Την περασμένη εβδομάδα, η ΕΛΣΤΑΤ δημοσίευσε τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του μήνα Νοεμβρίου, βλέποντας αύξηση 4,8% στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Οι αριθμοί, ωστόσο, δεν λένε πάντα την πλήρη αλήθεια. Ιδιαίτερα εάν μιλάμε για τον μηνιαίο προϋπολογισμό της μέσης ελληνικής οικογένειας, ο οποίος μοιάζει περισσότερο με σταυρόλεξο χωρίς λύση. Πώς να χωρέσουν τόσα και τόσο αυξανόμενα έξοδα με τα ελάχιστα έσοδα τα οποία δεν αυξάνονται ούτε στο ελάχιστο;
Η αλήθεια, όσο πικρή και αν φαίνεται, είναι ότι στην πραγματική ζωή, οι αριθμοί είναι αρκετά πιο αμείλικτοι απ’ ό,τι στη γενική στατιστική. Δεν χρειάζεται κανείς να είναι επιστήμονας ή οικονομικός αναλυτής για να κατανοήσει ότι η ακρίβεια κάνει την επιβίωση αδύνατη σε μια χώρα που τα ενοίκια αυξάνονται, τα τρόφιμα κάνουν ράλι, η θέρμανση είναι πλέον πολυτέλεια και η μετακίνηση άπιαστο όνειρο. Αρκεί μια βόλτα σε ένα σούπερ μάρκετ για να τα επιβεβαιώσει τα παραπάνω κανείς και να καταλάβει ότι τα μέτρα της κυβέρνησης με την επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος και θέρμανσης να μοιάζουν με ασπιρίνη σε βαρύτατη, θανατηφόρα ασθένεια.
Για του λόγου το αληθές, για μια οικογένεια με ένα παιδί και με πολύ -πάρα πολύ όμως- σφιχτό προϋπολογισμό, ο ατομικός πληθωρισμός αγγίζει το 7,5%. Αυτό προκύπτει με την παράθεση των απλών στοιχείων του μηνιαίου οικονομικού προϋπολογισμού στον ειδικό υπολογιστή ατομικού πληθωρισμού της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας. Υποθέτωντας πως έχουμε μια οικογένεια στην οποία το ζευγάρι δουλεύει ως υπάλληλοι γραφείου και παίρνει μισθό ο οποίος είναι σχεδόν διπλάσιος από τον βασικό (650 ευρώ, δηλαδή υποθέτουμε ότι έχει αποδοχές 1.200 ευρώ έκαστος), θα κατανοήσουμε πώς οι περισσότερες οικογένειες πλήττονται από το “σύνδρομο της τρίτης εβδομάδας”. Ξεμένουν, δηλαδή, από οικονομικά διαθέσιμα την τρίτη εβδομάδα του μήνα.
Στον τομέα των εξόδων για τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά, τοποθετούμε 250 ευρώ μηνιαίως. Ο μέσος αναγνώστης σίγουρα χαμογελά ειρωνικά αυτή την ώρα, καθώς ξέρει καλά ότι είναι αδύνατο να παραλείψει κανείς το γάλα του παιδιού, τα μπισκότα, τα μακαρόνια και πως για μια μέση οικογένεια, το απαραίτητο ποσό που χρειάζεται μηνιαίως για να καλυφθεί το σούπερ μάρκετ, κυμαίνεται από 500 σε 700 ευρώ. Και αυτό, χωρίς να συνυπολογίζονται οι διαρκείς ανατιμήσεις- φωτιά. Ας υποθέσουμε όμως ότι μιλάμε για το 13,2% του πληθυσμού το οποίο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ανησύχησε ότι δεν θα είχε αρκετή τροφή για να καλύψει τις ανάγκες του, το 12,8% που δεν είχε τη δυνατότητα να τραφεί με υγιεινή και θρεπτική τροφή, ή το 14,1% έφαγε μόνο ορισμένα είδη τροφών.
Υποθέτουμε ότι η οικογένεια αυτή δεν καπνίζει, δεν πίνει σταγόνα αλκοόλ, δεν ξοδεύει τίποτα για ένδυση και υπόδηση (υποθέτουμε ότι τα καλύπτουν, όπως σε πολλές οικογένειες, οι παππούδες με τη σύνταξη), ξοδεύει μόλις 50 ευρώ το μήνα για σουβλάκια ή πίτσα, αλλά δεν ξοδεύει τίποτα σε φροντιστήρια, γυμναστήρια, κολυμβητήρια για το παίδι και για διασκέδαση. Υποθέτουμε επίσης ότι η συγκεκριμένη οικογένεια πληρώνει για δύο καρτοκινητά (τα οποία, παρεμπιπτόντως, διαρκώς ακριβαίνουν ή μειώνουν τους χρόνους επικοινωνίας που διαθέτουν) από δύο κάρτες χρόνου ομιλίας των 12,5 ευρώ το μήνα, καθώς και 20 ευρώ το μήνα για μια σύνδεση σταθερού/Ίντερνετ.
Τι μένει από εκεί και πέρα; Έξοδα! Τα υπολογίζουμε σε 1.200 για στέγαση, ύδρευση, ηλεκτρικό ρεύμα, θέρμανση και άλλα καύσιμα. Για ένα σπίτι περίπου 90 τετραγωνικών με δύο υπνοδωμάτια, η… τυχερή οικογένεια σήμερα νοικιάζει με 700 ευρώ ένα διαμέρισμα σε περιοχές κοντά στο κέντρο όπως η Καλλιθέα, ή η Νέα Σμύρνη. Μια μάλλον αστεία προσέγγιση θέλει 200 ευρώ το μήνα να κοστίζει το ρεύμα (όποιος πήρε λογαριασμό της ΔΕΗ γνωρίζει ότι πλέον δεν υπάρχουν τέτοια ποσά παρά μόνο ως ανάμνηση), αλλά 300 η θέρμανση για καυσόξυλα, ή φυσικό αέριο, ή καλοριφέρ. Προσθέτουμε και 50 ευρώ σε κοινόχρηστα -αν και πολύ θα θέλαμε να βρούμε την πολυκατοικία που έχει τέτοια κοινόχρηστα.
Ακολουθούν τα έξοδα μετακίνησης. Υποθέτοντας ότι η οικογένεια χρησιμοποιεί ένα αυτοκίνητο με μηδενικά τέλη κυκλοφορίας, το οποίο πληρώνει σε δόσεις με 250 ευρώ το μήνα. Άλλα τόσα είναι τα έξοδα των καυσίμων για τον μέσο εργαζόμενο που μένει 25 χιλιόμετρα από την εργασία του και προσθέτουμε 100 ευρώ για εισιτήρια σε ΜΜΜ ή ταξί, αν χρειαστεί.
Αν και πολλοί έχουν ήδη… αγανακτήσει με τις περικοπές που έχει αναγκαστεί να κάνει η παραπάνω οικογένεια, προκύπτει ότι τα μηνιαία έξοδα είναι περίπου 2.500 ευρώ. Κάπως έτσι καταλαβαίνουμε πως φτάνει η μέση οικογένεια στο “σύνδρομο της τρίτης εβδομάδας” και γιατί το υπολογιστικό όργανο της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας υπολογίζει τον προσωπικό πληθωρισμό στο 7,5% έναντι του 4,1% που ήταν ο μέσος πληθωρισμός βάσει του ΔΤΚ στην Ελλάδα τον Οκτώβριο.
Δείτε τον υπολογισμό εδώ: https://www.euro-area-statistics.org/digital-publication/statistics-insights-inflation/bloc-4a.html?lang=el
Ντεμπούτο φτώχειας
Στα παραπάνω, προσθέστε (ή καλύτερα αφαιρέστε) την έκρηξη της ακρίβειας η οποία οδηγεί σε μείωση της αγοραστικής δύναμης, πολύ μεγαλύτερη των 50 ευρώ το μήνα σε ετήσια βάση, αν προσμετρηθεί η επίπτωση του πληθωρισμού στη μέση καταναλωτική δαπάνη ανά νοικοκυριό η οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, διαμορφώθηκε το 2020 σε 17.738 ευρώ ή 1.478,22 ευρώ τον μήνα.
Μιλάμε λοιπόν για ένα ντεμπούτο φτώχειας που κάνει το 2022 στο μέσο νοικοκυριό, καθώς ήδη ο μέσος Έλληνας στενάζει από τις εκρηκτικές αυξήσεις κατά 180% στο φυσικό αέριο, τις ανατιμήσεις-“φωτιά” σε πετρέλαιο θέρμανσης (45,2%), ηλεκτρικό ρεύμα (37,8%), αλλά και στα τρόφιμα, όπως αρνί-κατσίκι (21,3%), ελαιόλαδο (18,5%) και πατάτες (11%). Και φυσικά, την καθημερινότητα επιβαρύνουν κατά πολύ οι (κατά πόσο δικαιολογημένες, άραγε;) ανατιμήσεις σε καύσιμα και λιπαντικά κατά 24,9%.
Επίσης ανατίμηση προκύπτει κατά 3,5% στη Διατροφή και τα μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί, άλλα προϊόντα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, ζυμαρικά, μοσχάρι, πουλερικά, αρνί και κατσίκι, παρασκευάσματα με βάση το κρέας, νωπά ψάρια, τυριά, ελαιόλαδο, άλλα βρώσιμα έλαια, νωπά φρούτα, νωπά λαχανικά, πατάτες, σοκολάτες-προϊόντα σοκολάτας, καφέ.
Την ίδια ώρα σύμφωνα με έρευνα που έδωσαν στη δημοσιότητα η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) και το Ινστιτούτο Εργασίας σε συνεργασία με την εταιρεία Alco το 82% των εργαζομένων δηλώνει ότι η μηνιαία επιβάρυνση του νοικοκυριού τους από τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των βασικών ειδών διατροφής αναμένεται να είναι «πολύ μεγάλη» ή «μεγάλη», με μόλις το 14% να την εκτιμά ως «μικρή» ή «πολύ μικρή».
Τα παραπάνω ποσοστά διαφοροποιούνται, όταν συγκριθούν με το ύψος του εισοδήματός τους. Οι εργαζόμενοι με μηνιαία αμοιβή έως 500 ευρώ δηλώνουν κατά 100% ότι αναμένουν πολύ μεγάλη επιβάρυνση, ενώ το 19% όσων δηλώνουν ως μηνιαία αμοιβή από 1.500 ευρώ και πάνω, αναφέρει ότι αναμένει πολύ μεγάλη επιβάρυνση και το 54% μεγάλη επιβάρυνση.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών και αναλυτών, το ράλι των τιμών δεν πρόκειται να σταματήσει να είναι τόσο ξέφρενο τουλάχιστον μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2022, ενώ η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είχε δηλώσει πρόσφατα ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα αργήσει να αποκλιμακωθεί, περισσότερο από όσο είχε αρχικά προβλεφθεί, και ότι θα υπάρξει περαιτέρω άνοδος μέσα στο 2021 με σταδιακή αποκλιμάκωση μέσα στο 2022.