Η πολυεθνική εταιρεία PwC συμμετείχε ως σύμβουλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη στον σχεδιασμό του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και κατόπιν βρέθηκε ως ανάδοχος στην κοινοπραξία στην οποία η κυβέρνηση (με υπογραφή Πιερρακάκη) ανέθεσε το πρώτο έργο Πληροφορικής του Ταμείου Ανάκαμψης- H πολύμηνη έρευνα #RecoveryFiles, με δημοσιογράφους από 15 χώρες και τη συμμετοχή του Reporters United και της «Εφ.Συν.» στην Ελλάδα, για τον ρόλο των «Big Four» συμβουλευτικών εταιρειών στα εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης.
Το πρωινό της 7ης Απριλίου 2022 στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο διευθύνων σύμβουλος της PwC Ελλάδας, Μάριος Ψάλτης, παρουσία του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Θόδωρου Σκυλακάκη, δήλωσε: «Είμαστε υπερήφανοι που ως PwC Ελλάδας είχαμε την ευκαιρία να υποστηρίξουμε ενεργά την ελληνική κυβέρνηση στην εκπόνηση του Ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ)». Αναφέρθηκε επίσης στην «ευκαιρία που θα έχουμε να συνεργαστούμε με τις κρατικές αρχές και τους φορείς του ιδιωτικού τομέα για την εφαρμογή του σχεδίου». Έναν μήνα αργότερα η συμβουλευτική εταιρεία θα υπέγραφε ως ανάδοχος ενός έργου-ορόσημου για το Ταμείο Ανάκαμψης…
Με στόχο την επαναφορά της ευρωπαϊκής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά μετά την πανδημία, οι Βρυξέλλες έδωσαν τον Φεβρουάριο του 2021 το πράσινο φως στον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery Resilience Fund – RRF). Πρόκειται για ένα μεγάλο πείραμα για την Ε.Ε., που θα δανειστεί στην ουσία κεφάλαια από τις αγορές προκειμένου να διοχετεύσει συνολικά 723,8 δισ. ευρώ ως το 2026 στα ταμεία των κρατών-μελών. Η Ελλάδα θα λάβει 31 δισ. ευρώ, -18,4 δισ. ως επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ως δάνεια με μηδενικό επιτόκιο- με τη δέσμευση το 20% των κεφαλαίων να δαπανηθεί σε έργα υπέρ του ψηφιακού μετασχηματισμού.
Σύμφωνα με την έρευνα #RecoveryFiles, στην οποία συμμετείχε η «Εφ.Συν.» (το σχετικό ρεπορτάζ της 24ης Οκτωβρίου υπογράφει η Ιωάννα Λουλούδη) και το Reporters United υπό τον συντονισμό της ολλανδικής ομάδας Follow the Money και με τη συνεργασία δημοσιογράφων από 13 χώρες ακόμα, η σύνταξη των εθνικών σχεδίων που κατέληξαν προς έγκριση στην Κομισιόν εξελίχθηκε σε χρυσωρυχείο για τις εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Κι αυτό γιατί τόσο κυβερνήσεις της Ε.Ε. αλλά και η Κομισιόν χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες των συμβούλων κατά τη διαμόρφωση καθώς και στο κρίσιμο στάδιο της υλοποίησης των σχεδίων, παγιώνοντας μια νέα πραγματικότητα στενής συνεργασίας αλλά και πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων. Αυτό φαίνεται πως συνέβη και στην Ελλάδα.
Το Ελντοράντο της ψηφιακής μετάβασης
«Σήμερα είναι μια μέρα-ορόσημο για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους. Το Gov-ERP, το πρώτο έργο Πληροφορικής που εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης, θα αποτελέσει ακόμα έναν παράγοντα ενίσχυσης της διαφάνειας, της λογοδοσίας, αλλά τελικά και των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας» είπε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκος Πιερρακάκης, κατά την τελετή υπογραφής σύμβασης ύψους 51.522.000 ευρώ ανάμεσα στην «Κοινωνία της Πληροφορίας ΜΑΕ» και τους νέους αναδόχους του έργου «Μεταρρύθμιση του Δημοσιονομικού Συστήματος στην Κεντρική Διοίκηση και τη λοιπή Γενική Κυβέρνηση».
Στο δελτίο Τύπου που εξέδωσαν από κοινού στις 6 Μαΐου 2022 τα υπουργεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Σκυλακάκης κάνει λόγο για «ένα εμβληματικό έργο για τη Δημόσια Διοίκηση» που «γίνεται πράξη με επιχορήγηση, ύψους 36,1 εκατ. ευρώ, από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας». Δεν υπάρχει ωστόσο καμία αναφορά για τους αναδόχους αυτού του εμβληματικού έργου και τους εκπροσώπους αυτών που ήταν παρόντες στην τελετή υπογραφής.
Την πληροφορία για την κοινοπραξία τριών εταιρειών που ανέλαβε την υλοποίηση του Gov-ERP μπορεί να αναζητήσει κανείς στις ανακοινώσεις των εταιρειών UniSystems και Real Consulting (διευθύνων σύμβουλος Νίκος Βαρδινογιάννης, γιος του Βαρδή Βαρδινογιάννη), δύο εκ των τριών εταιρειών που απαρτίζουν την κοινοπραξία. Η τρίτη ανάδοχος εταιρεία, PwC, όπως και τα δύο εμπλεκόμενα υπουργεία, δεν εξέδωσε σχετική ανακοίνωση, παρότι το «παρών» στην τελετή υπογραφής έδωσε ο Κυριάκος Ανδρέου, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Ο διευθυντής της PwC και «συγγραφέας» του κυβερνητικού Σχεδίου
Το Gov-ERP υποβλήθηκε ως υποψήφιο έργο από την ελληνική κυβέρνηση προς τις Βρυξέλλες τον Απρίλιο του 2021. Ομως οι προτάσεις έργων που αφορούν το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης δεν συντάχθηκαν μόνο από Ελληνες δημόσιους υπαλλήλους. Στην πλατφόρμα LinkedIn υπάρχουν ισχυρά τεκμήρια ότι και υπάλληλοι συμβουλευτικών εταιρειών έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση των κειμένων. Ενα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το προφίλ του Director (διευθυντή) στην PwC, Πάρη Μπαγιά, που, όπως αναφέρει, εργαζόταν μεταξύ Οκτωβρίου 2020 και Μαΐου 2021 στην PwC ως «επικεφαλής ομάδας για τη διαμόρφωση» ψηφιακών έργων του ελληνικού Σχεδίου και «μέλος της συγγραφικής ομάδας του Σχεδίου».
Όμως πριν από αυτό ο κ. Μπαγιάς εργαζόταν για την Κομισιόν – μια περίπτωση δηλαδή περιστρεφόμενης πόρτας: Συγκεκριμένα μεταξύ Απριλίου 2018 και Οκτωβρίου 2020 εργάστηκε ως εξωτερικός συνεργάτης της Γενικής Διεύθυνσης Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Κομισιόν (DG REFORM), που παρέχει εξατομικευμένη τεχνική υποστήριξη στα κράτη-μέλη για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων κυρίως μέσω του Μέσου Τεχνικής Υποστήριξης (TSI).
Όπως προκύπτει από τη δημοσιογραφική έρευνα, η Κομισιόν αναθέτει όλο και πιο συχνά μέσω του TSI έργα σε συμβουλευτικές εταιρείες – συνήθως τις «Big Four»: Deloitte, PwC, KPMG και EY. Στην ερώτησή μας πάντως εάν θεωρεί πως υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των θέσεων εργασίας του, ο κ. Μπαγιάς απαντά πως αυτό δεν συνέβη «σε καμία απολύτως περίπτωση» και πως κατά την εργασία για την DG REFORM δεν είχε ανάμειξη «σε συμβάσεις που υπογράφηκαν μεταξύ DG REFORM και PwC», ενώ εξηγεί πως η συνεισφορά της ομάδας του «στα κείμενα του RRF [Ταμείου Ανάκαμψης] αφορά αυστηρά και μόνο την υποστήριξη της διαμόρφωσης των κειμένων αναφορικώς με τους κανόνες του RRF μετά την επίσημη λήψη του συνόλου των κειμένων από την πλευρά της Αναθέτουσας Αρχής».
Τα μέιλ που δείχνουν εμπλοκή Πιερρακάκη – PwC
Η εμπλοκή εταιρειών όπως η PwC στη διαμόρφωση των προτάσεων που εντάχθηκαν στα εθνικά σχέδια ανάκαμψης επιβεβαιώνεται σιωπηρά από την Κομισιόν. Απαντώντας σε αίτημα FOI (αίτημα για πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία) που κατέθεσε ο Ιταλός Αλεσάντρο Ρούντσι της οργάνωσης ReCommon, η Κομισιόν αρνήθηκε να παραχωρήσει τα ζητηθέντα έγγραφα επικαλούμενη ότι αυτά «ανήκουν από κοινού στην ελληνική κυβέρνηση και στη συμβουλευτική εταιρεία PricewaterhouseCooper (PwC)» – επιβεβαιώνοντας δηλαδή τη συνιδιοκτησία των εγγράφων από μέρους της PwC. Η Κομισιόν στην απάντησή της διευκρίνισε ότι τόσο η ελληνική κυβέρνηση όσο και η PwC ρωτήθηκαν αλλά αρνήθηκαν να συναινέσουν στη δημοσιοποίηση των εγγράφων.
Η Κομισιόν παραχώρησε ωστόσο έναν κατάλογο εγγράφων που υποδηλώνει ότι η PwC επικοινωνούσε με την Επιτροπή για το ελληνικό Σχέδιο πιθανώς για λογαριασμό του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Τα έγγραφα τα οποία ελληνική κυβέρνηση και PwC αρνούνται να δημοσιοποιήσουν φέρουν τίτλους όπως: «Email από την PwC με το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης κοινοποιημένο, για διευκρίνιση συγκεκριμένης ερώτησης σχετικά με σχέδια μέτρων» και «Email από την PwC με ενημερωμένα στοιχεία/υλικά που σχετίζονται με το προσχέδιο του ΣΑΑ. Συνημμένα (10 αρχεία συνολικά): φάκελοι που περιλαμβάνουν μέτρα υπό συζήτηση σχετικά με το προσχέδιο του ΣΑΑ». Ενα από τα emails έχει τον αναγνωριστικό τίτλο «20210217_Re: RRP – Pillar «Digital»; GOV-ERP v.0.8» παραπέμποντας στον πυλώνα της ψηφιακής μετάβασης και το έργο Gov-ERP – πρόκειται βέβαια για το έργο το οποίο η κυβέρνηση θα ανέθετε τον Μάιο του 2022 στην κοινοπραξία τής PwC.
Από το όνομα του συνημμένου αρχείου γίνεται κατανοητό ότι η αλληλογραφία της κυβέρνησης με την PwC έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του 2021. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση -και συγκεκριμένα το υπουργείο του κ. Πιερρακάκη- αλληλογραφούσε 14 μήνες νωρίτερα με την PwC σχετικά με το έργο.
PwC και ελληνική κυβέρνηση απαντούν
Στην απάντησή της προς το Reporters United η PwC φαίνεται να μην αναγνωρίζει ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων, λέγοντας πως «σε όλο το έργο της στον δημόσιο τομέα η PwC Ελλάδος ακολουθεί τους ισχύοντες κανόνες και υποχρεώσεις της διαδικασίας των δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες γενικά περιλαμβάνουν δικλίδες ασφαλείας για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων».
Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης απάντησε -μέσω επιστολής του Σταύρου Ασθενίδη, διευθύνοντα συμβούλου στην «Κοινωνία της Πληροφορίας»- πως για το Gov-ERP δεν υπήρξε «προσφυγή σε εξωτερικό τεχνικό σύμβουλο» και πως «το έργο είναι διαχρονικό, σχεδιάστηκε και ξεκίνησε η προκήρυξή του πολύ πριν τη δημιουργία του RRF, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε ισχυρισμός περί συμμετοχής της PwC στη διαμόρφωση της τελικής διαμόρφωσης του καταλόγου των έργων να στερείται βασιμότητας».
Στην απάντησή του το γραφείο Τύπου του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών κ. Σκυλακάκη (ο οποίος επιβλέπει την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης) τονίζει ότι στη διαμόρφωση του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «δεν συμμετείχε καμία εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπό την έννοια του οποιουδήποτε είδους συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων για την επιλογή των έργων και προγραμμάτων του Ταμείου».
Αναφέρεται όμως ότι τουλάχιστον δύο συμβουλευτικές εταιρείες συμμετείχαν στα στάδια της προετοιμασίας των προτάσεων προς την Κομισιόν: «Η συμβολή της PricewaterhouseCoopers και της Grant Thornton αφορούσε, αποκλειστικά, στην παροχή τεχνικής υποστήριξης» και συγκεκριμένα «η PricewaterhouseCoopers, από την πλευρά της, τεχνική υποστήριξη, στην πρώτη φάση του έργου για έλεγχο πληρότητας και συμπλήρωση των πληροφοριών για κάθε έργο, καθώς και προ-αξιολόγηση της συμβατότητας των έργων, σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό».
«Και στη δεύτερη φάση» -αναφέρει το γραφείο Τύπου του κ. Σκυλακάκη- «η PwC κλήθηκε, αφού έλαβε τα σχόλια και τον τελικό κατάλογο των έργων -ως δεδομένο, να συνδράμει στη συγγραφή του τελικού κειμένου του Εθνικού Σχεδίου και να υποστηρίξει την Ειδική Υπηρεσία σε ενέργειες προετοιμασίας και επικοινωνίας για το “Ελλάδα 2.0”». Η έγκριση για τα έργα δόθηκε, σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, από το υπουργικό συμβούλιο και έτσι «δεν προκύπτει κανενός είδους σύγκρουση συμφερόντων, που να αφορά στην εκτέλεση άλλων έργων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”».
Ενα δισ. ετησίως από την Κομισιόν στις συμβουλευτικές
Αντίστοιχα ερωτήματα εγείρονται για την ίδια την Κομισιόν. Όπως πιστοποιεί και η Ειδική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Ιούνιο, η Κομισιόν κάνει εκτεταμένη χρήση υπηρεσιών εξωτερικών συμβούλων δεσμεύοντας για τον σκοπό αυτό περί το 1 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως κατά την περίοδο 2017-2020. Τονίζεται ακόμα πως «η χρήση συμβούλων ενέχει πιθανούς κινδύνους υπερβολικής εξάρτησης» και «πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων. Η Επιτροπή δεν παρακολουθεί, δεν διαχειρίζεται και δεν μετριάζει σε επαρκή βαθμό τους εν λόγω κινδύνους στο εσωτερικό της».
Συμβουλευτικές εταιρείες, όπως επιβεβαιώσαμε στην έρευνα, έχουν μέχρι στιγμής κερδίσει τουλάχιστον 75 εκατ. ευρώ παρέχοντας τις υπηρεσίες τους προς ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση εθνικών σχεδίων ανάκαμψης ή προς την Κομισιόν για την υλοποίηση των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων. Στα σχέδια της Κομισιόν είναι και η μίσθωση περαιτέρω συμβουλευτικών υπηρεσιών ύψους 374 εκατ. ευρώ στα επόμενα δύο χρόνια κυρίως σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης. Παράλληλα και για το TSI (Μέσο Τεχνικής Υποστήριξης) η Κομισιόν έχει προβλέψει συνολικά 864 εκατ. ευρώ ως το 2027.
Οι αποκαλούμενες «Big Four» -PwC, Deloitte, KPMG και EY- συγκέντρωσαν το 55% των συμβάσεων παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών το 2021, ενώ εκτιμάται πως μόνο η PwC ανέλαβε έργα σε 17 κράτη-μέλη το 2021 ύψους σχεδόν 10 εκατ. ευρώ.
Όλα αυτά έρχονται να προστεθούν στα αναμενόμενα κέρδη που συμβουλευτικές εταιρείες αναμένεται να έχουν ούτως ή άλλως προσφέροντας τις υπηρεσίες τους σε δυνητικούς επενδυτές του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι δείχνουν ενδιαφέρον για συμμετοχή σε έργα που εντάσσονται στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι συντελεστές του πρότζεκτ #RecoveryFiles
Το #RecoveryFiles αποτελεί μια ερευνητική συμμαχία δημοσιογράφων και newsrooms με επικεφαλής την ανεξάρτητη πλατφόρμα Follow the Money. Στην έρευνα συμμετείχαν δημοσιογράφοι από: Le Monde, Die Welt, IRPI, Reporters United, Grupo Merca2, Oštro, DEO.dk, ZackZack, Context Investigative Reporting Project Romania, Investigatívne centrum Jána Kuciaka, De Tijd, Apache, Daphne Foundation. Στην έρευνα συμμετείχαν οι δημοσιογράφοι: Ada Homolova, Follow the Money, Ολλανδία, Adrien Senecat, Le Monde, Γαλλία, Ante Pavić, Oštro, Κροατία, Attila Biro, Context Investigative Reporting Project Romania, Ρουμανία, Beatriz Jimenez, Grupo Merca2, Ισπανία, Ben Weiser, ZackZack, Αυστρία, Carlotta Indiano, IRPI, Ιταλία, Emilia Garcia Morales, Grupo Merca2, Ισπανία, Giulio Rubino, IRPI, Ιταλία, Hans-Martin Tillack, Die Welt, Γερμανία, Ιωάννα Λουλούδη, Reporters United, Ελλάδα, Karin Kőváry Sólymos, Investigatívne centrum Jána Kuciaka, Σλοβακία, Lars Bové, De Tijd, Βέλγιο, Lise Witteman, Follow the Money, Ολλανδία, Marcos Garcia Rey, Grupo Merca2, Ισπανία, Matej Zwitter, Oštro, Σλοβενία, Roberta Spiteri, Daphne Foundation, Μάλτα, Staffan Dahllöf, DEO.dk, Δανία / Σουηδία, Steven Vanden Bussche, Apache, Βέλγιο