Τα πράγματα είναι απλά.
Στον πλανήτη σημειώνονται αυτές τις μέρες τα υψηλότερα ρεκόρ κρουσμάτων από την αρχή της πανδημίας. Τα ίδια και στην Ελλάδα.
Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι σε διεθνή κλίμακα οι θάνατοι βρίσκονται σχετικά χαμηλά, ενώ στην Ελλάδα έχουν σταθεροποιηθεί μεν, αλλά σε ιδιαιτέρως υψηλά επίπεδα.
Σε χώρες με πολύ πιο ικανοποιητικούς επιδημιολογικούς δείκτες και με υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμένων, πάρθηκαν ενόψει των εορτών σοβαρά περιοριστικά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης για να αναχαιτιστούν οι συνέπειες που επαπειλούνται από την επέλαση της μετάλλαξης Ο. Στην Ελλάδα, αντιθέτως, η κυβέρνηση -αλλά και σημαντική μερίδα των πολιτών- διστάζει.
Ενώ το στέλεχος Ο έχει ήδη πάρει το πάνω χέρι, η εφαρμογή των μέτρων που σχεδιάστηκαν έχουν οριστεί για μετά την πρωτοχρονιά, λες και το Ο θα σεβαστεί το εορταστικό των ημερών ή θα περιμένει να πάρει πρώτα το δώρο του Άι Βασίλη. Όλ’ αυτά συμβαίνουν ενώ οι παράμετροι που συντηρούν σημαντικούς πόλους υπερμετάδοσης παραμένουν ανελαστικές: Η συμφόρηση των επιβατών στα μέσα μαζικής μεταφοράς, ο συγχρωτισμός σε χώρους εργασίας, ο αριθμός των μαθητών ανά τάξη.
Η απόφαση να ληφθούν πιο σοβαρά μέτρα (δειλά κι αυτά) από τις 3 Ιανουαρίου βασίζεται στην ιδέα να μη χαλάσει η γιορτινή ατμόσφαιρα του εορτασμού της Πρωτοχρονιάς.
Σκέψη μάλλον αφελής. Έχουμε συγκεντρώσει πια αρκετή πείρα ώστε να γνωρίζουμε πόσο οι εορτασμοί συνιστούν ευκαιρίες υπερμετάδοσης. Γάμοι, βαπτίσεις, πάρτι γενεθλίων, εορτασμοί πολιούχων αγίων, ονομαστικές εορτές, τοπικά πανηγύρια. Μετά το γλέντι, ο λογαριασμός – και ο θρήνος.
Τόση αμεριμνησία αγγίζει τα όρια του συλλογικού μαζοχισμού.
Γιορτάστε υπεύθυνα!
Διαβάστε επίσης:
Βερολίνο καλεί Αγκυρα – Νέοι άνθρωποι, ίδιες ιδέες
Σύσσωμη η αντιπολίτευση επικρίνει Μητσοτάκη και κυβέρνηση για τη διαχείριση της πανδημίας