Ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι ανατιμήσεις και οι κρίσιμες αποφάσεις που πρέπει να παρθούν, έχουν φέρει την Ευρώπη σε κρίσιμο σταυροδρόμι, ενόψει του δύσκολου χειμώνα.
Την ερχόμενη Πέμπτη θα «μετρηθούν» επισήμως οι πρώτες αντιδράσεις στην άτυπη σύνοδο των 27 ηγετών της Ε.Ε. με θέμα την ενεργειακή κρίση, την ασφάλεια, και την μετανάστευση.
Μεταξύ των τριών θεμάτων η ενεργειακή κρίση αναμένεται να απασχολήσει εντονότερα τους 27 ηγέτες με τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ, να υπερασπίζεται το πακέτο μέτρων που υιοθέτησε το Βερολίνο, για να προστατέψει επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την ενεργειακή κρίση.
Όμως, το πακέτο που περιλαμβάνει επιβολή πλαφόν στο φυσικό αέριο και θα κοστίσει περίπου 200 δισ. ευρώ, έχει βρεθεί στο στόχαστρο τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και άλλων κρατών μελών, που λόγω δημοσιονομικών μεγεθών δεν μπορούν να λάβουν ανάλογα μέτρα.
Η Γερμανία έχει βρεθεί απολογούμενη καθώς άλλοι εταίροι λένε ότι κάνει το δικό της «παιχνίδι».
Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός πως οι ευρωπαίοι επίτροποι Οικονομίας και Εσωτερικής Αγοράς Πάολο Τζεντιλόνι και Τιερί Μπρετόν πρότειναν την προσφυγή σε αμοιβαιοποιημένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο εργαλεία για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Το κοινό τους άρθρο που δημοσιεύθηκε στον ευρωπαϊκό Τύπο όπως ήταν αναμενόμενο έδωσε το έναυσμα για μία συζήτηση μεταξύ των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης που συνέρχονται στο Λουξεμβούργο, την ώρα που ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Σουηδία δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για νέα έκδοση κοινού χρέους.
«Είναι η μεμονωμένη άποψη δύο επιτρόπων. Εχω την εντύπωση ότι δεν είναι αυτή η γενική άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», δήλωσε ο αυστριακός υπουργός Οικονομικών Μάγκνους Μπρύνερ.
Η πρόταση αυτή «απαιτεί συζητήσεις διότι υπάρχουν διαφορές απόψεων γύρω από το τραπέζι», παραδέχθηκε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Στο μεταξύ οι προθέσεις της Γερμανίας για το πακέτο-μαμούθ των 200 δισ. ευρώ αυξάνουν τις φωνές για στρατηγική δύο ταχυτήτων: μια εκτός συνόρων όπου υποστηρίζει την λιτότητα και μία εντός συνόρων κατασπατάλησης πόρων αποκλειστικά για λογαριασμό της.
Το ύψος της ενίσχυσης και ο ασυντόνιστος χαρακτήρας της γερμανικής πρωτοβουλίας δημιουργεί φόβους ότι η Γερμανία θα δώσει στις επιχειρήσεις της πλεονέκτημα σε σχέση με τις ανταγωνίστριές της των χωρών που δεν έχουν τα μέσα να χρηματοδοτήσουν μία τόσο ισχυρή «ασπίδα» κατά της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας.
Κορυφώνονται οι αντιδράσεις – Σε θέση άμυνας το Βερολίνο
Στην Ρώμη, όπως και στο Παρίσι, επιμένουν για την ανάγκη αλληλεγγύης, όπως έγινε κατά την διάρκεια της κρίσης της Covid.
«Δεν μπορούμε πλέον τις επόμενες εβδομάδες και μήνες να προχωρήσουμε χωρίς κοινή στρατηγική», δήλωσε ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λε Μερ.
Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι αντέδρασε με σφοδρότητα την περασμένη εβδομάδα, καταγγέλλοντας πιθανές «επικίνδυνες και αδικαιολόγητες στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς».
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ εμφανίσθηκε αμυντικός στο Λουξεμβούργο, διαβεβαιώνοντας ότι το γερμανικό σχέδιο είναι «αντίστοιχο του μεγέθους της χώρας» και κατά συνέπεια συγκρίσιμο στα μέτρα στήριξης που έχουν ληφθεί στην Γαλλία. «Πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί ότι τα μέτρα εκτείνονται σε μία διετία», είπε.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ συζήτησαν σήμερα την χρησιμοποίηση μη χρησιμοποιημένων δανείων ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης (συνολικού ύψους 750 δισ) μετά την κρίση της Covid και συμφώνησαν στην κατανομή επιδοτήσεων ύψους 20 δισεκατομμυρίων ευρώ που διατέθηκαν την άνοιξη από την Κομισιόν στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.