Στη διήμερη συνεδρίαση Eurogroup/ Ecofin Δευτέρα και Τρίτη (23-24/5) , η Κομισιόν επισημοποιεί την πρότασή για παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής και για το 2023. Το έχει ήδη υπαινιχθεί ο Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι, ριζικές αντιρρήσεις από τα κράτη μέλη δεν φαίνεται να υπάρχουν, αστερίσκοι είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν για τα υπερχρεωμένα κράτη μέλη (πρωτίστως Ελλάδα και Ιταλία), αλλά τελική απόφαση αναμένεται μετά τον Ιούνιο. Ετσι, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ο κατά Ρομάνο Πρόντι «ζουρλομανδύας της ΕΕ», θα συμπληρώσει τέσσερα χρόνια στον πάγο.
Χαράς ευαγγέλια, θα έλεγε κανείς, για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που θα μπορέσει να κρύψει κάτω από το χαλί παροχών και υποσχέσεων την αναπόφευκτη επιδείνωση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη και την πληθωριστική κρίση. Αλλά τα πράγματα δεν είναι και τόσο ρόδινα όσο φαίνονται. Για κάθε κυβέρνηση στην ΕΕ, αλλά πολύ περισσότερο για τις κυβερνήσεις που βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο.
Θυμίζουμε ότι η περίφημη γενική ρήτρα διαφυγής, που θεσπίστηκε το 2011, στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης χρέους στην Ευρώπη, προβλέπει ότι «σε περιόδους σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την Ένωση συνολικά, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να αποκλίνουν προσωρινά από την πορεία προσαρμογής προς επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου», δηλαδή από τις δεσμεύσεις τους για το έλλειμμα και το χρέος. Ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2020 ως εύλογη αντίδραση στη μεγάλη ύφεση που προκάλεσε η πανδημία και παρατάθηκε και για τα δυο επόμενα χρόνια. Τώρα, βαίνουμε αισίως προς το τέταρτο, και φαίνεται ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία συμβιβάζεται με την ιδέα ότι ο πληθωρισμός θα επιμείνει και όχι μόνο θα εξανεμίσει τις προοπτικές ανάκαμψης, αλλά μπορεί να οδηγήσει τις οικονομίες της Ενωσης και σε ύφεση.
Αυτό φαίνεται μια πολύ βολική εξέλιξη για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, για την οποία τρέχει ήδη το προεκλογικό κοντέρ, με πρώτη πιθανή στάση το φθινόπωρο, παρά τις διαψεύσεις και τις αλληλοαναιρέσεις των κυβερνητικών στελεχών. Εχει όμως μια βασική παρενέργεια: δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να νομοθετήσει μόνιμα μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης ή μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή να υλοποιήσει βασικές δεσμεύσεις της προς τη λεγόμενη «μεσαία τάξη», που ήταν άλλωστε και βασική συνιστώσα και της εκλογικής νίκης της το 2019, και να τις εμπλουτίσει και με άλλες παροχές προς τα πιο ευάλωτα στρώματα. Το φορολογικό πακέτο, που περιλαμβάνει από μείωση συντελεστών φορολόγησης εισοδήματος μέχρι ελαφρύνσεις για την αγορά ακινήτων, έχει μερικώς μόνο υλοποιηθεί, καθώς ό,τι νομοθετήθηκε από το 2020 και μετά, κάτω από την ομπρέλα της γενικής ρήτρας διαφυγής, έχει αυστηρά προσωρινό χαρακτήρα και πρέπει να καταργείται σταδιακά μετά τη λήξη της «έκτακτης ανάγκης». Και οι δύο προηγούμενες σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου θυμίζουν ρητά τους περιορισμούς των κανονισμών 1466/97 και 1467/97 της ΕΕ που αναφέρουν ότι τα μέτρα πρέπει «να είναι προσαρμοσμένα στις ειδικές συνθήκες κάθε χώρας και να είναι έγκαιρα, προσωρινά και στοχευμένα» και όταν το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες «θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά» και με «δημοσιονομικές πολιτικές που αποσκοπούν στην επίτευξη συνετών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών θέσεων και στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους».
Αυτή η επωδός λίγο πολύ θα επαναληφθεί και στην αναμενόμενη απόφαση για παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής και το 2023. Και μπορεί αυτό να επιτρέπει στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να μοιράσει προσωρινά μέτρα ανακούφισης σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά – έκτακτες ενισχύσεις, παρατάσεις προθεσμιών, επαναρυθμίσεις χρεών-, αλλά δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση παρά μόνο να ξαναυποσχεθεί προεκλογικά τα «υπόλοιπα» της φορολογικής μεταρρύθμισης (μειώσεις συντελεστών και ΦΠΑ) που είχε υποσχεθεί το 2019 και μόνο εν μέρει εφάρμοσε σ’ αυτή τη θητεία (με το φορολογικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο του 2019).
Συν τοις άλλοις, καθώς η Ελλάδα βγαίνει το καλοκαίρι από την ενισχυμένη εποπτεία, υπάρχει και το επιπλέον ενδεχόμενο η κανονική εποπτεία που θα την ακολουθήσει (μέχρι να εξοφληθεί το 75% του συνολικού χρέους προς τους Ευρωπαίους δανειστές, δηλαδή για πολλές δεκαετίες μέχρι να εξοφληθούν τουλάχιστον 150 δισ. από το υπόλοιπο των 205 δισ.) να συνοδεύεται από έξτρα «κόφτες» και φραγμούς που θα περιορίζουν δραστικά την προεκλογική «γενναιοδωρία» της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Κι αυτά εφόσον δεν μεσολαβήσουν κι άλλα, καλοκαιρινά «ατυχήματα» που δημιουργούν επιπλέον κόστη.
Νέο πληθωριστικό κύμα τον Μάιο – Τι θα γίνει με fuell pass, ΕΦΚ και ΦΠΑ
Η ρεαλιστική απειλή επισιτιστικής κρίσης και ο Πούτιν ως… εξήγηση δια πάσα νόσον