Ισχυρό μήνυμα, το οποίο αποτελεί δέσμευση να μην αφήσει πίσω, μαζί με την απόφασή της να προσφέρει επιπλέον μορφές στήριξης στην Ελλάδα, έδωσε το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι σχολιάζει και ερμηνεύει η βρετανική τράπεζα HSBC τις πολυαναμενόμενες αποφάσεις της ΕΚΤ για την Ελλάδα οι οποίες και είχαν δημιουργήσει το τελευταίο διάστημα πιέσεις στην αγορά ομολόγων. Οι αναλυτές της τράπεζας εκτιμούν ότι η ΕΚΤ έδωσε ισχυρό υποστηρικτικό μήνυμα για τη χώρα που σημαίνει ότι η κεντρική τράπεζα θα είναι παρούσα στην αγορά έως τη στιγμή που θα ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα.
Η HSBC σημειώνει με νόημα πως η λέξη-κλειδί στη συνεδρίαση της ΕΚΤ ήταν η “ευελιξία”, η οποία αναφέρθηκε από την Κριστίν Λαγκάρντ έξι φορές μόνο στην εισαγωγική της ομιλία, και πολλές άλλες φορές κατά τη διάρκεια των ερωτήσεων των δημοσιογράφων. Η πρώτη ευελιξία αφορά τις επανεπενδύσεις PEPP, οι οποίες επεκτάθηκαν έως το 2024 (από το 2023 προηγουμένως) και “μπορούν να προσαρμοστούν με ευελιξία σε σχέση με τον χρόνο, τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και τις δικαιοδοσίες ανά πάσα στιγμή”.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ίσως περισσότερο από την ίδια την απόφαση για τις επανεπενδύσεις των λήξεων και των εσόδων από το πρόγραμμα ΡΕΡΡ, αυτό που ήταν σημαντικό, κατά την άποψη της HSBC, ήταν ότι η κα Λαγκάρντ ανέφερε ότι η εξαίρεση μεμονωμένης χώρας ήταν «σπάνια» και ότι υποστηρίχθηκε από το σύνολο του Διοικητικού Συμβουλίου. Για εμάς, σημειώνουν οι αναλυτές της τράπεζας, αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ότι η ΕΚΤ δεν προτίθεται να αφήσει την Ελλάδα πίσω της μέχρι να ολοκληρωθεί η πανδημία, γεγονός που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αρκετό για να γεφυρώσει το κενό μέχρι η χώρα να αποκτήσει ξανά καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας.
Ένα “ζήτημα”, ωστόσο, σύμφωνα με την HSBC είναι ότι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο “σε περίπτωση ανανεωμένου κατακερματισμού της αγοράς που σχετίζεται με την πανδημία”, κάτι που θα μπορούσε να καταστήσει δύσκολο να αποφασιστεί στο μέλλον εάν ο κατακερματισμός οφείλεται στην πανδημία – ιδίως δεδομένου ότι καθώς αποφασίστηκε να τελειώσει οριστικά το PEPP τον Μάρτιο, η ΕΚΤ φαίνεται να έχει εμμέσως την άποψη ότι η φάση της πανδημίας έχει ολοκληρωθεί, ή σε άλλους παράγοντες που ενδέχεται να μην δικαιολογούν την ίδια αντιμετώπιση, όπως ο πολιτικός κίνδυνος.
Ενδέχεται επίσης να υπάρχουν ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες, καθώς είναι δύσκολο η Bundesbank να θέλει να ανταλλάξει τα γερμανικά ομόλογα με ιταλικά στον ισολογισμό της, και ενδεχομένως, η ΕΚΤ θα μπορούσε να δημιουργήσει μια κεντρική “λειτουργία” για την αντιμετώπιση τουλάχιστον μέρους των επανεπενδύσεων, δημιουργώντας κάποιου είδους buffer.