Στην υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη και τις αντιδράσεις απέναντι στην αποφυλάκισή του, έπειτα από την καταδίκη του για δύο βιασμούς ανηλίκων, αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, κάνοντας επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αφού σημείωσε ότι το ζήτημα απασχολεί έντονα την κοινωνία, είπε ότι ταυτόχρονα γίνεται απόπειρα στυγνής πολιτικής εκμετάλλευσης. «Η κοινωνία αναρωτιέται πως είναι δυνατόν κάποιος που προφυλακίζεται ως κατηγορούμενος για βιασμό, όταν καταδικάζεται για βιασμό να αφήνεται ελεύθερος. Ο προβληματισμός και οι απορίες της κοινωνίας είναι εύλογοι. Από αυτό το σημείο όμως μέχρι του να γίνεται απόπειρα απαξίωσης της Δικαιοσύνης, στυγνής πολιτικής εκμετάλλευσης του ζητήματος και ακόμα χειρότερα χυδαίας ταύτισης του ενόχου με την Kυβέρνηση και την εξουσία υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση. Το πρώτο, ο προβληματισμός, τα ερωτηματικά της κοινωνίας, μπορεί κανείς να τα καταλάβει γιατί οι πολίτες δεν είναι δικαστές και επίσης δεν είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν το πλαίσιο βάσει του οποίου οι λειτουργούν και κρίνουν οι δικαστές. Το άλλο όμως συνιστά μια βαθειά αντιδημοκρατική και χυδαία συμπεριφορά», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ακολούθως, ο κ. Οικονόμου εξήγησε ότι η υπόθεση έχει τρεις διαστάσεις και ανέφερε: «Η δικαιοσύνη αποφάσισε βάσει του ποινικού κώδικα του νόμου 3904 του 2010 που ίσχυε και επί ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Εάν η δικαιοσύνη είχε τη δυνατότητα να κρίνει την υπόθεση βάσει των αλλαγών που έγιναν στον ποινικό κώδικα που έφερε η κυβέρνηση της ΝΔ από το Νοέμβριο 2021 η ποινή που θα επιβαλλόταν θα ήταν ισόβια άρα δεν θα υπήρχε δυνατότητα αναστολής εκτέλεσης και αποφυλάκισης».
Ο κ. Οικονόμου επισήμανε ακόμα ότι με τον ποινικό κώδικα που ίσχυε από το 2010 η ποινή του βιασμού τιμωρείτο με 5-20 χρόνια, με τον ποινικό κώδικα που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ, το αδίκημα έγινε 5-15 χρόνια, ενώ η ΝΔ τροποποίησε δυο φορές τον ποινικό κώδικα. Και από Νοεμβριο 2021 σε περίπτωση ομαδικού βιασμού ή βιασμού που οδηγούσε σε θάνατο ήταν ισόβια κάθειρξη, ενώ για βιασμό ανήλικου η προβλεπόμενη ποινή είναι αποκλειστικά ισόβια κάθειρξη.
Η δεύτερη διάσταση είναι θεσμική, είπε ο κ. Οικονόμου. Οι δικαστές υπόκεινται στο σύνταγμα και τους Νόμους και αν θέλουμε να έχουμε μια δημοκρατική και ελεύθερη πολιτεία οφείλουμε να σεβόμαστε την δικαιοσύνη. Όλα αυτά έρχεται να αμφισβητήσει ένα κοινοβουλευτικό κόμμα και μάλιστα η αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ τηρεί στάση αλά καρτ απέναντι στη δικαιοσύνη. Επαινεί όταν θεωρεί ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντά του και βάλει κατά της όταν οι αποφάσεις δεν είναι υπέρ του, σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
«Η τακτική αυτή συνάδει με ολοκληρωτικές αρχές και μεθοδεύσεις, οι οποίες είναι αντίθετες προς τη Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να χρησιμοποιήσει την Δικαιοσύνη ως εργαλείο της πολιτικής του επικράτησης. Την αντιμετωπίζει ως ένα ακόμα «αρμό της εξουσίας», όχι ως πυλώνα της Δημοκρατίας και της ελευθερίας. Ίσως γιατί δεν μπορεί να συγχωρήσει στην ελληνική Δικαιοσύνη ότι όρθωσε το ανάστημά της και δεν επέτρεψε στην Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, την περίοδο 2015-19, να αλώσει τους θεσμούς, να δηλητηριάσει την πολιτική ζωή και να μετατρέψει την Ελλάδα σε λατινό-αμερικάνικη μπανανία» είπε συνεχίζοντας ο κ. Οικονόμου, αναφέροντας ότι «Η Κυβέρνηση σέβεται και ενισχύει έμπρακτα και απόλυτα την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, τιμώντας παράλληλα το έργο των λειτουργών της. Γιατί έτσι στηρίζουμε τη Δημοκρατία και την ελευθερία στην Πατρίδα μας. Αν πληγεί το Κράτος Δικαίου, αν αμφισβητηθεί η Δικαιοσύνη, αν δώσουμε χώρο σε λαϊκά δικαστήρια και αυτόκλητους εισαγγελείς, τότε θα βρεθούμε ένα βήμα από τον αυταρχισμό και την εκτροπή. Η Κυβέρνηση εγγυάται σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες ότι είναι εδώ για να προστατεύει τους θεσμούς και το Πολίτευμα ανυποχώρητα και αποτελεσματικά».
Κλείνοντας, αναφερόμενος στην «τρίτη διάσταση» του θέματος είπε πως αυτή είναι πολιτική και ηθική και ο ΣΥΡΙΖΑ «προσπαθεί, άμεσα και έμμεσα, να πείσει την ελληνική κοινωνία ότι η υπόθεση Λιγνάδη έχει πολιτικές διαστάσεις. Αφέθηκε ελεύθερος είπε ο κ. Τσίπρας γιατί είναι κολλητός της εξουσίας. Το μόνο πολιτικό ίχνος στην υπόθεση Λιγνάδη είναι η αχρεία απόπειρα του ΣΥΡΙΖΑ να καταστήσει μια ποινική υπόθεση πολιτικό ζήτημα» είπε και συμπλήρωσε πως «Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι υποστηρίζει ότι είναι κόμμα της ευρωπαϊκής αριστεράς, υιοθετεί και εφαρμόζει πρακτικές της παγκόσμιας νέο-ακροδεξιάς. Υιοθετεί και διασπείρει θεωρίες συνομωσίας εμπνευσμένες από το QAnon, έναν από τους βασικούς πυλώνες του τραμπισμού. Στοχεύει να δηλητηριάσει τα μυαλά και τα αισθήματα των Ελλήνων για να μπορέσει να δημιουργήσει ένα νέο κίνημα, σαν και εκείνο των Αγανακτισμένων, ώστε να ξαναβρεί το χαμένο του πολιτικό ρόλο».
Αυτή η ανεύθυνη και επικίνδυνη στάση του ΣΥΡΙΖΑ – συνέχισε ο κ. Οικονόμου – έχει σαφείς επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία, η οποία ορθά έχει αυξημένο ενδιαφέρον και ευαισθησία για τέτοια ζητήματα. Η Κυβέρνηση κατανοεί και σέβεται απόλυτα τις ανησυχίες αυτές των πολιτών. Έχουμε παιδιά και ανθρώπους που αγαπάμε και είναι αδιανόητο έστω και να συζητά κανείς ότι θα δείχναμε την παραμικρή όχι στήριξη, αλλά ανοχή, απέναντι σε ενόχους για τέτοιου είδους ειδεχθή εγκλήματα. Όπως είναι και αδιανόητο για εμάς να επιλέγαμε ποτέ να αντιμετωπίσουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους με τέτοιους τρόπους και με τέτοιους όρους.