«Η πραγματική πολιτική δεν γίνεται με οράματα, αλλά με αριθμούς, συγκρίνοντας και βλέποντας τα ποιοτικά στοιχεία και αυτά μας δείχνουν μια καλύτερη προοπτική για την χώρα και αυτή θα πρέπει να την επιδιώξουμε, έξω από πολιτικές διαφορές» ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης, κατά τη συζήτηση του προσχεδίου του προϋπολογισμού, στην Επιτροπή Οικονομικών.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, απάντησε στις παρατηρήσεις των βουλευτών της αντιπολίτευσης σχετικά με την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του πληθωρισμού. Ειδικότερα, για την άμβλυνση των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης, ανέφερε πως αυτή είναι μια εξωτερική κρίση και ήδη η κυβέρνηση έβαλε μέτρα, ύψους 500 εκατ. ευρώ, μέχρι το τέλος του 2021 και επιφυλαχθήκαμε μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης για τις αρχές του 2022. Προς το παρόν, ανέφερε, «δεν εκτιμάται ότι αυτή η κρίση θα περάσει πέρα του Απριλίου, αλλά θα το δούμε. Και σε κάθε περίπτωση η ΔΕΗ βοηθάει σημαντικά στις απομειώσεις των τιμολογίων, γιατί έχουν αναταχθεί τα οικονομικά της».
Για τον πληθωρισμό, σημείωσε πως «πράγματι έχουμε μια αύξηση τιμών, που οφείλεται στην διεθνή αλυσίδα προσφοράς, αλλά η δική μας εκτίμηση, όπως και οι μακροοικονομικές εκτιμήσεις του ΔΝΤ και της ΕΕ, είναι πως δεν πρόκειται για μια μόνιμη αύξηση του πληθωρισμού και οι τιμές σταδιακά θα επανέλθουν». Όπως είπε, παρατηρούμε την πορεία του και σημείωσε πως «ο πληθωρισμός πρέπει να μετράται πρώτα και μετά να ακολουθούμε πολιτικές, γιατί εάν κάνουμε το αντίστροφο κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε πληθωριστικές προσδοκίες και να μεγαλώσουμε ή να προκαλέσουμε βαθύτερο πρόβλημα από αυτό που υπάρχει».
Ο Θ. Σκυλακάκης απέρριψε τις αναφορές της αντιπολίτευσης για αύξηση της φορολογίας, λέγοντας πως σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2019 είχαμε 180 δισ. ευρώ ΑΕΠ και 51 δισ. ευρώ σε φόρους της κεντρικής κυβέρνησης. Το 2022 θα πάμε σε 186 δισ. ευρώ ΑΕΠ και 49,5 δισ. φόρους της κεντρικής κυβέρνησης και με μειωμένες εισφορές κατά 4 μονάδες. Συνεπώς, είπε, «υπάρχει μια τεράστια μείωση της φορολογίας, δεδομένων των συνθηκών και αυτή είναι και μόνιμη». Σχετικά με τη μείωση της φορολογίας, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών σημείωσε ότι «αυτή πάντα έχει δύο πτυχές. Η μία είναι καθαρά αναπτυξιακή και αφορά κίνητρα για επενδύσεις και κάλυψη του επενδυτικού κενού που τρώει τα σωθικά της ελληνικής οικονομίας και η δεύτερη, είναι η διευκόλυνση της κοινωνίας και η βελτίωση βιοτικού επιπέδου. Η φορολογική μας πολιτική πρέπει να ακολουθεί την μέση οδό, έτσι ώστε μια χώρα με τεράστιο χρέος να επιτυγχάνει γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης. Ταυτόχρονα όμως, διατηρώντας τα στοιχεία της κοινωνικής δικαιοσύνης. Και αυτό προσπαθούμε και κάνουμε και σύμφωνα με τα ποιοτικά στοιχεία του 2021 το επιτυγχάνουμε».
Αναφορικά με την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο κ. Σκυλακάκης επανέλαβε, πως «οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έλαβαν την μεγαλύτερη ενίσχυση που έχει λάβει κοινωνική ομάδα από καταβολής του ελληνικού κράτους, καθώς πήραν συνολικά πάνω από 10 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου τα 7 είναι μη επιστρεπτέα, μέσω διαφόρων ενισχύσεων» και σημείωσε επίσης, πως «από το Ταμείο Ανάκαμψης έχει προβλεφθεί να πάει 1,5 δισ. ευρώ αποκλειστικά σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις». Παράλληλα, σημείωσε πως και στην δανειοδότηση υπάρχει πρόσβαση και μάλιστα με πολύ υψηλότερο κίνητρο για την μικρομεσαία επιχείρηση, καθώς εάν ληφθεί ένα δάνειο με 0,35% επιτόκιο, όταν ο δανεισμός είναι με 6%, αυτό είναι μια τεράστια βοήθεια, ειδικά αν μπορεί αυτή να γίνει με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Όσον αφορά για την περαιτέρω διευκόλυνση δανεισμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο κ. Σκυλακάκης, είπε ότι «αυτή θα πρέπει να την κάνουμε με πραγματικούς όρους και με δεδομένο ότι αυτή μπορεί να γίνεται όμως μόνο με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες».
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε στις επιπτώσεις που προκαλούν οι πολλαπλές κρίσεις, κάνοντας παραλληλισμό με τον μύθο του Πιτυοκάμπτη, καθώς τα χρήματα είναι πεπερασμένα -ακόμα και όταν έχεις την εμπιστοσύνη των αγορών, όπως έχουμε εμείς σήμερα- και οι ανάγκες των πολιτών και της κοινωνίας είναι πολλαπλάσιες, όπως είπε, προσθέτοντας ότι η διαφορά που έχουν οι παρούσες κρίσεις με αυτές που ζήσαμε το 2015, είναι πως αυτές είναι εξωγενείς και δεν οφειλόταν σε δικά μας προβλήματα που μας έκαναν να χάσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών.
Ο κ. Σκυλακάκης μάλιστα, αναφέρθηκε στην διαφορά που υπάρχει πλέον στο μίγμα της πολιτικής της χώρας με το «μαξιλάρι» του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας ότι εξ αιτίας, τότε, της αναξιοπιστίας που είχε η χώρα στις αγορές, με όσα είχαν συμβεί με τον κ. Βαρουφάκη και τον κ. Τσίπρα, το 2015, είχε επιλεχθεί το κενό αυτό να αντικατασταθεί με χρήματα από την υπερφορολόγηση. Η δική μας πολιτική έχει ένα άλλο «μαξιλάρι» που είναι τα ταμειακά μας διαθέσιμα, που αυτή τη στιγμή είναι τα ίδια με εκείνα που υπήρχαν πριν ξεκινήσει η κρίση της πανδημίας. Η διαφορά όμως είναι ότι αυτά προέρχονται επειδή υπάρχει εμπιστοσύνη των αγορών, των θεσμών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Και τα χαμηλά επιτόκια που δανείζεται η χώρα δεν οφείλονται στο ότι άλλαξε η ευρωπαϊκή πολιτική, αλλά στην εμπιστοσύνη που υπάρχει για την ελληνική οικονομία και αυτή υπάρχει γιατί τελειώνουμε τις αξιολογήσεις μας χωρίς σοβαρές παρατηρήσεις και πάντα στην ώρα τους, καθώς και στο ότι ακολουθούμε μια πολιτική κινήτρων και μεταρρυθμίσεων στην οικονομία, την οποία βλέπουν οι αγορές και οι επενδυτές.
Σχετικά με την κοινωνική συνοχή και τις ανισότητες, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών είπε πως πρέπει να βρίσκουμε ένα μέτρο ανάμεσα στην κοινωνική πολιτική και την αναπτυξιακή πολιτική και επεσήμανε ότι ένα μεγάλο μέρος ευθύνης έχει και η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η άτυπη εργασία που υπάρχει στην Ελλάδα, καθώς προκαλούν σοβαρές κοινωνικές ανισότητες μεταξύ όσων συνεισφέρουν το μερίδιό τους στα κοινωνικά βάρη και όσων το αποφεύγουν και στερούν πόρους από την κοινωνική πολιτική.