Θλίψη έχει σκορπίσει στον καλλιτεχνικό χώρο η είδηση του θανάτου του Κώστα Καζάκου. Ο δημοφιλής ηθοποιός, σκηνοθέτης και πρώην βουλευτής του ΚΚΕ έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών.
Ο Κώστας Καζάκος νοσηλεύονταν εδώ και ενάμισι μήνα στον 10ο όροφο του νοσοκομείου Ευαγγελισμός, ενώ πριν από αρκετό καιρό είχε προσβληθεί από κορονοϊό, είχε αρκετά υποκείμενα νοσήματα με την κατάστασή του να έχει επιβαρυνθεί.
Ο Κώστας Καζάκος γεννήθηκε το 1935 στον Πύργο Ηλείας. Σπούδασε στην Ανώτερη Σχολή Κινηματογράφου, στο Τμήμα Ηθοποιών και Σκηνοθετών (1953–1956) και στη Δραματική Σχολή του Κάρολου Κουν, 1954-1957, έπειτα ως ηθοποιός ξεκίνησε το 1953 πρώτα στον κινηματογράφο, με την “Αρπαγή της Περσεφόνης” του Γρηγόρη Γρηγορίου, σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη και από το 1957 στο θέατρο. Το 1968 παντρεύτηκε τη Τζένη Καρέζη και ακολούθησαν κοινή καλλιτεχνική πορεία, στο Θέατρο, στον Κινηματογράφο και στην Τηλεόραση, για 26 χρόνια, μέχρι το θάνατο της Τζένης Καρέζη, το 1992.
Έχει λάβει μέρος σε περισσότερες από 40 κινηματογραφικές ταινίες και 160 θεατρικά έργα. Σκηνοθέτησε 18 θεατρικά έργα, 4 Τηλεοπτικές παραγωγές ενώ γύρισε δύο ταινίες ως παραγωγός. Την “Λυσιστράτη” σε σκηνοθεσία Γιώργου Ζερβουλάκου και την “Ερωτική. Τέλος, έχει παντρευτεί τρεις φορές με τη Νερίνα Λυμπεροπούλου το 1962, με την ηθοποιό Τζένη Καρέζη το 1968, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Κωνσταντίνο Καζάκο (1969), που είναι επίσης ηθοποιός. Από το 1997 ήταν παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Τζένη Κόλλια και έχει αποκτήσει τρία παιδιά μαζί της, τον Αλέξανδρο [1997], την Ηλέκτρα [2002] και τη Μάγια [2008].
Υπήρξε αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης. Ιδρυτικό μέλος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου και μέλος της Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού.
Τιμήθηκε με τον “Χρυσό Απόλλωνα”, βραβείο ηθοποιού Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών το 1967, και Α΄ Χρυσό Βραβείο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1973 για την αρτιότερη θεατρική παραγωγή (“Λυσιστράτη”). Έλαβε ακόμα το Βραβείο της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων και Κριτικών για το σύνολο της προσφοράς του.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 και του Οκτωβρίου 2009 εκλέχθηκε βουλευτής με το ΚΚΕ, ως επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας.
Η γνωριμία με την Τζένη Καρέζη
Σε συνέντευξη του στην Lifo είχε αποκαλύψει σημαντικές στιγμές της προσωπικής και καλλιτεχνικής του πορείας. Αναφερόμενος στην γνωριμία του με την μετέπειτα σύζυγο του Τζένη Καρέζη είχε αναφέρει: ” Ένας άλλος πολύ σημαντικός σταθμός για μένα ήταν το φθινόπωρο του ’66, που ετοίμαζε ο Φίνος μια ταινία με την Καρέζη και για πρώτη φορά με φωνάξανε στο μεγάλο μαγαζί, στη μεγάλη πόρτα, στη Χίου. Έπαιξα έναν αξιωματικό σε μια ταινία που σκηνοθέτησε ο Ντίνος Δημόπουλος σε σενάριο του Φώσκολου, στο Κονσέρτο για πολυβόλα. Εκεί γνωρίστηκα με την Τζένη. Εκεί συνδεθήκαμε και ζήσαμε μαζί 26 χρόνια, μέχρι τον θάνατό της.
Είναι περίεργο, γιατί ενώ την είχα συναντήσει δύο φορές μέχρι τότε σε δουλειές, ήταν σαν να μην είχαμε ιδωθεί. Στη μία ήμουν βοηθός σκηνοθέτη, σε μια ταινία που γύρισε ο Ερρίκος ο Θαλασσινός με την Καρέζη και τον Φούντα, στην οποία, μάλιστα, είχαμε γράψει μαζί το σενάριο. Έπαιζα κι έναν μικρό ρόλο, έναν μπουζουξή. Τη συναντούσα την Τζένη στο καμαρίνι για να μάθει τα λόγια της, να ετοιμαστεί, αλλά ήταν σαν να μην είχαμε ιδωθεί.
Κι άλλη μια φορά, σε ένα θεατρικό που κάναμε στο ραδιόφωνο, δεν κάναμε καμία αίσθηση ο ένας στον άλλον, ούτε την είδα, ούτε με είδε. Ε, ήρθε η ώρα το ’66, που ήμασταν μέρα-νύχτα μαζί στα γυρίσματα του Κονσέρτου για πολυβόλα, και κολλήσαμε. Από το ’68 ξεκινήσαμε τις παραγωγές στο θέατρο, να κάνουμε μαζί ταινίες, ήταν μια καθοριστική συνάντηση για τη ζωή μου. Όταν πέθανε η Τζένη συνέχισα μόνος μου, στο θέατρο κυρίως, αλλά και στον κινηματογράφο, όποτε μου ζητήθηκε.
Και η τηλεόραση μου αρέσει, δεν είχα ποτέ καμιά αντιπάθεια. Έχω κάνει πολλή τηλεόραση και κινηματογράφο, 41 ταινίες μετράω, αλλά στο θέατρο ήταν η βάση μου. Δουλεύω ανελλιπώς εδώ και 64 χρόνια. Και είναι η δουλειά μας τέτοια που δεν μπορείς να κάνεις απολογισμό, δεν προλαβαίνουμε να κοιτάξουμε πίσω. Είναι μια δουλειά στην οποία πρέπει να ‘μαστε συνέχεια με το ντουφέκι, επί σκοπόν, χειμώνα-καλοκαίρι δίνουμε εξετάσεις. Είναι ο τόπος μας τέτοιος που δεν μετράει ούτε η επιτυχία ούτε η αποτυχία, κάθε φορά πρέπει να αποδεικνύεις ότι κάνεις γι’ αυτό ή δεν κάνεις. Αυτό μας κάνει να είμαστε συνέχεια σε εγρήγορση με όλες μας τις δυνάμεις και σε επιφυλακή.
Η τελευταία παράσταση με την Τζένη Καρέζη
Μιλώντας στην εκπομπή “Ενώπιος Ενωπίω” και στον Νίκο Χατζηνικολάου είχε αποκαλύψει για την Τζένη Καρέζη μιλώντας στην εκπομπή αφιερωμένη στον φίλο και κουμπάρο του Άγγελο Αντωνόπουλο:
«Γινόντουσαν κάτι ξενύχτια με το τάβλι και θυμάμαι τότε που αρρώστησε η Τζένη το 88′ όταν και εκδηλώθηκε η αρρώστια της, ήταν ο μόνος άνθρωπος (σ.σ. ο Άγγελος Αντωνόπουλος) που ήξερε τι συνέβαινε. Και κάναμε τότε την τελευταία παράσταση του “Βυσσινόκηπου” χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα και έγινε μια σπουδαία παράσταση σαν να ήξερε όλος ο κόσμος τι συνέβαινε».
ΚΚΕ: “Με βαθιά θλίψη και συγκίνηση αποχαιρετούμε τον πολύτιμο σύντροφό μας Κώστα Καζάκο”
Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ εξέδωσε ανακοίνωση για τον θάνατο του Κώστα Καζάκου στην οποία αναφέρει:
“Με βαθιά θλίψη και συγκίνηση αποχαιρετούμε έναν από τους μεγάλους του θεάτρου, τον αγαπημένο, τον πολύτιμο σύντροφό μας στα μικρά και τα μεγάλα, στα εύκολα και τα δύσκολα, στις χαρές και τις πίκρες της ζωής και του αγώνα, Κώστα Καζάκο.
Ο Κώστας Καζάκος δεν ήταν μόνο προικισμένος ηθοποιός, σκηνοθέτης και μεταφραστής θεατρικών έργων. Ήταν μια γενναιόψυχη προσωπικότητα, με διεισδυτικό στοχασμό και βαθιά συνείδηση της κοινωνικής αποστολής της τέχνης να εξανθρωπίζει τον άνθρωπο. Όσα σπουδαία κατάφερε στον χώρο της τέχνης δεν τα όφειλε απλά στα δώρα που του χάρισε η φύση, την κραταιά φωνή, την αγέρωχη αρρενωπή μορφή, το επιβλητικό παράστημα, αλλά κυρίως στις ψυχικές και πνευματικές αρετές, που σμιλεύτηκαν κι ωρίμασαν κοπιαστικά και με θυσίες από τα νεανικά του χρόνια στο καμίνι της βιοπάλης και μέσα από το πάθος του για τη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια.
Η αγωνιστική κληρονομιά του πατέρα του και τα προσωπικά του βιώματα τον τοποθέτησαν από νωρίς στην πλευρά των αδικημένων, στην πλευρά εκείνου «του τμήματος του λαού που κουβαλάει το μεγαλύτερο κοινωνικό βάρος», όπως έλεγε ο ίδιος αναφερόμενος στην εργατική τάξη και τον ρόλο της στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Η επιλογή του θεατρικού δρόμου ήταν συνειδητή, δεμένη άρρηκτα με την πορεία της ταξικής και ιδεολογικής του συνειδητοποίησης. Από την πρώτη του θεατρική εμφάνιση μετά την αποφοίτησή του από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν, στο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία», αλλά και σε όλη τη διαδρομή του στο θεατρικό σανίδι και τον κινηματογράφο, ο Κώστας Καζάκος διένυσε μια εμβληματική πορεία, με πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα σπουδαίων συγγραφέων, κατορθώνοντας να «δαμάσει» με καθαρό και γι’ αυτό ουσιαστικά λαϊκό τρόπο, θεατρικά κείμενα -κλασσικής και σύγχρονης δραματουργίας- που απευθύνονται στα πιο μύχια συναισθήματα και στις πιο υψηλές σκέψεις της ανθρωπότητας. Ως θιασάρχης και σκηνοθέτης επέλεγε προσεκτικά τα έργα που ανέβαζε, με κριτήριο να είναι κοινωνικά και ιστορικά χρήσιμα, όπως η παράσταση – σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα «Το μεγάλο μας τσίρκο».
Το 2023 θα συμπλήρωνε 70 χρόνια προσφοράς στο θέατρο. Ακατάβλητος μέχρι το τέλος υπηρέτησε τη δραματική τέχνη με πίστη και πάθος θεμελιωμένα στη βαθιά εκτίμηση για τη δύναμή της, στην άποψή του ότι το θέατρο «παρέχει παιδεία και είναι η πιο λαϊκή, επίκαιρη, άμεσα κατανοητή και ζωντανή τέχνη», στην πεποίθησή του ότι «το θέατρο σίγουρα δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, μπορεί όμως να αλλάζει τους ανθρώπους» όπως έλεγε.
Πιστός στον δημιουργικό και διαπαιδαγωγητικό ρόλο της προοδευτικής τέχνης και έχοντας εμπιστοσύνη στις αστείρευτες δυνατότητες του εργαζόμενου λαού, ο Κώστας Καζάκος αφιέρωσε όλη του τη ζωή, τη σκέψη, το συναίσθημα και το ταλέντο του στο να μας βοηθήσει «να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας, να ανεβάσουμε το ηθικό μας και αποφασιστικά να αποκεφαλίσουμε το ανθρωπόμορφο τέρας που μας καταστρέφει τη ζωή».
Αισθάνονταν πάντα την τέχνη ως αγώνα για ανάταση, πρόοδο, εξέλιξη που δεν σταματάει ποτέ και θεωρούσε σύμφυτη με τον καλλιτέχνη την αγωνιστική στάση ζωής, την οποία ο ίδιος ακολούθησε σταθερά και αταλάντευτα μέχρι το τέλος. Ανταποκρινόμενος στην ιστορική αναγκαιότητα της εποχής μας, ο Κώστας Καζάκος συστρατεύθηκε επί δεκαετίες, στην πρώτη γραμμή, με το ΚΚΕ, ακόμα και από τη θέση του βουλευτή του, πάντα παρών σε όλους τους αγώνες του εργατικού-ταξικού και του αντιϊμπεριαλιστικού κινήματος.
Η πολιτική δράση του ήταν μια αρμονική συνύπαρξη της ζωής και της καλλιτεχνικής πράξης. Η ιδεολογία του καθόριζε τη ζωή του και αυτό έβγαινε αβίαστα και στη δουλειά του. Δεν μπορούμε να διακρίνουμε στον Κώστα Καζάκο την πολιτική δράση από την καλλιτεχνική του δραστηριότητα. Πρώτα από όλα με το έργο του υπηρέτησε τα προωθημένα κοινωνικά ιδανικά του και την τάξη – φορέα τους κι έπειτα, με την ενεργή παρουσία του σε όλες τις μεγάλες πολιτικές μάχες, επιβεβαίωσε όσα με το έργο του εννοούσε.
Ο σύντροφος Κώστας θα μείνει στις καρδιές μας, θα μείνει στις καρδιές όλου του κόσμου του λαϊκού, αυτού του «εχθρού λαού», που τόσο αγαπούσε και τόσο του έμοιαζε με την απλότητα, τη ζεστασιά και τη λαϊκότητα της μεγάλης του ψυχής. Δεν θα ξεχαστεί, γιατί ήταν ένας γεμάτος πάθος και δύναμη πρωταγωνιστής, όχι απλά στη σκηνή, στα πλατό, στις εξέδρες των διαδηλώσεων, αλλά τελικά στην Ιστορία. «Λαχτάρησε μια χώρα» όπου ο λαός θα πάψει «να περιμένει μάταια τον καιρό». Και αν οι λίγοι αυτό δεν του το συγχωρούν, είναι μια επιβεβαίωση ότι έκανε το καθήκον του σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος, είναι μια επιβράβευση της ζωής του. Οι μέρες που ο λαός «θα αρνιέται πια να βλέπει τον δρόμο του κλειστό», οι μέρες που λαχτάρησε, αργά ή γρήγορα, θα ‘ρθουν. Θα φροντίσουν γι’ αυτό όλοι εκείνοι που συνεχίζουν τη ζωή του, παλεύοντας για έναν ανώτερο πολιτισμό σε μια ανώτερη κοινωνική οργάνωση.
Εκφράζουμε τα βαθιά μας συλλυπητήρια στην αγαπημένη του σύντροφο Τζένη, τα παιδιά, τα εγγόνια του και όλους τους δικούς του”.