Το Κέντρο για την Καταπολέμηση της Έμφυλης Βίας και των Πολλαπλών Διακρίσεων του Δήμου Αθηναίων, εγκαινίασε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για μια σπουδαία πρωτοβουλία που ανταποκρίνεται στη συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για υπηρεσίες ενημέρωσης, συμβουλευτικής υποστήριξης, νομικής εκπροσώπησης και φιλοξενίας των θυμάτων, αναδεικνύοντας τη σημασία των μηχανισμών αλληλεγγύης και δημιουργώντας πρότυπα συλλογικής ευθύνης.
Παράλληλα, εξέφρασε την ελπίδα να συμβάλλει αποφασιστικά στην ανακούφιση και την ενδυνάμωση όσων ατόμων, ανεξαρτήτως φύλου, έχουν υποστεί οποιαδήποτε μορφή βίας, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική, οικονομική, όσων κακοποιούνται εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος, όσων υπήρξαν θύματα διακρίσεων, είτε αυτοί είναι πρόσφυγες και μετανάστες, είτε άτομα με ειδικές ανάγκες, είτε άνεργοι, άστεγοι, κοινωνικά περιθωριοποιημένοι συμπολίτες μας.
«Ζούμε μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής έντασης. Η πανδημία, η αλλαγή επί τα χείρω της καθημερινότητάς μας, η ανασφάλεια, η οικονομική στενότητα, δημιουργούν προϋποθέσεις εκρηκτικές. Η βία, σε όλες τις μορφές της, διαχέεται στους κοινωνικούς χώρους, στο σχολείο, στην οικογένεια. Βία και εκφοβισμοί στη σχολική τάξη, συζυγική βία με σοβαρές επιπτώσεις στα παιδιά, βία στο εργασιακό περιβάλλον, βίαια ξεσπάσματα δι’ ασήμαντον αφορμήν. Κοινωνικός ρατσισμός. Γυναικοκτονίες, επαναλαμβανόμενες, ανησυχητικά πολλαπλασιαζόμενες», τόνισε η κ. Σακελλαροπούλου.
Υποστήριξε, επίσης, ότι «όλες οι μορφές βίας συνδέονται μεταξύ τους· καταπολεμώντας μια μορφή, προλαβαίνουμε τις άλλες. Ωστόσο, όπως έχει παρατηρηθεί, οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες φαίνεται ότι είναι περισσότερο αφορμές για τη διάπραξη εγκλημάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, παρά γενεσιουργοί παράγοντες».
«Κι αυτό γιατί αυτά τα φαινόμενα εμφανίζονται μέσα σε ένα ήδη καθορισμένο κοινωνικό πλαίσιο, βασικά χαρακτηριστικά του οποίου είναι η κυριαρχία των πατριαρχικών δομών, ο προκαθορισμός των έμφυλων ρόλων και οι διακρίσεις μεταξύ των φύλων», εξήγησε.
Επισήμανε, ακόμη, ότι «σε ένα τέτοιο πλαίσιο συμβαίνει συχνά οι γυναίκες να εσωτερικεύουν τα κοινωνικά πρότυπα που δικαιολογούν την κακοποίησή τους. Να αποδέχονται όχι μόνο την συναισθηματική και οικονομική τους καταπίεση, μέσω των οποίων ασκείται πάνω τους εξουσία και έλεγχος, αλλά και τη σωματική βία σε βάρος τους, επειδή δεν είναι “επαρκείς” σύντροφοι, μητέρες, ή κόρες. Και να σωπαίνουν».
Ωστόσο, παρατήρησε ότι «η σιωπή τους, είναι πλέον ηχηρή. Η βουβή τους απελπισία μια έκκληση για βοήθεια. Πρωτοβουλίες όπως αυτή του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος, με τη δημιουργία του Κέντρου, ενσωματώνει τη διάσταση του φύλου στις δράσεις του, δίνοντας ταυτόχρονα έμφαση στην αλληλεπίδρασή της με άλλες μορφές διακρίσεων, είναι μια ιδιαιτέρως ενθαρρυντική απάντηση».
Τέλος, ευχήθηκε δύναμη σε όλους τους ανθρώπους που μέσα από την επιστημονική γνώση, μα πάνω από όλα τα αποθέματα ψυχής, θα εργάζονται ώστε αυτό το νεοσύστατο Κέντρο να λειτουργεί ως ένας χώρος ασφάλειας, ελευθερίας και αυτονομίας, για εκείνους που τον έχουν τόσο ανάγκη.