Οδύνη ανάλογη με την κρίση του 2009 προβλέπει το Βloomberg Economics, με ύφεση έως και 5% σύμφωνα με το δυσμενέστερο σενάριο.
Η ενεργειακή κρίση υπάρχει κίνδυνος να αποδειχθεί τόσο επώδυνη για την ευρωπαϊκή οικονομία όσο και η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008, προειδοποιεί το Βloomberg Economics, καθώς τα μοντέλα που «έτρεξαν» οι αναλυτές του βλέπουν μείωση του ΑΕΠ κατά 1% στο κεντρικό σενάριο, αλλά συρρίκνωση έως και 5% στο αρνητικό σενάριο. Πρακτικά, το αρνητικό σενάριο βλέπει ύφεση εξίσου βαθιά με εκείνη του 2009.
Ακόμα και αν αποφευχθεί το αρνητικό σενάριο, η οικονομία της ευρωζώνης εξακολουθεί να βρίσκεται καθ’ οδόν να περάσει το 2023 υπομένοντας την τρίτη μεγαλύτερη συρρίκνωση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη Γερμανία να είναι μεταξύ εκείνων που θα υποφέρουν περισσότερο.
Στην Ελλάδα, η εκτιμώμενη ετήσια αύξηση του ενεργειακού κόστους υπολογίζεται σε 14 δισ. ευρώ και πρόκειται για το 7% του ΑΕΠ, το 10% του διαθέσιμου εισοδήματος στον ιδιωτικό τομέα ή το 9% του τζίρου των επιχειρήσεων, όπως ανέφερε μιλώντας στο συνέδριο του Εconomist o Βασίλης Καραμούζης, γενικός διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής της Εθνικής Τράπεζας.
Για τους πολίτες και ειδικότερα τους δανειολήπτες η αύξηση των επιτοκίων, χωρίς να είναι αμελητέα, φαίνεται ότι τελικά αποτελεί τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της ακρίβειας και του πληθωρισμού που συμπιέζει το διαθέσιμο εισόδημα.
Οπως ανέφερε ο Β. Καραμούζης συγκρίνοντας την αύξηση του κόστους της ενέργειας με το θέμα της ανόδου των επιτοκίων, ακόμη και σε περίπτωση μιας αύξησης κοντά στις 250 μονάδες βάσης αυτό αντιστοιχεί στο 0,8% του ΑΕΠ. «Οπότε ως πρόβλημα, σε σχέση με την ενέργεια, είναι αρκετά μικρότερο», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η αγορά πάντως προεξοφλεί αύξηση 75 μονάδων βάσης στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής στις 27 Οκτωβρίου.
Σε κάθε περίπτωση το κοκτέιλ είναι εκρηκτικό για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ανεβάζοντας τα επίπεδα συναγερμού στις τράπεζες, πανευρωπαϊκά αλλά και στις εποπτικές αρχές, ώστε να μη δημιουργηθεί νέο, δύσκολα διαχειρίσιμο απόθεμα «κόκκινων» δανείων.
Αυτό όμως δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Οι γιγάντιες παρεμβάσεις, αναφέρει ο Simone Tagliapietra, ερευνητής στο Βruegel, αναμένεται να επηρεάσουν σφόδρα τα δημοσιονομικά της Ευρώπης και το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ενέργεια είναι προφανώς μη βιώσιμο από δημοσιονομική άποψη.
Το think tank Bruegel εκτιμά ότι μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. είχαν διαθέσει 314 δισ. ευρώ για να μετριάσουν τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.
Η Ευρώπη οδεύει ξεκάθαρα προς μια αρκετά βαθιά κρίση, σύμφωνα με τον Maurice Obstfeld, πρώην επικεφαλής οικονομολόγο τους ΔΝΤ που σήμερα κατέχει θέση ανώτερου συνεργάτη στο Peterson Institute for International Economics στην Ουάσινγκτον.
Με την ύφεση σε ολόκληρη τη Γηραιά Ηπειρο να είναι αναπόφευκτη, έρχεται ένας σκληρός χειμώνας για τους παραγωγούς χημικών, τις χαλυβουργίες και τους κατασκευαστές αυτοκινήτων που αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε πρώτες ύλες και μαζί με τα νοικοκυριά κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το υψηλό ενεργειακό κόστος, σημειώνει το Bloomberg.
Αναλυτές της ενεργειακής βιομηχανίας προειδοποιούν για μια μεγάλης διάρκειας κρίση που μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερη από τις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970. Πράγματι, ο τελικός αντίκτυπος των ελλείψεων θα μπορούσε να είναι ακόμη χειρότερος από αυτόν που μπορούν να αποτυπώσουν τα οικονομικά μοντέλα, δηλώνει ο Jamie Rush, επικεφαλής οικονομολόγος του Bloomberg.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο του Bloomberg Economics, που είναι ήδη «αρκετά τρομερό», οι ροές ρωσικού αερίου θα διατηρηθούν στο 10% αυτών του 2021, το κακό σενάριο προβλέπει ακόμα μικρότερες ροές και έναν χειμώνα κρύο όσο εκείνον του 2010 αλλά και περιορισμένη παραγωγή από ΑΠΕ.
Οι αναλυτές αναφέρουν ότι αν η συμπεριφορά των καταναλωτών αποδειχθεί ανελαστική και η ενότητα μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. αρχίσει να καταρρέει, οι τιμές του φυσικού αερίου μπορεί να εκτιναχθούν πάνω από τα 400 ευρώ, ο πληθωρισμός να πλησιάσει το 8% το 2023 και η οικονομία να συρρικνωθεί αυτόν τον χειμώνα κατά 5%.