Την εικόνα μιας Ελλάδας που δεν προσομοιάζει σε σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, αλλά σε τριτοκοσμική χώρα, παρουσιάσει Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία αφήνει έκθετη την κυβέρνηση Μητσοτάκη με αναφορές «καίνε» σε ό,τι αφορά το σκάνδαλο των υποκλοπών, τη λίστα Πέτσα και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πρόκειται για την ετήσια Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε 198 χώρες, για το έτος 2022, την οποία παρουσίασε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Η Έκθεση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εξετάζει τις πρακτικές που εφαρμόζονται ανά χώρα, σε ό,τι αφορά διεθνώς αναγνωρισμένα ατομικά, αστικά, πολιτικά και εργασιακά δικαιώματα, όπως αυτά ορίζονται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε άλλες διεθνείς συμβάσεις. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υποβάλλει την έκθεση η οποία αναφέρεται σε όλες τις χώρες που λαμβάνουν βοήθεια και σε όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών στο Κογκρέσο, σύμφωνα με τον Νόμο περί Εξωτερικής Βοήθειας του 1961 και τον Νόμο περί Εμπορίου του 1974.
Το κεφάλαιο για την Ελλάδα εκτείνεται σε 43 σελίδες και σε ότι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα η Έκθεση αναφέρει για:
σκληρή, απάνθρωπη, ή ταπεινωτική μεταχείριση, ή τιμωρία κρατουμένων σε φυλακές, καθώς και μεταναστών και αιτούντων ασύλου από τις Αρχές επιβολής του νόμου.
περιορισμούς στην ελεύθερη έκφραση και τα Μέσα Ενημέρωσης συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ή της απειλής επιβολής της ποινικής νομοθεσίας περί συκοφαντίας και δυσφήμησης.
αναγκαστικές επιστροφές και εικαζόμενη χρήση βίας από τις κυβερνητικές Αρχές κατά μεταναστών και αιτούντων ασύλου.
ανεπαρκή έρευνα και λογοδοσία για βία με βάση το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ενδοοικογενειακής βίας ή εγκλήματα που αφορούν βία που στοχεύει μέλη εθνικών/φυλετικών/εθνοτικών μειονοτήτων και εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία ή απειλή χρήσης βίας που στοχεύει λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, διεμφυλικούς ή διαφυλικά άτομα.
Στο κείμενο της έκθεσης υπάρχουν επίσης αναφορές για αντισημιτικές τοποθετήσεις σε μερίδα ακραίων, όπως χαρακτηρίζονται, ΜΜΕ και ιστοσελίδων, αλλά και σε περιστατικά βανδαλισμών σε εβραϊκά κοιμητήρια. Μεταξύ άλλων γίνεται αναφορά και σε περιστατικό βεβήλωσης μνημείου αφιερωμένου στο ολοκαύτωμα στο χώρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Η λίστα Πέτσα και τα ΜΜΕ
Η έκθεση δεν παραλείπει να αναφερθεί στη λίστα Πέτσα και στον αδιαφανή τρόπο κρατικών επιδοτήσεων στα ΜΜΕ. Σημειώνει μάλιστα, ότι το Govwatch, η διερευνητική αποστολή του MFRR στην Ελλάδα και το Media Pluralism Monitor, κατήγγειλαν την έλλειψη διαφάνειας στη διανομή των κρατικών επιδοτήσεων στα μέσα ενημέρωσης κατά την περίοδο της εκστρατείας ενημέρωσης για τον COVID-19 (λίστα Πέτσα).
«Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι έδωσε επιδοτήσεις με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως ποσοτικά για την προβολή κοινού, την κυκλοφορία κ.ά, καθώς και ποιοτικά κριτήρια όπως η ασφάλεια της επωνυμίας. Η απουσία δημοσίως διαθέσιμων κριτηρίων ανάθεσης ώθησε μια ΜΚΟ, ωστόσο, να υποβάλει αίτημα απαιτώντας την αποκάλυψη των κριτηρίων. Το δικαστήριο απέρριψε αυτό το αίτημα με την αιτιολογία ότι ο αναφέρων δεν είχε το νόμιμο δικαίωμα πρόσβασης στις πληροφορίες», τονίζεται χαρακτηριστικά.
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων
Ακόμη πιο «μαύρη» γίνεται η εικόνα για την Ελλάδα, όταν η Έκθεση αναφέρεται στο σκάνδαλο των υποκλοπών, καθώς επισημαίνει ότι αν και το Σύνταγμα και οι νόμοι της Ελλάδας απαγορεύουν τέτοιες ενέργειες, η κυβέρνηση δεν σεβάστηκε αυτές τις απαγορεύσεις. Στο κείμενο επισημαίνεται μάλιστα, ως παράδειγμα, νόμος του 2021, ο οποίος προβλέπει μία μοναδική εξαίρεση από το δικαίωμα των πολιτών να ενημερώνονται, όταν η κυβέρνηση παραβιάζει τις επικοινωνίες τους, τον λόγο «εθνικής ασφάλειας».
Παραλλήλως, η Έκθεση παραθέτει αναφορές των ΜΜΕ για τη χρήση -από πλευράς κυβέρνησης- παράνομου λογισμικού για την παρακολούθηση ανώτερων κυβερνητικών αξιωματούχων και δημοσιογράφων, υπενθυμίζοντας τις περιπτώσεις του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη.