Η κερδοφορία των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει υγιής, παρά το «πάγωμα» των επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια σύμφωνα με τη Fitch Ratings. Ωστόσο όπως σημειώνει ο οίκος αξιόλογησης εάν το μέτρο επεκταθεί πέραν των 12 μηνών, ή εάν τα επιτόκια της ΕΚΤ αυξηθούν περισσότερο από ό,τι αναμένεται, τότε η κερδοφορία των τραπεζών θα μπορούσε να βρεθεί σε κίνδυνο.
Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, το μέτρο θα περιορίσει τα οφέλη στην κερδοφορία από τα υψηλότερα επιτόκια, αλλά θα στηρίξει την ποιότητα του ενεργητικού περιορίζοντας τις πιέσεις καταβολής των υψηλών δόσεων στους δανειολήπτες.
Η Fitch αναμένει ότι η κερδοφορία των τραπεζών θα παραμείνει «υγιής», με τα λειτουργικά κέρδη προς τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία ενεργητικού στο 1,8% περίπου το 2023, παρά τα διαφυγόντα έσοδα από τόκους ύψους 100 εκατ. έως 175 εκατ. ευρώ από την αύξηση των επιτοκίων κατά 25 – 50 μονάδες βάσης. Το ανώτατο όριο θα μπορούσε επίσης να μειώσει την πίεση στις τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, μετριάζοντας τον αντίκτυπο στην κερδοφορία. Ο αμερικανικός οίκος αναμένει ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ θα αυξηθούν κατά 50 μονάδες βάσης έως το τέλος του 2023, φτάνοντας στο ανώτατο σημείο, προτούν υποχωρήσουν το 2024.
Επιπλέον, η ενεργοποίηση του συγκεκριμένου μέτρου θα μετριάσει τις βραχυπρόθεσμες πιέσεις στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων περιορίζοντας τις πληρωμές των υψηλών δόσεων από τους δανειολήπτες που δυσκολεύονται με ένα υψηλότερο κόστος διαβίωσης.
Η Fitch δεν θεωρεί πως η εφαρμογή του «πλαφόν» θα έχει ως αποτέλεσμα την αναταξινόμηση των δανείων σε «δάνεια με καθυστέρηση», καθώς θα εφαρμοστεί μονομερώς από τις τράπεζες. Το ανώτατο όριο δημιουργεί επίσης ένα κίνητρο για πειθαρχία στο σκέλος της κουλτούρας πληρωμών, καθώς ισχύει μόνο για τα ενήμερα δάνεια.
Επίσης, μέσω αυτού του μέτρου αποκρύπτεται εν μέρει, η πραγματική ικανότητα των δανειοληπτών να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους και θα μπορούσε να δημιουργήσει κινδύνους στην ποιότητα του ενεργητικού, εάν τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων αυξηθούν σημαντικά μετά τη λήξη του «πλαφόν». Εάν από την άλλη, το μέτρο επεκταθεί, υπάρχει αυξημενος κίνδυνος οι τράπεζες να επαναταξινομήσουν τα υψηλότερου ρίσκου δάνεια, τα οποία εξαρτώνται από το «πλαφόν» για να παραμείνουν ενήμερα.