Είναι ειρωνεία της ιστορίας ότι η απόφαση για έξοδο της Ελλάδας από τη μεταμνημονιακή εποπτεία σχεδόν συνέπεσε με το… μεγάλο ξεπούλημα των ελληνικών ομολόγων, λόγω της επικείμενης αύξησης των επιτοκίων στην ευρωζώνη.
Η λήξη της ενισχυμένης εποπτείας, σηματοδοτεί πράγματι κάποιους θεωρητικούς βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, οι οποίοι όμως περιορίζονται εκ των πραγμάτων σε βαθμό ανυπαρξίας. Η Ελλάδα θα υπάγεται πλέον στο καθεστώς δημοσιονομικής επιτήρησης από την Κομισιόν και στις συστάσεις από το συμβούλιο υπουργών που προβλέπονται από το Σύμφωνο Σταθερότητας («Ευρωπαϊκό Εξάμηνο»), ενώ σημαντικές πολιτικές για την οικονομία και την επιχειρηματική δράση θα επιβάλλονται μέσα από τα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης. Επιπλέον, η χώρα μας θα υπάγεται σε καθεστώς επιτήρησης μέχρι να εξοφληθεί το 75% των κεφαλαίων που έλαβε όπως και οι άλλες χώρες που είχαν ενταχθεί στα μνημόνια.
Με άλλα λόγια, είναι πρακτικά αδύνατον για την ελληνική κυβέρνηση να λάβει αποφάσεις που θα έρχονται σε αντίθεση με το θεσμικό πλαίσιο και την πολιτική βούληση που θα διαμορφώνεται στο Eurogroup και την Κομισιόν.
Επιπλέον, και τούτο έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία, η Ελλάδα θα είναι στη μέγγενη και την εποπτεία των αγορών, οι οποίες την περασμένη εβδομάδα έδειξαν ξεκάθαρα ότι καταλογίζουν αυξημένο ρίσκο στη χώρα μας και αρνούνται να την δανείσουν αγοράζοντας τα ομόλογά της, παρά μόνο με πολύ υψηλό επιτόκιο, που καθιστά το δανεισμό πρακτικά αδύνατο.
Την Τετάρτη η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου, που είναι το βαρόμετρο για το κόστος δανεισμού της χώρας, εκτοξεύτηκε στο 4,7%, οδηγώντας τη χώρα πρακτικά εκτός αγοράς, αφού το κόστος χρήματος σε αυτά τα επίπεδα θεωρείται απαγορευτικό για να δανειστεί το υπουργείο Οικονομικών εκδίδοντας νέα ομόλογα.
Τις προηγούμενες ημέρες είδαμε την αποδόμηση του αφηγήματος χρηματοοικονομικής σταθερότητας στις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, όπως κατ’ εξοχήν η Ελλάδα και η Ιταλία. Τα χαμηλά επιτόκια με τα οποία δανείζονταν το ελληνικό και το ιταλικό δημόσιο εξαφανίστηκαν από τη στιγμή που η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει να αγοράζει τα ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης, όπως έκανε τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης.
Χρειάστηκε να συνεδριάσει κατεπειγόντως η ΕΚΤ την περασμένη Τετάρτη για να προαναγγείλει νέο πρόγραμμα χρηματοδοτικης στήριξης για τις υπερχρεωμένες χώρες, προκειμένου να καταλαγιάσει το ξεπούλημα των ομολόγων τους και να υποχωρήσουν οι αποδόσεις, της μεν Ελλάδας στο 4,2% και της Ιταλίας στο 3,8%.
Με άλλα λόγια, εάν η ΕΚΤ δεν αγοράσει και πάλι τα ελληνικά και τα ιταλικά ομόλογα, οι δύο χώρες αυτές δεν μπορούν να δανειστούν μόνες τους από την αγορά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαιρέτισε τη λήξη της ενισχυμένης εποπτείας λέγοντας ότι η Ελλάδα «δεν είναι πια το μαύρο πρόβατο». Μια προσεκτική επισήμανση η οποία μετατοπίζει την έμφαση στο ότι η χώρας μας δεν είναι πλέον μόνη απέναντι στις αγορές, αλλά είναι δίπλα στην Ιταλία.
Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα παραμένει δέσμια του δυσθεώρητου δημοσίου χρέους της και ότι η υποτιθέμενη προσωρινή ρύθμισή του -η οποία έγινε με ιδιαίτερα επαχθείς όρους τα προηγούμενα χρόνια- δεν σημαίνει τίποτα για την αγορά η οποία με την πρώτη ευκαιρία δείχνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στη δυνατότητα αποπληρωμής του.
Η απάντηση των αγορών αποτελεί και μια έμπρακτη διάψευση των δηλώσεων των αξιωματούχων του Eurogroup της Κομισιόν και του ESM που χαιρέτισαν τη λήξη της εποπτείας ως ιστορικό επίτευγμα και επιστροφή στην «κανονικότητα». Όλοι ξέρουν ότι η υπερχρεωμένη Ελλάδα είναι δεσμευμένη για παραγωγή μεγάλων πλεονασμάτων για την εξυπηρέτηση του χρέους τα οποία αποτελούν «θηλιά» για την οικονομία καθώς και ότι αργά ή γρήγορα -και μάλλον γρήγορα λόγω της κρίσης- θα χρειαστεί νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Το μεγάλο πρόβλημα, βέβαια, της ευρωζώνης αυτή τη στιγμή είναι η Ιταλία και χάριν εκείνης αποφασίστηκε άρον-άρον η δημιουργία νέου εργαλείου στήριξης από την ΕΚΤ.
Ο κίνδυνος νέας κρίσης χρέους που θα εμπλέξει την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης και την όγδοη παγκοσμίως είναι εκείνος που πυροδότησε τα αντανακλαστικά της ΕΚΤ και ανάγκασε και τα «γεράκια» να συμφωνήσουν στη νέα στήριξη.
Πολλώ δε μάλλον που στο εσωτερικό της χώρας η ακροδεξιά και οι αντιευρωπαϊστές περιμένουν μια αφορμή για να πάρουν το πάνω χέρι.
Οι τρεις σωματοφύλακες πήγαν, είδαν, είπαν και επέστρεψαν στο κοινό τους
Gazprom: Φλέγονται οι μεγαλύτερες εγκαταστάσεις φυσικού αερίου στην Ρωσία
Wall Street: Βαριές απώλειες – 700 μονάδες χάνει ο Dow Jones