Αμέσως μετά την ανακοίνωση των μέτρων από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για την επιστροφή κάποιων ποσών στους πολίτες από τις υπέρμετρες χρεώσεις και τα μέτρα για μείωση των λογαριασμών ρεύματος, το Μαξίμου άρχισε να μετρά τις τάσεις στην κοινή γνώμη και βεβαίως εάν αυτές οι παρεμβάσεις μπορούν να περιορίσουν το πολιτικό κόστος γα την κυβέρνηση από την κοινωνική δυσφορία.
Το μεγάλο άγχος είναι εάν η ΝΔ μπορεί να διατηρήσει όχι μόνο ένα καθαρό προβάδισμα από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και αν μπορεί να κινηθεί στις εκλογές της απλής αναλογικής σε ένα ποσοστό πέριξ του 33% ή και παραπάνω, ώστε να έχει το επιχείρημα ότι πρέπει η χώρα να οδηγηθεί σε δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική και ότι αυτή η επαναληπτική αναμέτρηση μπορεί να δώσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Στο Μαξίμου παραδέχονται ότι όσο πιο μακριά είναι η ΝΔ από το όριο του 38% που απαιτείται από την ενισχυμένη αναλογική για την αυτοδυναμία, τόσο αποδυναμώνεται το επιχείρημα των δεύτερων εκλογών. Και άρα το ποσοστό που θα βγάλει η κάλπη της απλής αναλογικής έχει μεγάλη σημασία. Και επίσης έχει σημασία να είναι σαφής η απόσταση από τον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να μην δημιουργηθεί η εντύπωση (άρα ούτε η δυναμική) ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπορεί να ανατρέψει την κατάσταση και να κερδίσει τις επαναληπτικές εκλογές.
Παρότι η διαφορά της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ μειώνεται καθαρά πλέον σε μονοψήφιο ποσοστό, στο Μαξίμου θεωρούν, με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν και τις αναλύσεις/προβολές που κάνουν ότι βαδίζουν ακόμα σε «ασφαλές πολιτικό περιβάλλον».
Οι εκτιμήσεις τους λένε ότι η ΝΔ μπορεί να πετύχει στις εκλογές της απλής αναλογικής, με βάση τα σημερινά δεδομένα βέβαια, μία επίδοση από 32,2% έως και 36% περίπου. Αυτό σημαίνει, κατά τις αναλύσεις τους, ότι εάν δεν συμβούν απίθανα πράγματα, το κυβερνών κόμμα κινείται σε ένα επίπεδο δυνάμεων, που του παρέχει τη δυνατότητα να ζητήσει επαναληπτικές εκλογές και σε συνθήκες ακραίας πόλωσης, όπου θα κρίνεται η κυβερνησιμότητα της χώρας, να φτάσει τελικά στο 38%.
Από την άλλη, οι εκτιμήσεις τους για το ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι βρίσκεται σε ένα εύρος πιθανού εκλογικού ποσοστού από 23% έως 27% περίπου. Άρα δεν συνιστά και δεν πρόκειται να αποτελέσει απειλή τους επόμενους πολλούς μήνες, λένε οι επιτελείς του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Για το ΠΑΣΟΚ οι ίδιες αναλύσεις, που φτάνουν στο Μαξίμου αναφέρουν ότι κινείται σε μία ζώνη με κατώτερο όριο περίπου το 13%-14% και ανώτερο ίσως και γύρω στο 17% -18%, παρά την κάμψη που φάνηκε να καταγράφει κάποια στιγμή.
Αυτές οι προσεγγίσεις που είναι κυρίαρχες στο κυβερνητικό περιβάλλον, κάνουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επαναφέρει το διακύβευμα της αυτοδυναμίας, δίνοντας όμως εμμέσως και απάντηση στον Νίκο Ανδρουλάκη, που έχει δηλώσει ότι εάν είναι να συνεργαστεί με κάποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα, θα το κάνει με την προϋπόθεση ότι ούτε ο σημερινός πρωθυπουργός, ούτε ο Αλέξης Τσίπρας θα είναι επικεφαλής μίας κυβέρνησης συνεργασίας.
Ο κ. Μητσοτάκης θέλει επίσης με τη ρητορική της αυτοδυναμίας να σταματήσει την κατήφεια και το κλίμα προβληματισμού και ηττοπάθειας, που ενέσκηψε τελευταία στο κυβερνών κόμμα, λόγω της τεράστιας κοινωνικής αναταραχής από την ακρίβεια, την ενεργειακή κρίση και τα σύννεφα στην οικονομία.
Το εάν οι αναλύσεις και τα δεδομένα με τα οποία διαμορφώνει τη στρατηγική του και τους στόχους στις εκλογές, είναι ακριβείς και παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα θα φανεί τις επόμενες εβδομάδες, που θα υπάρξει το νέο κύμα δημοσκοπήσεων από σχεδόν όλες τις εταιρίες.