίζεται μεταβατική διάταξη, με την οποία οι επαγγελματίες που θα φορολογηθούν για τα φετινά εισοδήματα με το τεκμήριο, θα πληρώσουν το 2024 μειωμένη κατά 50% προκαταβολή φόρου.
Συγκεκριμένα, για τον υπολογισμό της φορολογίας λαμβάνονται υπόψιν:
α) Ο εκάστοτε ισχύων κατώτατος μισθός προσαυξημένος κατά 10% για κάθε 3 χρόνια επαγγελματικής δραστηριότητας μετά την πρώτη εξαετία ή ο ανώτερος ετήσιος μισθός που ο ελεύθερος επαγγελματίας καταβάλλει σε υπάλληλό του. Λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο από τα δύο ποσά με ανώτατο όριο σε κάθε περίπτωση τις 30.000 ευρώ.
β) Συντελεστής προσαύξησης του ποσού που προκύπτει από το προηγούμενο κριτήριο, στις περιπτώσεις που ο ετήσιος τζίρος είναι υψηλότερος από το μέσο όρο του εκάστοτε κλάδου. Η προσαύξηση είναι 35% για όσους πραγματοποιούν τζίρο μεγαλύτερο του μέσου όρου, 70% για τζίρο μεγαλύτερο του 150% του μέσου όρου και 100% για τζίρο που υπερβαίνει το διπλάσιο του μέσου όρου.
γ) Το 10% του κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού με όριο τις 15.000 ευρώ.
Το ελάχιστο τεκμαιρόμενο κέρδος ορίζεται κατ’ ανώτατο όριο 50.000 ευρώ και είναι το άθροισμα τριών συντελεστών.